The Tea Party
The Edges Of Twilight
1995 και είχα ήδη πιάσει την πρώτη μου δουλειά, μπορούσα επιτέλους να αγοράζω τους δίσκους που με ενδιέφεραν με πιο μεγάλη συχνότητα από τον ένα κάθε μήνα που ήταν το σύνηθες παλιότερα. Τώρα κάθε Παρασκευή με το βδομαδιάτικο πέρναγα και κατέθετα τον οβολό μου σε γνωστό δισκάδικο της Αθήνας. Αυτή ήταν η εποχή που ξεκίνησα και τους πειραματισμούς. Δεν περίμενα πια να έχω ακούσει πρώτα κάτι για να το αγοράσω, διαβάζοντας μια καλή κριτική ή ακούγοντας κάτι στο ραδιόφωνο (που ήταν τότε και οι μοναδικές πηγές πληροφόρησης) ξεκίναγα για την απόκτηση του.
Κάπως έτσι γνώρισα και αυτούς εδώ. Η κριτική σε γνωστό περιοδικό του σκληρού ήχου έλεγε θυμάμαι ότι έχει δύο τουλάχιστον τραγούδια με τα οποία θα μπορούσες να πεθάνεις (κάτι που μου είχε κινήσει την περιέργεια και περίμενα ότι θα άκουγα θλιμμένους ήχους, διαψεύστηκα όμως αργότερα).
Το καναδικό τρίο, που αποτελείται από τους Jeff Martin - κιθάρα /φωνή, Jeff Burrows - τύμπανα και Stuart Chatwood - μπάσο (έδω αναφέρω μόνο τα συμβατικά τους όργανα γιατί στο δίσκο υπάρχουν 31 διαφορετικά και όλα παιγμένα από τους τρείς τους), καταφέρνει στο "The Edges Of Twilight", που είναι εν μέρει εμπνευσμένο από το βιβλίο του Tom Cowan "Fire In The Head" και αναφέρεται στα κέλτικα πνεύματα και το σαμανισμό, να μπολιάσει τη μουσική της Μέσης Ανατολής, της Νότιας Αφρικής και της Ινδίας με τον επικό καθαρό hard ήχο και τους μυστικιστικούς στίχους.
Το πρώτο γκρουπ που μας έρχεται στο μυαλό είναι οι Led Zeppelin και το "Kasmir" και φυσικό είναι οι τύποι να μην είναι αυτόφωτοι και να έχουν και αυτοί τις επιρροές τους, όμως κανείς δε μπορεί να τους κατηγορήσει ότι δεν έχουν προσωπικότητα. Τα πάντα έδω είναι προσεγμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Από το εκπληκτικό εξώφυλλο που μας βάζει με τη μια στο κλίμα του δίσκου, από την καταπληκτική παραγωγή που αφήνει και τα 31 όργανα που παίζονται εδώ να ακουστούν καθαρά, από τις απίστευτες ενορχηστρώσεις (όλα παίζουν εκεί που πρέπει να παίξουν) ως και την τελευταία νότα του δίσκου, τα πάντα έδω χτυπάνε κορυφή.
Μου φαίνεται απίστευτο που τρεις Καναδοί κατέχουν τόσο καλά μουσικές και παραδόσεις που απέχουν χιλιάδες χιλιόμετρα από τον τόπο καταγωγής τους. Όσο για την απόδοση των μουσικών, τι να πει κανείς. Οι τύποι είναι τρεις και παίζουνε σαν ορχήστρα (ποιους αλλούς Καναδούς ξέρετε με αυτό το χαρακτηριστικό;), και παρότι είναι παιχταράδες και είναι πολύ δύσκολο να το κρύψουν αυτό, θυσιάζουν την όποια τεχνική επίδειξη στο βωμό της μουσικότητας.
Τα τραγούδια τους είναι ολοκληρωμένες καταθέσεις έμπνευσης, με αρχή, μέση και τέλος, διατηρώντας τέλεια τις ισορροπίες μεταξύ των εξωτικών και των ροκ στοιχείων, συνθέσεις που σου σηκώνουν την τρίχα κάγκελο, που σε ρουφάνε στη δίνη τους και σου αφήνουν μια γλυκιά ζαλάδα που δε θες να τελειώσει.
Και για να κλείσω, θέλω να πω πως αν υπάρχει μια λέξη που να χαρακτηρίζει αυτό το δίσκο, αυτή είναι η λέξη "Πάθος" και μάλιστα με Π κεφαλαίο. Ακούστε τον Jeff Martin να τραγουδάει με την εκπληκτική φωνή του, να μουρμουράει ή να ουρλιάζει τα σωθικά του έξω και την άλλη στιγμή να ψέλνει αμανέδες, ακούστε τις μαγευτικές μελωδίες, τα εκπληκτικά τύμπανα και τους παράξενους ρυθμούς και ακούστε, τέλος, τραγούδια όπως το "Correspondences" (από τα πιο έντονα τραγούδια που έχω άκουσει ποτέ στη ζωή μου), το "Drawing Down The Moon", το "Innana", το "Walk With Me" και αν δε σας πατήσουν κανένα κουμπί τότε μάλλον έχετε κάποιο πρόβλημα.
Ο δίσκος αυτός μου έχει σημαδέψει τη ζωή. Είναι η αιτία που στην ερώτηση "τι μουσική ακούς;", θέλοντας να απαντήσω με κάποια γκρουπ που περικλείουν το φάσμα της μουσικής που με αντιπροσωπεύει, απαντάω "Tea Party... κ.τ.λ.".
Κάντε τη χάρη στο εαυτό σας και πάρτε αυτό το δίσκο, ακούστε στο τέλος του "Walk With Me", τελευταίου τραγουδιού του δίσκου, στο 13:55, δέκα δευτερόλεπτα από τις πρόβες του "Correspondences" και θα ξετυλιχθεί μπροστά σας το μεγαλείο της ανθρώπινης οδύνης. Σεβασμός.