Η Κατερίνα -αν και παρουσιάζει έντονη τάση να ροκάρει- παραμένει φίλος πολλών διαφορετικών ειδών μουσικής. Με αρχικό στόχο την alt americana από το Denver (sic), μόνο γι' αυτήν δε γράφει, αφού εστιάζει...
The GOASTT
Midnight Sun
Chimera Music (2014)
Από την Κατερίνα Μυτιληναίου, 20/06/2014
Μία διαγαλαξιακή, ρομαντική μουσική απόδραση στις παλιές καλές μέρες του rock
Ο τέταρτος κι όμως μόλις ο «πρώτος πραγματικός δίσκος» του ντουέτου, όπως παραδέχτηκε και η ίδια η Charlotte Kemp Muhl, σε συνέντευξή της στο North Shore News κι έχει απόλυτο δίκιο. Το "Midnight Sun" όντως φαίνεται να είναι η σοβαρότερη και πιο ολοκληρωμένη μουσικά δισκογραφική προσπάθεια του Sean Lennon και της πολυτάλαντης συντρόφου του.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα απ' την αρχή, όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2004, όταν ο Sean γνώρισε την Charlotte σε κάποιο μουσικό φεστιβάλ. Οι δυο τους έγιναν ζευγάρι και τέσσερα χρόνια μετά, αποφάσισαν να σχηματίσουν το μουσικό δίδυμο The Ghost Of A Saber Tooth Tiger και να ενώσουν τα μουσικά τους ταλέντα. Πολλές φορές από τότε έχουν παραλληλιστεί -ατυχώς- με το δίδυμο John / Yoko. Αρκετά όμως μ' αυτά, τον λόγο έχουν τα τραγούδια!
Ξεχάστε ό,τι ξέρατε για την μπάντα· αυτός ο δίσκος είναι rock! Τίποτα δεν θυμίζει τους avant-garde πειραματισμούς και τις αμφιλεγόμενες underground ακροβασίες του παρελθόντος. Ο "Ήλιος Του Μεσονυχτίου" ανατέλλει στο αστερισμό ενός supertronic χιπισμού, ρίχνοντας τις ακτίνες του σε πολλά διαφορετικά ηχοτοπία που οφείλονται στις πλούσιες επιρροές των δύο δημιουργών του: από λανθάνον trip-hop και hi-fi shoegaze (προφανώς δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, αλλά αν υπήρχε, θα ακουγόταν κάπως έτσι) μέχρι Pink Floyd, Led Zeppelin, Deep Purple -στα βαριά ντραμς και πλήκτρα του οργιώδους "Too Deep" που ανοίγει τον δίσκο- και φυσικά πρώιμους Beatles. Δώδεκα ανθηρές συνθέσεις που συμπαρασύρουν τον ανυποψίαστο ακροατή σε μία διαγαλαξιακή ρομαντική απόδραση με υπερσύγχρονο αστρόπλοιο στις παλιές καλές μέρες. Η παραγωγή έχει γίνει από τον μεγάλο μάστορα Dave Fridmann (Tame Impala, Flaming Lips) σε πραγματικό στούντιο της Νέας Υόρκης (όχι στο σαλόνι / υπόγειο / w.c. του Sean) και η διαφορά στον ήχο της μπάντας είναι παραπάνω από αισθητή. Η γλυκιά χροιά της Charlotte αποδεικνύεται ιδανική για να μας ταξιδέψει με ρετρό διάθεση σε ένα ηλεκτρικό μέλλον, ενώ ο Sean φαίνεται να έχει βρει τα νερά του και αρχίζει να ανακαλεί την κυτταρική του μνήμη. Κάθε στιγμή του άλμπουμ κρύβει εθιστικές pop μελωδίες που γίνονται αντιληπτές με τις πολλές ακροάσεις και ο δίσκος ακούγεται στο σύνολό του με αξιοζήλευτη ευκολία, παρά τα ψυχεδελικά του στοιχεία.
Ξεχωρίζω το "Johannesburg", για την παρόρμηση να βρεθούμε στο κοντινότερο αεροδρόμιο που μας ξυπνά, το απελευθερωτικό "Animals" και την αποπλανητική, βαθιά συναισθηματική διασκευή της μπαλάντας "Golden Earring" της Peggy Lee. Στις προοδευτικά αναδυόμενες μελωδικές γραμμές του "Last Call" υπήρξαν έντονες στιγμές που ήρθαμε υποχρεωτικά σε επαφή με το πνεύμα και την φωνή του John Lennon. Τέλος, στο αφηγηματικό "Don't Look Back Orpheus" ακολουθούμε ξανά τον μυθικό Ορφέα, γιο της μούσας Καλλιόπης, στο ταξίδι του στον Κάτω Κόσμο, με έντονες αναφορές στον Μ.Χατζιδάκι (βλ. "Reflections" - "Dedication"). Έχω την αίσθηση ότι η αγάπη μου προς αυτόν τον δίσκο θα μεγαλώνει με τον καιρό κι αυτό από μόνο του είναι κάτι.
Για το τέλος, θα σας εκμυστηρευτώ κάτι που πιστεύω θα έκανε τον Sean -που χρόνια τώρα αγωνίζεται να ξεφύγει απ' τη βαριά σκιά της καλλιτεχνικής σφραγίδας του πατέρα του- πολύ δικαιωμένο: όταν πρωτοέπεσε ο δίσκος στα χέρια μου, τον άκουσα χωρίς να δώσω την παραμικρή σημασία στα credits και, προτού προλάβω να συνειδητοποιήσω τη σχέση των GOASTT με τον αείμνηστο Lennon, αποφάσισα πως είναι εξαιρετικό και σπάνιο δείγμα του πώς θα έπρεπε να ακούγονται σήμερα οι '60s και '70s ήχοι, σαν ζωντανό και εξελισσόμενο μέρος του rock. Αυτά για την Ιστορία. Και η μουσική συνεχίζεται.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα απ' την αρχή, όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2004, όταν ο Sean γνώρισε την Charlotte σε κάποιο μουσικό φεστιβάλ. Οι δυο τους έγιναν ζευγάρι και τέσσερα χρόνια μετά, αποφάσισαν να σχηματίσουν το μουσικό δίδυμο The Ghost Of A Saber Tooth Tiger και να ενώσουν τα μουσικά τους ταλέντα. Πολλές φορές από τότε έχουν παραλληλιστεί -ατυχώς- με το δίδυμο John / Yoko. Αρκετά όμως μ' αυτά, τον λόγο έχουν τα τραγούδια!
Ξεχάστε ό,τι ξέρατε για την μπάντα· αυτός ο δίσκος είναι rock! Τίποτα δεν θυμίζει τους avant-garde πειραματισμούς και τις αμφιλεγόμενες underground ακροβασίες του παρελθόντος. Ο "Ήλιος Του Μεσονυχτίου" ανατέλλει στο αστερισμό ενός supertronic χιπισμού, ρίχνοντας τις ακτίνες του σε πολλά διαφορετικά ηχοτοπία που οφείλονται στις πλούσιες επιρροές των δύο δημιουργών του: από λανθάνον trip-hop και hi-fi shoegaze (προφανώς δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, αλλά αν υπήρχε, θα ακουγόταν κάπως έτσι) μέχρι Pink Floyd, Led Zeppelin, Deep Purple -στα βαριά ντραμς και πλήκτρα του οργιώδους "Too Deep" που ανοίγει τον δίσκο- και φυσικά πρώιμους Beatles. Δώδεκα ανθηρές συνθέσεις που συμπαρασύρουν τον ανυποψίαστο ακροατή σε μία διαγαλαξιακή ρομαντική απόδραση με υπερσύγχρονο αστρόπλοιο στις παλιές καλές μέρες. Η παραγωγή έχει γίνει από τον μεγάλο μάστορα Dave Fridmann (Tame Impala, Flaming Lips) σε πραγματικό στούντιο της Νέας Υόρκης (όχι στο σαλόνι / υπόγειο / w.c. του Sean) και η διαφορά στον ήχο της μπάντας είναι παραπάνω από αισθητή. Η γλυκιά χροιά της Charlotte αποδεικνύεται ιδανική για να μας ταξιδέψει με ρετρό διάθεση σε ένα ηλεκτρικό μέλλον, ενώ ο Sean φαίνεται να έχει βρει τα νερά του και αρχίζει να ανακαλεί την κυτταρική του μνήμη. Κάθε στιγμή του άλμπουμ κρύβει εθιστικές pop μελωδίες που γίνονται αντιληπτές με τις πολλές ακροάσεις και ο δίσκος ακούγεται στο σύνολό του με αξιοζήλευτη ευκολία, παρά τα ψυχεδελικά του στοιχεία.
Ξεχωρίζω το "Johannesburg", για την παρόρμηση να βρεθούμε στο κοντινότερο αεροδρόμιο που μας ξυπνά, το απελευθερωτικό "Animals" και την αποπλανητική, βαθιά συναισθηματική διασκευή της μπαλάντας "Golden Earring" της Peggy Lee. Στις προοδευτικά αναδυόμενες μελωδικές γραμμές του "Last Call" υπήρξαν έντονες στιγμές που ήρθαμε υποχρεωτικά σε επαφή με το πνεύμα και την φωνή του John Lennon. Τέλος, στο αφηγηματικό "Don't Look Back Orpheus" ακολουθούμε ξανά τον μυθικό Ορφέα, γιο της μούσας Καλλιόπης, στο ταξίδι του στον Κάτω Κόσμο, με έντονες αναφορές στον Μ.Χατζιδάκι (βλ. "Reflections" - "Dedication"). Έχω την αίσθηση ότι η αγάπη μου προς αυτόν τον δίσκο θα μεγαλώνει με τον καιρό κι αυτό από μόνο του είναι κάτι.
Για το τέλος, θα σας εκμυστηρευτώ κάτι που πιστεύω θα έκανε τον Sean -που χρόνια τώρα αγωνίζεται να ξεφύγει απ' τη βαριά σκιά της καλλιτεχνικής σφραγίδας του πατέρα του- πολύ δικαιωμένο: όταν πρωτοέπεσε ο δίσκος στα χέρια μου, τον άκουσα χωρίς να δώσω την παραμικρή σημασία στα credits και, προτού προλάβω να συνειδητοποιήσω τη σχέση των GOASTT με τον αείμνηστο Lennon, αποφάσισα πως είναι εξαιρετικό και σπάνιο δείγμα του πώς θα έπρεπε να ακούγονται σήμερα οι '60s και '70s ήχοι, σαν ζωντανό και εξελισσόμενο μέρος του rock. Αυτά για την Ιστορία. Και η μουσική συνεχίζεται.