Μοιράζεται τις απόψεις του για τη μουσική σταθερά από το 2004 στο Rocking.gr ενώ από το 2011 έχει αναλάβει το ρόλο του αρχισυντάκτη στο νo1 rock site της χώρας. Ακούει κλασικό ροκ και οτιδήποτε...
Κάποτε ο φίλος μου ο Στέφανος προσπάθησε να μου εξηγήσει την αιτία της μανίας του με τη συλλογή μουσικών δίσκων: «Κάθε άλμπουμ που αγοράζω είναι σα να αποκτώ και ένα κομμάτι της ιστορίας. Έχω στο συρτάρι μου το κομμάτι της ζωής που αφιέρωσε ο καλλιτέχνης για να ηχογραφήσει τη συγκεκριμένη δουλειά». Πηγαίνοντας το σκεπτικό του Στέφανου ένα βήμα παραπέρα σκέφτηκα ότι κάθε άλμπουμ, κάθε τραγούδι, κάθε νότα ακόμα, δεν κουβαλά μόνο τη μαγεία της εποχής που ηχογραφήθηκε, αλλά όλη τη μουσική και πολιτιστική εξέλιξη του δημιουργού και του περιβάλλοντος του. Η αναζήτηση μέσα σε αυτό το τεράστιο γενεαλογικό δέντρο είναι σίγουρα μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ασχολίες για το φίλο της μουσικής, η οποία προσφέρει και μια βαθύτερη γνώση για την εξέλιξη της κορυφαίας αυτής τέχνης.
Η παραπάνω εισαγωγή αποτελεί και την πρώτη σκέψη μου όποτε ανασύρω από τη συλλογή μου το "Boogie With Canned Heat" για ένα ακόμα άκουσμα. Οι Αμερικανοί Canned Heat προσπάθησαν με επιτυχία στα τέλη του '60 να αναβιώσουν παλαιότερα blues -standards, αλλά κυρίως πιο άγνωστα- τραγούδια, στοχεύοντας περισσότερο στην groovy πλευρά του ιδιώματος, χωρίς να «σκληρύνουν» τον ήχο, όπως οι Cream και οι Led Zeppelin. Υπεύθυνοι για αυτό υπήρξαν κατά κύριο λόγο οι Alan "Blind Owl" Wilson και Bob "The Bear" Hite, των οποίων οι βαθιές γνώσεις και η αγάπη για τα blues βρήκαν μέσω της μπάντας αυτής το δρόμο τους προς το ευρύ κοινό. Το πρώτο και ομώνυμο άλμπουμ (1967) αποτελούταν αποκλειστικά από διασκευές μεγάλων bluesmen, όπως οι Robert Johnson και Muddy Waters, αλλά και λιγότερο δημοφιλών μουσικών, όπως οι Floyd Jones και Tommy Johnson.
Τα ονόματα των δύο τελευταίων δεν αναφέρονται τυχαία, μιας και στο "Boogie With Canned Heat" (1968) μπορεί οι Wilson και Hite να καταθέτουν τις πρώτες δικές τους συνθέσεις, αλλά οι επιρροές τους από αυτούς τους μουσικούς είναι εμφανείς, με αποκορύφωμα τη μεγάλη επιτυχία "On The Road Again". Ένα τραγούδι που μεταμόρφωσε ο Alan Wilson από θανατηφόρο Chicago blues σε groovy ροκ ύμνο με ανατολίτικη αύρα (λέγε με ινδικό ταμπουρά) και που προς τιμήν του συμπεριέλαβε τον Jones ως συν-δημιουργό, τιμώντας περισσότερο την επιρροή του, παρά αναγνωρίζοντας ότι τα "Dark Road" (1952) και "On The Road Again" (1953) υπήρξαν οι βάσεις για τη δική του σύνθεση. Ακούγοντας τα δύο τελευταία εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι υπήρξαν μεν η σπίθα για τη δημιουργία του τραγουδιού, αλλά τόσο οι στίχοι, όσο και η μουσική διαφοροποιούνται κατά πολύ για να θεωρείται το πρώτο διασκευή.
Η εξήγηση για την παραπάνω πράξη του Wilson έρχεται από τη βιογράφο του και άλλες πηγές, όπως ο manager των Heat, οι οποίες αναφέρουν ότι η μπάντα προσπαθούσε να βρει ζώντες μουσικούς ή συγγενείς τους για να μπορέσει με τον τρόπο αυτό να προσφέρει οικονομική ενίσχυση στα είδωλά της και τις οικογένειές τους. Αν δεν το κατάφερνε αυτό προτιμούσαν να παρουσιάσουν ως δικά τους κομμάτια που υπήρξαν πράγματι διασκευές (με τρανταχτό παράδειγμα το "Going Up The Country" από το επόμενο άλμπουμ, που, ενώ αναφέρεται ο Wilson ως μοναδικός δημιουργός, το τραγούδι πατά φανερά πάνω στο Bull Doze Blues του Henry Thomas) για να μην καπηλευτούν τα χρήματα από τα δικαιώματα οι δισκογραφικές.
Επιστρέφοντας στο "Boogie With Canned Heat", εκτός του μεγάλου hit "On The Road Again", το οποίο χτύπησε υψηλότατες θέσεις στα charts πολλών χωρών, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, το άλμπουμ περιέχει πολλά ενδιαφέροντα τραγούδια.
Ο anti-drug ύμνος "Amphetamine Annie", με το χαρακτηριστικό στίχο «Speed Kills!», αλλά και το αυτοβιογραφικό "My Crime", που περιγράφει την ιστορία της σύλληψης τους στο Denver για κατοχή μαριχουάνας, είναι μόνο δύο από τις κορυφαίες στιγμές ενός άλμπουμ που έκανε τους χίπις να αγαπήσουν και κυρίως να χορέψουν το boogie woogie. Το 11λεπτο "Fried Hockey Βοοgie", που κλείνει το άλμπουμ και κρατά το ρόλο του encore, με τον Hite να παρουσιάζει έναν-έναν όλους τους μουσικούς και τον ρόλο τους στη μπάντα, είναι και το πιο αντιπροσωπευτικό.
Οι Canned Heat συνέχισαν να παράγουν όμορφες blues συνθέσεις και διασκευές για τα επόμενα χρόνια, με πιο γνωστές από αυτές τα "Going Up The Country" (1968) και "Let's Work Together" (1970), ενώ συνεργάστηκαν με θρύλους της μουσικής, όπως οι John Lee Hooker και Memphis Slim.
Η μοίρα χτύπησε βαριά τη μπάντα, που έχασε διαδοχικά τρία ιστορικά της μέλη, με πρώτο τον Alan Wilson, του οποίου η χαρακτηριστική φωνή, οι υπέροχες συνθέσεις και το ταλέντο του στη φυσαρμόνικα χαρακτήρισαν τη μουσική της. Έφυγε το Σεπτέμβρη του 1970 από υπερβολική δόση, λίγες μόλις εβδομάδες πριν τους συνομήλικους του Jimi Hendrix και Janis Joplin. Ήταν και αυτός 27 ετών. Η ψυχή του συγκροτήματος και έτερος τραγουδιστής Bob Hite, με τη χαρακτηριστική θωριά, απεβίωσε το 1981 μετά από καρδιακό επεισόδιο, όπως και ο κιθαρίστας της κλασικής σύνθεσης, Henry Vestine, το 1997, μετά από περιοδεία του συγκροτήματος.
Παρ' όλα αυτά, οι Canned Heat συνεχίζουν ακόμα να μας ταξιδεύουν στην κληρονομιά των blues και του boogie με τους Adolfo de la Parra (drums), Larry Taylor (μπάσο) από την κλασική σύνθεση και τον πρωτοπόρο κιθαρίστα Harvey Mandel, ο οποίος, εκτός από την εμφάνισή του στο Woodstock και την ηχογράφηση του "Future Blues" (1970), έχει επανέλθει κατά καιρούς και για μικρά χρονικά διαστήματα στη μπάντα, η οποία μάς έχει συνηθίσει στις συχνές αλλαγές μελών.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ ξανά στη μαγεία και την ιστορία που κουβαλά κάθε κομμάτι τέχνης, βάζοντας όποιον ενδιαφέρεται σε αυτό το παιχνίδι μέσα από το τραγούδι που χαρακτήρισε το "Boogie With Canned Heat".
H 83χρονη πορεία του "On the Road Again":
Big Road Blues - Tommy Johnson (1928): Η επιρροή της επιρροής.
Dark Road (1952) & On The Road Again (1953) - Floyd Jones: Η έμπνευση των Canned Heat
On The Road Again - Canned Heat (1968): Ηχητικό πάντρεμα ανατολής και δύσης
On The Road Again - The Rockets (1978): Electro version
On The Road Again - Schleimer K (1981): New wave/ experimental version
On The Road Again - Andy Prieboy (1991): Κακή ψευτο-επική διασκευή για το soundtrack του The Hitman (ταινία με τον Chuck Norrris)
On The Road Again - Status Quo (2003): Απλή επανεκτέλεση
On The Road Again - Katie Meula (2005): Easy listening version
On The Road Again - Telex (2006): Synthpop version
On The Road Again - Stenchman (2010): Dubstep version
Η παραπάνω εισαγωγή αποτελεί και την πρώτη σκέψη μου όποτε ανασύρω από τη συλλογή μου το "Boogie With Canned Heat" για ένα ακόμα άκουσμα. Οι Αμερικανοί Canned Heat προσπάθησαν με επιτυχία στα τέλη του '60 να αναβιώσουν παλαιότερα blues -standards, αλλά κυρίως πιο άγνωστα- τραγούδια, στοχεύοντας περισσότερο στην groovy πλευρά του ιδιώματος, χωρίς να «σκληρύνουν» τον ήχο, όπως οι Cream και οι Led Zeppelin. Υπεύθυνοι για αυτό υπήρξαν κατά κύριο λόγο οι Alan "Blind Owl" Wilson και Bob "The Bear" Hite, των οποίων οι βαθιές γνώσεις και η αγάπη για τα blues βρήκαν μέσω της μπάντας αυτής το δρόμο τους προς το ευρύ κοινό. Το πρώτο και ομώνυμο άλμπουμ (1967) αποτελούταν αποκλειστικά από διασκευές μεγάλων bluesmen, όπως οι Robert Johnson και Muddy Waters, αλλά και λιγότερο δημοφιλών μουσικών, όπως οι Floyd Jones και Tommy Johnson.
Τα ονόματα των δύο τελευταίων δεν αναφέρονται τυχαία, μιας και στο "Boogie With Canned Heat" (1968) μπορεί οι Wilson και Hite να καταθέτουν τις πρώτες δικές τους συνθέσεις, αλλά οι επιρροές τους από αυτούς τους μουσικούς είναι εμφανείς, με αποκορύφωμα τη μεγάλη επιτυχία "On The Road Again". Ένα τραγούδι που μεταμόρφωσε ο Alan Wilson από θανατηφόρο Chicago blues σε groovy ροκ ύμνο με ανατολίτικη αύρα (λέγε με ινδικό ταμπουρά) και που προς τιμήν του συμπεριέλαβε τον Jones ως συν-δημιουργό, τιμώντας περισσότερο την επιρροή του, παρά αναγνωρίζοντας ότι τα "Dark Road" (1952) και "On The Road Again" (1953) υπήρξαν οι βάσεις για τη δική του σύνθεση. Ακούγοντας τα δύο τελευταία εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι υπήρξαν μεν η σπίθα για τη δημιουργία του τραγουδιού, αλλά τόσο οι στίχοι, όσο και η μουσική διαφοροποιούνται κατά πολύ για να θεωρείται το πρώτο διασκευή.
Η εξήγηση για την παραπάνω πράξη του Wilson έρχεται από τη βιογράφο του και άλλες πηγές, όπως ο manager των Heat, οι οποίες αναφέρουν ότι η μπάντα προσπαθούσε να βρει ζώντες μουσικούς ή συγγενείς τους για να μπορέσει με τον τρόπο αυτό να προσφέρει οικονομική ενίσχυση στα είδωλά της και τις οικογένειές τους. Αν δεν το κατάφερνε αυτό προτιμούσαν να παρουσιάσουν ως δικά τους κομμάτια που υπήρξαν πράγματι διασκευές (με τρανταχτό παράδειγμα το "Going Up The Country" από το επόμενο άλμπουμ, που, ενώ αναφέρεται ο Wilson ως μοναδικός δημιουργός, το τραγούδι πατά φανερά πάνω στο Bull Doze Blues του Henry Thomas) για να μην καπηλευτούν τα χρήματα από τα δικαιώματα οι δισκογραφικές.
Επιστρέφοντας στο "Boogie With Canned Heat", εκτός του μεγάλου hit "On The Road Again", το οποίο χτύπησε υψηλότατες θέσεις στα charts πολλών χωρών, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, το άλμπουμ περιέχει πολλά ενδιαφέροντα τραγούδια.
Ο anti-drug ύμνος "Amphetamine Annie", με το χαρακτηριστικό στίχο «Speed Kills!», αλλά και το αυτοβιογραφικό "My Crime", που περιγράφει την ιστορία της σύλληψης τους στο Denver για κατοχή μαριχουάνας, είναι μόνο δύο από τις κορυφαίες στιγμές ενός άλμπουμ που έκανε τους χίπις να αγαπήσουν και κυρίως να χορέψουν το boogie woogie. Το 11λεπτο "Fried Hockey Βοοgie", που κλείνει το άλμπουμ και κρατά το ρόλο του encore, με τον Hite να παρουσιάζει έναν-έναν όλους τους μουσικούς και τον ρόλο τους στη μπάντα, είναι και το πιο αντιπροσωπευτικό.
Οι Canned Heat συνέχισαν να παράγουν όμορφες blues συνθέσεις και διασκευές για τα επόμενα χρόνια, με πιο γνωστές από αυτές τα "Going Up The Country" (1968) και "Let's Work Together" (1970), ενώ συνεργάστηκαν με θρύλους της μουσικής, όπως οι John Lee Hooker και Memphis Slim.
Η μοίρα χτύπησε βαριά τη μπάντα, που έχασε διαδοχικά τρία ιστορικά της μέλη, με πρώτο τον Alan Wilson, του οποίου η χαρακτηριστική φωνή, οι υπέροχες συνθέσεις και το ταλέντο του στη φυσαρμόνικα χαρακτήρισαν τη μουσική της. Έφυγε το Σεπτέμβρη του 1970 από υπερβολική δόση, λίγες μόλις εβδομάδες πριν τους συνομήλικους του Jimi Hendrix και Janis Joplin. Ήταν και αυτός 27 ετών. Η ψυχή του συγκροτήματος και έτερος τραγουδιστής Bob Hite, με τη χαρακτηριστική θωριά, απεβίωσε το 1981 μετά από καρδιακό επεισόδιο, όπως και ο κιθαρίστας της κλασικής σύνθεσης, Henry Vestine, το 1997, μετά από περιοδεία του συγκροτήματος.
Παρ' όλα αυτά, οι Canned Heat συνεχίζουν ακόμα να μας ταξιδεύουν στην κληρονομιά των blues και του boogie με τους Adolfo de la Parra (drums), Larry Taylor (μπάσο) από την κλασική σύνθεση και τον πρωτοπόρο κιθαρίστα Harvey Mandel, ο οποίος, εκτός από την εμφάνισή του στο Woodstock και την ηχογράφηση του "Future Blues" (1970), έχει επανέλθει κατά καιρούς και για μικρά χρονικά διαστήματα στη μπάντα, η οποία μάς έχει συνηθίσει στις συχνές αλλαγές μελών.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ ξανά στη μαγεία και την ιστορία που κουβαλά κάθε κομμάτι τέχνης, βάζοντας όποιον ενδιαφέρεται σε αυτό το παιχνίδι μέσα από το τραγούδι που χαρακτήρισε το "Boogie With Canned Heat".
H 83χρονη πορεία του "On the Road Again":
Big Road Blues - Tommy Johnson (1928): Η επιρροή της επιρροής.
Dark Road (1952) & On The Road Again (1953) - Floyd Jones: Η έμπνευση των Canned Heat
On The Road Again - Canned Heat (1968): Ηχητικό πάντρεμα ανατολής και δύσης
On The Road Again - The Rockets (1978): Electro version
On The Road Again - Schleimer K (1981): New wave/ experimental version
On The Road Again - Andy Prieboy (1991): Κακή ψευτο-επική διασκευή για το soundtrack του The Hitman (ταινία με τον Chuck Norrris)
On The Road Again - Status Quo (2003): Απλή επανεκτέλεση
On The Road Again - Katie Meula (2005): Easy listening version
On The Road Again - Telex (2006): Synthpop version
On The Road Again - Stenchman (2010): Dubstep version