Πιστεύει ακράδαντα ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής, η καλή και η κακή. Σχολιάζει και από τα δύο στις σελίδες του Rocking.gr, αν και οι κακές γλώσσες λένε ότι γράφει κυρίως για ό,τι είναι ή μοιάζει...
Θέλει και τύχη για ένα ελληνικό συγκρότημα να πετύχει και στο εξωτερικό. Θέλει και ταλέντο όμως. Οι Aphrodite's Child τα είχαν και τα δύο στο μεγαλύτερο βαθμό που τα είχε ποτέ οποιοδήποτε άλλο ελληνικό συγκρότημα. Οι συγκυρίες ήταν αυτές που τους έφεραν τις ευκαιρίες και η ποιότητά τους αυτή που τις εκμεταλλεύτηκε.
Η ιστορία ξεκινάει το 1967 όταν ο Βαγγέλης Παπαθανασίου συγκέντρωσε γύρω του μία ομάδα μουσικών που θα μπορούσε να αποτελεί ένα άτυπο supergroup για τα δεδομένα της τότε ελληνικής σκηνής. Ο ίδιος μέλος των Forminx, πήρε μαζί του τον Ντέμη Ρούσσο, τραγουδιστή και μπασίστα από τους Idols, τον Αργύρη Κουλούρη που υπήρξε κιθαρίστας των Juniors, (ουσιαστικά τα τρία μεγαλύτερα ονόματα της εποχής που έπαιζαν ένα είδος beat και πρώιμου rock) καθώς και τον παλιό συμμαθητή του Λουκά Σιδερά στα τύμπανα για να δημιουργήσουν ένα καινούργιο συγκρότημα. Οι πρώτες τους ηχογραφήσεις ήταν ως η υποστηρικτική μπάντα του Γιώργου Ρωμανού στο άλμπουμ "In Concert & In The Studio" (1968) υπό το όνομα Vangelis & His Orchestra. Μάλιστα με αυτόν τον τρόπο κυκλοφορούν και ένα 45άρι με συνθέσεις του Ρωμανού εκτελεσμένες ορχηστρικά από τους ίδιους. Σύντομα η δικτατορία, η ελληνική μουσική φτώχια αλλά και οι φιλοδοξίες, θα τους σπρώξουν προς το εξωτερικό με σκοπό να φτάσουν στο Λονδίνο. Με μία απώλεια, αφού ο Κουλούρης έμεινε πίσω μέχρι να εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις.
Μα στάση στο Παρίσι αποδεικνύεται καθοριστική καθώς δε θα φτάσουν τελικά στη Γαλλία. Ο θρύλος θέλει και μία δεύτερη σύμπτωση να ενισχύει τη θέση τους στη γαλλική σκηνή αφού οι ντόπιοι καλλιτέχνες συμμετείχαν στις γενικές απεργίες που σύντομα ξέσπασαν μαζί με την εξέγερση του Μάη του 68 αφήνοντας έτσι χώρο στους μη συνδικαλισμένους ξένους να ...αλωνίζουν. Επίσης, υποτίθεται ότι, ενώ δεν έχει καμία σχέση με τη στιχουργική του τραγουδιού, το πρώτο single "Rain & Tears" συνειρμικά έγινε ύμνος των φοιτητών θυμίζοντάς τους τα δακρυγόνα που έπεφταν στη βροχή κατά τις διαδηλώσεις. Είτε ισχύουν τα παραπάνω είτε όχι (παραείναι καλές ιστορίες για να αφήσουμε την ευκαιρία να τις πιστέψουμε) η πραγματικότητα λέει ότι ως τρίο, οι Aphrosite's Child κατάφεραν να κατακτήσουν μία σχετική επιτυχία βασισμένοι σε ένα λυσεργικό, ψυχεδελικό flower pop στυλ, πού όφειλε πολλά τόσο στα πλήκτρα του Παπαθανασίου όσο και στην ιδιαίτερη τενόρο φωνή του Ρούσσου.
Σχεδόν δύο χρόνια και δύο άλμπουμ μετά, οι Aphrodite's Child ολοκληρώνονται με την επιστροφή του Αργύρη Κουλούρη στις τάξεις τους μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας και ενώ, εν τω μεταξύ, είχε προλάβει να συμμετάσχει σε έναν ακόμα ιστορικό δίσκο του Γιώργου Ρωμανού, τα "Δύο Μικρά Γαλάζια Άλογα". Το πόσο σημαντική θα ήταν αυτή η προσθήκη στον ήχο του συγκροτήματος, μάλλον ούτε οι ίδιοι φαντάζονταν. Βέβαια ήδη ο Παπαθανασίου είχε οραματιστεί κάτι πολύ πιο μεγαλεπήβολο για την επόμενη δουλειά τους που δεν είναι άλλο από τη μεταφορά, σε έναν διπλό concept δίσκο, της Αποκάλυψης του Ιωάννη, με τη βοήθεια του σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη στους στίχους.
Το "666", όπως ονομάστηκε τελικά, ήταν και παραμένει ένα εξαιρετικό δείγμα του πρώιμου progressive rock διεθνώς, ταυτόχρονα όμως ώριμο και ολοκληρωμένο ως έργο τέχνης, σαφώς προϊόν ενός μυαλού που, όπως θα έδειχνε και στη συνέχεια, θα έφτανε μακριά. Αν και ο ρόλος του Παπαθανασίου υπήρξε αυξημένος ακόμα και σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους τους, το ίδιο ισχύει και με τους Σιδερά και Ρούσσο σε ότι έχει να κάνει με τα όργανά τους. Αμφότεροι αποδεικνύουν ότι το πιο συντηρητικό παίξιμο των προηγούμενων άλμπουμ αδικούσε τις ικανότητές τους (αν και στο μπάσο χρειάστηκε να συμμετάσχει και ο Χάρης Χαλκίτης). Αν σε αυτό προστεθεί και η νεοεισερχόμενη κιθάρα του Κουλούρη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι στο "666" έχουμε ουσιαστικά ένα καινούργιο συγκρότημα. Ακόμα πιο ενισχυτικό είναι το γεγονός ότι η φωνή του Ρούσσου κυριαρχεί σε μόλις τρία τραγούδια, τα οποία είναι βέβαια και τα πιο ραδιοφωνικά. Κυρίως τα "Babylon" και "The Four Horsemen" αποκαλύπτουν το συγκρότημα στην πλήρη δυναμική ανάπτυξή του με όλα τα όργανα να ξεσπάνε σε εντάσεις πρωτόγνωρες για αυτούς διατηρώντας ταυτόχρονα μία αμεσότητα εκπληκτική για το είδος. Ειδικά το δεύτερο έχει κερδίσει μία απαραίτητη μνεία σε κάθε αναφορά στα σημαντικότερα prog τραγούδια και συγκεντρώνει διαρκώς όλο και μεγαλύτερη αναγνώριση εντυπωσιάζοντας με τη στοιχειωμένη του ατμόσφαιρα, τα φολκλορικά φωνητικά, τον μεθυστικό ρυθμό, την ασύλληπτη κιθάρα, την δύο-τραγούδια-σε-ένα δομή του.
Ο πρώτος δίσκος αποτελείται ακόμα από μία σειρά μικρών ορχηστρικών κομματιών που με μικρής διάρκειας θέματα προχωρούν τόσο τη μουσική όσο και την θεματική ανάπτυξη του "666". Οι λίγες μεγαλύτερης διάρκειας συνθέσεις που απομένουν και έχουν έννοια ως ξεχωριστή οντότητα, είναι το πιανιστικό "Loud, Loud Loud", το βεβαρημένο με διάφορα πλήκτρα και έντονο ρυθμό "The Lamb", το σχεδόν περιπαικτικό "The Beast" και το "Aegean Sea". Αν και όλα τους εντυπωσιακά, θα πρέπει να σταθούμε στο τελευταίο που παρουσιάζει μία πρωτοπόρα συνεργασία σε ambient βάση ανάμεσα σε Κουλούρη και Παπαθανασίου με την κιθάρα να καταφεύγει κάποια στιγμή σε μονοπάτια απίστευτου λυρισμού. Παρόμοια συνεργασία, μεταξύ Κουλούρη-Σιδερά αυτή τη φορά, σε ταχύτατους ρυθμούς παρουσιάζει το καταιγιστικό "Do It".
Ο δεύτερος δίσκος, παρότι περιλαμβάνει τραγούδια πιο «λογικής» διάρκειας, είναι ακόμα πιο πειραματικός, με πιο παράξενους ρυθμούς, διάφορα όργανα και ηχητικά εφέ. Ξεκινάει ουσιαστικά με το δύσπεπτο jazz rock-fusion του "Altamont" ενώ στο άλλο άκρο συναντάμε το πολύ ευχάριστο "Hic And Nunc" που τραγουδάει ο Ρούσσος. Στην πραγματικότητα, όμως, δύο είναι οι στιγμές που ξεχωρίζουν. Το 19λεπτο "All The Seats Were Occupied", που είναι αποτέλεσμα μανιώδους τζαμαρίσματος των Aphrodite's Child, και το «οργασμικό» "Infinity" που δεν είναι άλλο από την ερμηνεία της Ειρήνης Παππά με σεξουαλικές αναφορές, συνοδεία των κρουστών που παίζει ο Παπαθανασίου. Σαν ειρωνικό αστείο, μετά τον ορυμαγδό που προηγήθηκε, ο δίσκος κλείνει με το μελό "Break".
Όταν οι ηχογραφήσεις παραδόθηκαν στη δισκογραφική εταιρία, δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι υπεύθυνοι έπαθαν σοκ. Τόσο το πρωτοπόρο μουσικό και στιχουργικό περιεχόμενο όσο και το προκλητικό "Infinity" αποτέλεσαν σημεία τριβής με τον μουσικό εγκέφαλο του συγκροτήματος, που δεν συναίνεσε να αλλάξει ούτε νότα. Τελικά, και με καθυστέρηση σχεδόν δύο ετών, ο δίσκος κυκλοφορεί (την ίδια μέρα με το ανέβασμα του "Jesus Christ Superstar" στο Λονδίνο μάλιστα!) και εντυπωσιάζει. Υπήρξαν όμως και αρκετές αντιδράσεις, οι περισσότερες για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, συν έναν απρόσμενο. Ο αστεϊσμός του συγκροτήματος με τη φράση «recorded under the influence of Sahlep» οδηγεί κάποιους να μιλάνε για χρήση ναρκωτικών και άλλους, πιο φαντασιόπληκτους, για την επήρεια κάποιου δαίμονα! Φυσικά το Sahlep δεν είναι άλλο από το ρόφημα σαλέπι. Η όλη παράνοια γύρω από το δίσκο και τη θεματική του, έφτασε να περιλαμβάνει και τον ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί, ο οποίος εντυπωσιασμένος από την καλλιτεχνική ματιά των Aphrodite’s Child τους προτείνει να φιλοτεχνήσει το εξώφυλλο του δίσκου και να τους βοηθήσει να στήσουν μία σουρεαλιστική παράσταση. Και τα δύο απορρίπτονται από την εταιρία τους.
Δυστυχώς αυτή η καθυστέρηση συνετέλεσε στο να απομακρυνθούν σταδιακά τα μέλη του συγκροτήματος αναζητώντας τις δικές τους μουσικές κατευθύνσεις. Ο Παπαθανασίου θα αλλάξει το όνομά του σε σκέτο Vangelis και θα γίνει ένας κορυφαίος new age πρωτοπόρος των synthesizer ενώ ο Ντέμης Ρούσσος θα κυκλοφορήσει μία σειρά προσωπικών δίσκων από τους οποίους μόνο ο πρώτος είναι άξιος συνεχιστής των Aphrodite’s Child, πριν αναλωθεί σταδιακά σε ένα απαίσιο φολκλόρ για Γερμανούς τουρίστες. Οι Κουλούρης και Σιδεράς, πέρα από συμμετοχές στους δίσκους των άλλων δύο, θα έχουν πιο περιορισμένη δισκογραφία που συνήθως έμενε στα στενά πλαίσια της ελληνικής ή γαλλικής αγοράς. Ο δεύτερος όμως μέχρι και σήμερα εμφανίζεται σε σκηνές της Αθήνας και ηχογραφεί. Ανεξάρτητα με την μετέπειτα πορεία των συντελεστών του, το "666" με τα χρόνια αποκτά όλο και μεγαλύτερη φήμη, με τα αφιερώματα και τις αναφορές σε αυτό να το εκθειάζουν θεωρώντας το έναν από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του εκτός Βρετανίας prog rock και όχι μόνο.
Η ιστορία ξεκινάει το 1967 όταν ο Βαγγέλης Παπαθανασίου συγκέντρωσε γύρω του μία ομάδα μουσικών που θα μπορούσε να αποτελεί ένα άτυπο supergroup για τα δεδομένα της τότε ελληνικής σκηνής. Ο ίδιος μέλος των Forminx, πήρε μαζί του τον Ντέμη Ρούσσο, τραγουδιστή και μπασίστα από τους Idols, τον Αργύρη Κουλούρη που υπήρξε κιθαρίστας των Juniors, (ουσιαστικά τα τρία μεγαλύτερα ονόματα της εποχής που έπαιζαν ένα είδος beat και πρώιμου rock) καθώς και τον παλιό συμμαθητή του Λουκά Σιδερά στα τύμπανα για να δημιουργήσουν ένα καινούργιο συγκρότημα. Οι πρώτες τους ηχογραφήσεις ήταν ως η υποστηρικτική μπάντα του Γιώργου Ρωμανού στο άλμπουμ "In Concert & In The Studio" (1968) υπό το όνομα Vangelis & His Orchestra. Μάλιστα με αυτόν τον τρόπο κυκλοφορούν και ένα 45άρι με συνθέσεις του Ρωμανού εκτελεσμένες ορχηστρικά από τους ίδιους. Σύντομα η δικτατορία, η ελληνική μουσική φτώχια αλλά και οι φιλοδοξίες, θα τους σπρώξουν προς το εξωτερικό με σκοπό να φτάσουν στο Λονδίνο. Με μία απώλεια, αφού ο Κουλούρης έμεινε πίσω μέχρι να εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις.
Μα στάση στο Παρίσι αποδεικνύεται καθοριστική καθώς δε θα φτάσουν τελικά στη Γαλλία. Ο θρύλος θέλει και μία δεύτερη σύμπτωση να ενισχύει τη θέση τους στη γαλλική σκηνή αφού οι ντόπιοι καλλιτέχνες συμμετείχαν στις γενικές απεργίες που σύντομα ξέσπασαν μαζί με την εξέγερση του Μάη του 68 αφήνοντας έτσι χώρο στους μη συνδικαλισμένους ξένους να ...αλωνίζουν. Επίσης, υποτίθεται ότι, ενώ δεν έχει καμία σχέση με τη στιχουργική του τραγουδιού, το πρώτο single "Rain & Tears" συνειρμικά έγινε ύμνος των φοιτητών θυμίζοντάς τους τα δακρυγόνα που έπεφταν στη βροχή κατά τις διαδηλώσεις. Είτε ισχύουν τα παραπάνω είτε όχι (παραείναι καλές ιστορίες για να αφήσουμε την ευκαιρία να τις πιστέψουμε) η πραγματικότητα λέει ότι ως τρίο, οι Aphrosite's Child κατάφεραν να κατακτήσουν μία σχετική επιτυχία βασισμένοι σε ένα λυσεργικό, ψυχεδελικό flower pop στυλ, πού όφειλε πολλά τόσο στα πλήκτρα του Παπαθανασίου όσο και στην ιδιαίτερη τενόρο φωνή του Ρούσσου.
Σχεδόν δύο χρόνια και δύο άλμπουμ μετά, οι Aphrodite's Child ολοκληρώνονται με την επιστροφή του Αργύρη Κουλούρη στις τάξεις τους μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας και ενώ, εν τω μεταξύ, είχε προλάβει να συμμετάσχει σε έναν ακόμα ιστορικό δίσκο του Γιώργου Ρωμανού, τα "Δύο Μικρά Γαλάζια Άλογα". Το πόσο σημαντική θα ήταν αυτή η προσθήκη στον ήχο του συγκροτήματος, μάλλον ούτε οι ίδιοι φαντάζονταν. Βέβαια ήδη ο Παπαθανασίου είχε οραματιστεί κάτι πολύ πιο μεγαλεπήβολο για την επόμενη δουλειά τους που δεν είναι άλλο από τη μεταφορά, σε έναν διπλό concept δίσκο, της Αποκάλυψης του Ιωάννη, με τη βοήθεια του σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη στους στίχους.
Το "666", όπως ονομάστηκε τελικά, ήταν και παραμένει ένα εξαιρετικό δείγμα του πρώιμου progressive rock διεθνώς, ταυτόχρονα όμως ώριμο και ολοκληρωμένο ως έργο τέχνης, σαφώς προϊόν ενός μυαλού που, όπως θα έδειχνε και στη συνέχεια, θα έφτανε μακριά. Αν και ο ρόλος του Παπαθανασίου υπήρξε αυξημένος ακόμα και σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους τους, το ίδιο ισχύει και με τους Σιδερά και Ρούσσο σε ότι έχει να κάνει με τα όργανά τους. Αμφότεροι αποδεικνύουν ότι το πιο συντηρητικό παίξιμο των προηγούμενων άλμπουμ αδικούσε τις ικανότητές τους (αν και στο μπάσο χρειάστηκε να συμμετάσχει και ο Χάρης Χαλκίτης). Αν σε αυτό προστεθεί και η νεοεισερχόμενη κιθάρα του Κουλούρη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι στο "666" έχουμε ουσιαστικά ένα καινούργιο συγκρότημα. Ακόμα πιο ενισχυτικό είναι το γεγονός ότι η φωνή του Ρούσσου κυριαρχεί σε μόλις τρία τραγούδια, τα οποία είναι βέβαια και τα πιο ραδιοφωνικά. Κυρίως τα "Babylon" και "The Four Horsemen" αποκαλύπτουν το συγκρότημα στην πλήρη δυναμική ανάπτυξή του με όλα τα όργανα να ξεσπάνε σε εντάσεις πρωτόγνωρες για αυτούς διατηρώντας ταυτόχρονα μία αμεσότητα εκπληκτική για το είδος. Ειδικά το δεύτερο έχει κερδίσει μία απαραίτητη μνεία σε κάθε αναφορά στα σημαντικότερα prog τραγούδια και συγκεντρώνει διαρκώς όλο και μεγαλύτερη αναγνώριση εντυπωσιάζοντας με τη στοιχειωμένη του ατμόσφαιρα, τα φολκλορικά φωνητικά, τον μεθυστικό ρυθμό, την ασύλληπτη κιθάρα, την δύο-τραγούδια-σε-ένα δομή του.
Ο πρώτος δίσκος αποτελείται ακόμα από μία σειρά μικρών ορχηστρικών κομματιών που με μικρής διάρκειας θέματα προχωρούν τόσο τη μουσική όσο και την θεματική ανάπτυξη του "666". Οι λίγες μεγαλύτερης διάρκειας συνθέσεις που απομένουν και έχουν έννοια ως ξεχωριστή οντότητα, είναι το πιανιστικό "Loud, Loud Loud", το βεβαρημένο με διάφορα πλήκτρα και έντονο ρυθμό "The Lamb", το σχεδόν περιπαικτικό "The Beast" και το "Aegean Sea". Αν και όλα τους εντυπωσιακά, θα πρέπει να σταθούμε στο τελευταίο που παρουσιάζει μία πρωτοπόρα συνεργασία σε ambient βάση ανάμεσα σε Κουλούρη και Παπαθανασίου με την κιθάρα να καταφεύγει κάποια στιγμή σε μονοπάτια απίστευτου λυρισμού. Παρόμοια συνεργασία, μεταξύ Κουλούρη-Σιδερά αυτή τη φορά, σε ταχύτατους ρυθμούς παρουσιάζει το καταιγιστικό "Do It".
Ο δεύτερος δίσκος, παρότι περιλαμβάνει τραγούδια πιο «λογικής» διάρκειας, είναι ακόμα πιο πειραματικός, με πιο παράξενους ρυθμούς, διάφορα όργανα και ηχητικά εφέ. Ξεκινάει ουσιαστικά με το δύσπεπτο jazz rock-fusion του "Altamont" ενώ στο άλλο άκρο συναντάμε το πολύ ευχάριστο "Hic And Nunc" που τραγουδάει ο Ρούσσος. Στην πραγματικότητα, όμως, δύο είναι οι στιγμές που ξεχωρίζουν. Το 19λεπτο "All The Seats Were Occupied", που είναι αποτέλεσμα μανιώδους τζαμαρίσματος των Aphrodite's Child, και το «οργασμικό» "Infinity" που δεν είναι άλλο από την ερμηνεία της Ειρήνης Παππά με σεξουαλικές αναφορές, συνοδεία των κρουστών που παίζει ο Παπαθανασίου. Σαν ειρωνικό αστείο, μετά τον ορυμαγδό που προηγήθηκε, ο δίσκος κλείνει με το μελό "Break".
Όταν οι ηχογραφήσεις παραδόθηκαν στη δισκογραφική εταιρία, δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι υπεύθυνοι έπαθαν σοκ. Τόσο το πρωτοπόρο μουσικό και στιχουργικό περιεχόμενο όσο και το προκλητικό "Infinity" αποτέλεσαν σημεία τριβής με τον μουσικό εγκέφαλο του συγκροτήματος, που δεν συναίνεσε να αλλάξει ούτε νότα. Τελικά, και με καθυστέρηση σχεδόν δύο ετών, ο δίσκος κυκλοφορεί (την ίδια μέρα με το ανέβασμα του "Jesus Christ Superstar" στο Λονδίνο μάλιστα!) και εντυπωσιάζει. Υπήρξαν όμως και αρκετές αντιδράσεις, οι περισσότερες για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, συν έναν απρόσμενο. Ο αστεϊσμός του συγκροτήματος με τη φράση «recorded under the influence of Sahlep» οδηγεί κάποιους να μιλάνε για χρήση ναρκωτικών και άλλους, πιο φαντασιόπληκτους, για την επήρεια κάποιου δαίμονα! Φυσικά το Sahlep δεν είναι άλλο από το ρόφημα σαλέπι. Η όλη παράνοια γύρω από το δίσκο και τη θεματική του, έφτασε να περιλαμβάνει και τον ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί, ο οποίος εντυπωσιασμένος από την καλλιτεχνική ματιά των Aphrodite’s Child τους προτείνει να φιλοτεχνήσει το εξώφυλλο του δίσκου και να τους βοηθήσει να στήσουν μία σουρεαλιστική παράσταση. Και τα δύο απορρίπτονται από την εταιρία τους.
Δυστυχώς αυτή η καθυστέρηση συνετέλεσε στο να απομακρυνθούν σταδιακά τα μέλη του συγκροτήματος αναζητώντας τις δικές τους μουσικές κατευθύνσεις. Ο Παπαθανασίου θα αλλάξει το όνομά του σε σκέτο Vangelis και θα γίνει ένας κορυφαίος new age πρωτοπόρος των synthesizer ενώ ο Ντέμης Ρούσσος θα κυκλοφορήσει μία σειρά προσωπικών δίσκων από τους οποίους μόνο ο πρώτος είναι άξιος συνεχιστής των Aphrodite’s Child, πριν αναλωθεί σταδιακά σε ένα απαίσιο φολκλόρ για Γερμανούς τουρίστες. Οι Κουλούρης και Σιδεράς, πέρα από συμμετοχές στους δίσκους των άλλων δύο, θα έχουν πιο περιορισμένη δισκογραφία που συνήθως έμενε στα στενά πλαίσια της ελληνικής ή γαλλικής αγοράς. Ο δεύτερος όμως μέχρι και σήμερα εμφανίζεται σε σκηνές της Αθήνας και ηχογραφεί. Ανεξάρτητα με την μετέπειτα πορεία των συντελεστών του, το "666" με τα χρόνια αποκτά όλο και μεγαλύτερη φήμη, με τα αφιερώματα και τις αναφορές σε αυτό να το εκθειάζουν θεωρώντας το έναν από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του εκτός Βρετανίας prog rock και όχι μόνο.