Αντιλαμβάνεται τη μουσική άλλοτε ως μια εναλλακτική γέφυρα επικοινωνίας, άλλοτε ως ένα θέαμα βγαλμένο από το θέατρο των ονείρων κι άλλοτε ως έναν πόνο που οφείλει να βιώσει αναζητώντας μια κάποια λύτρωση....
Mastodon
Once More 'Round The Sun
Warner Bros. (2014)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 18/06/2014
Περνώντας από θάλασσες, βουνά και ουρανούς, το σπουδαίο μουσικό ταξίδι των Mastodon φτάνει στον ήλιο και συνεχίζει να συναρπάζει
Υπάρχουν συγκεκριμένοι τρόποι με τους οποίους μπορεί να εντυπωσιάσει το μουσικό κοινό μια αναγνωρισμένη μπάντα, όπως οι Mastodon, στο έκτο full length άλμπουμ της και έχοντας επιτύχει πράγματα που ελάχιστοι σύγχρονοί τους έχουν κάνει.
Ένας τρόπος είναι να αλλάξει δραστικά το ύφος της, να κινηθεί προς ανεξερεύνητα μονοπάτια, όπως πχ έκανε το 2009 με το ανυπέρβλητο "Crack The Skye". Ένας άλλος τρόπος είναι να γράψει instant hits όπως το "Curl Of The Burl" κι άλλα τραγούδια που εμπεριέχονται στο επίσης εξαίσιο "The Hunter". Ένας τρίτος τρόπος είναι να δηλώσουν πως ανακαλύπτουν εκ νέου το παρελθόν τους και να επιστρέψουν σε προσεγγίσεις παλιότερων δουλειών, κάτι που θα ενθουσίαζε μια μερίδα των οπαδών, που «αναζητά τη μαγεία του πρώτου άλμπουμ που άκουσε» από την αγαπημένη της μπάντα (αγνοώντας ότι τότε μπορεί να ήταν 12 ή 15 ετών).
Η τρίτη επιλογή, πέραν από λάθος και κοντόφθαλμη τη δεδομένη χρονική στιγμή, είναι μια καβάτζα που πιθανώς θα χρησιμοποιήσουν και οι Mastodon σε μερικά χρόνια, όταν θα έχουν στερέψει από ιδέες, δημιουργικότητα και καλώς εννοούμενη τρέλα. Παρ' όλα αυτά, στο "Once More 'Round The Sun" οι Mastodon δεν ακολουθούν ούτε κάποια από τις άλλες δυο προσεγγίσεις, με αποτέλεσμα το σύνολό του σε πρώτη επαφή να μοιάζει κατώτερο των προκατόχων του και πιθανότατα να είναι. Όμως, από εκεί και πέρα, δυσκολεύομαι να βρω κάτι επιπρόσθετο για να προσάψω ως αρνητικό σε αυτό το άλμπουμ.
Πρόκειται για μια δουλειά, στην οποία υπάρχουν όλα τα βασικά δομικά στοιχεία που έχουν καταστήσει τους Mastodon ως μια από τις ηγετικές σύγχρονες metal μπάντες. Σπουδαία riff, εν γένει εξαιρετική κιθαριστική δουλειά, μη προβλεπόμενο και ενθουσιώδες drumming, μικρές δόσεις ψυχεδέλειας και φυσικά οι εναλλαγές στα φωνητικά, από τον επιβλητικό Troy Sanders, στον ένρινα ειρωνικό Brent Hinds και στα μελωδικά μέρη του Brann Dailor. Όσο κι αν ο τομέας της ερμηνείας των φωνητικών συνεχίζει να αποτελεί το μεγάλο αγκάθι των ζωντανών τους εμφανίσεων, στο στούντιο εξελίσσεται σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, τόσο λόγω των εμπνευσμένων και σωστά τοποθετημένων γραμμών, όσο και της ποικιλομορφίας που παρέχουν οι τρεις ερμηνευτές της μπάντας.
Μιλώντας νωρίτερα για instant hits, ένα τέτοιο είναι το φοβερό "Motherload" για το οποίο είναι υπεύθυνος κυρίως ο Dailor και η φωνητική του ερμηνεία, σε μια σύνθεση με σπουδαίο refrain. Αντίστοιχα, το "High Road", πέραν του «περήφανου riff» του, έχει τα επιβλητικά φωνητικά του Sanders και το "Chimes At Midnight" χαρακτηρίζεται από την πειραγμένη ερμηνεία του Hinds στο refrain. Οι τρεις προαναφερθείσες στιγμές, μαζί με το εναρκτήριο "Tread Lightly" έχω την αίσθηση πως αποτελούν και τις πιο άμεσα εντυπωσιακές στιγμές του άλμπουμ, τις αιχμές του.
Παράλληλα, υπάρχει ψυχεδέλεια στο "Asleep In The Deep", αμεσότητα στο "Feast Your Eyes" και sing-along refrain στο "Ember City", αλλά ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται σε τρεις ακόμα συνθέσεις. Πρώτη εξ' αυτών, το "Aunt Lisa", στην οποία η μπάντα πιθανώς να παίζει λίγο με τα νεύρα των πιο συντηρητικών οπαδών της, κλείνοντας το τραγούδι με φωνητικά από μαζορέτες (στο στυλ του "Be Aggressive" των Faith No More, από το έπος "Angel Dust") κάτι που για μένα ταιριάζει σούπερ, σε μια κατά τα λοιπά χαρακτηριστική και όμορφα πειραγμένη σύνθεση, με τη σφραγίδα του Hinds. Εν συνεχεία, ο καλπάζων ρυθμός του "Halloween" δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης και σε παρασέρνει μαζί του και τέλος το "Diamond In The Witch House" αποτελεί την πιο μεγάλη σε διάρκεια και πιο επική στιγμή του δίσκου, αρκετά mid tempo και με αρκετά χαρακτηριστικά από προηγούμενες δουλειές της μπάντας, κλείνοντας ιδανικά το άλμπουμ.
Είναι άξιο θαυμασμού πως οι Mastodon κατάφεραν να βγάλουν ένα ακόμα σπουδαίο άλμπουμ, χωρίς να μείνουν στάσιμοι, χωρίς να επαναλάβουν του εαυτούς τους, αλλά και χωρίς να προσπαθήσουν να παρουσιάσουν κάτι ρηξικέλευθο. Ενδεχομένως, έχει να κάνει με το ότι η μπάντα έχει χτίσει ένα γερό μουσικό χαρακτήρα και κινείται σωστά γύρω από αυτόν, αλλά εν τέλει ποσώς με ενδιαφέρει, ειδικά όσο η κάθε ακρόαση του "Once More 'Round The Sun" συνεχίζει να είναι ενδιαφέρουσα και απολαυστική.
Παρ' όλο που δύσκολα θα αποτελέσει το αγαπημένο άλμπουμ κάποιου οπαδού της μπάντας και παρά το γεγονός πως υπολείπεται σε κάποια συγκεκριμένα επίπεδα των προκατόχων του, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα ανταμείψει όσους του εμπιστευτούν ακροάσεις και θα ικανοποιήσει την πλειονότητα αυτών. Διακατέχεται στο σύνολό του από την ποιότητα που χαρακτηρίζει όλες τις στούντιο δουλειές των Mastodon κι αυτό το στοιχείο από μόνο του αρκεί για να το κατατάξει ψηλά, καθώς το μουσικό τους ταξίδι συνεχίζει να είναι συναρπαστικό.
Ένας τρόπος είναι να αλλάξει δραστικά το ύφος της, να κινηθεί προς ανεξερεύνητα μονοπάτια, όπως πχ έκανε το 2009 με το ανυπέρβλητο "Crack The Skye". Ένας άλλος τρόπος είναι να γράψει instant hits όπως το "Curl Of The Burl" κι άλλα τραγούδια που εμπεριέχονται στο επίσης εξαίσιο "The Hunter". Ένας τρίτος τρόπος είναι να δηλώσουν πως ανακαλύπτουν εκ νέου το παρελθόν τους και να επιστρέψουν σε προσεγγίσεις παλιότερων δουλειών, κάτι που θα ενθουσίαζε μια μερίδα των οπαδών, που «αναζητά τη μαγεία του πρώτου άλμπουμ που άκουσε» από την αγαπημένη της μπάντα (αγνοώντας ότι τότε μπορεί να ήταν 12 ή 15 ετών).
Η τρίτη επιλογή, πέραν από λάθος και κοντόφθαλμη τη δεδομένη χρονική στιγμή, είναι μια καβάτζα που πιθανώς θα χρησιμοποιήσουν και οι Mastodon σε μερικά χρόνια, όταν θα έχουν στερέψει από ιδέες, δημιουργικότητα και καλώς εννοούμενη τρέλα. Παρ' όλα αυτά, στο "Once More 'Round The Sun" οι Mastodon δεν ακολουθούν ούτε κάποια από τις άλλες δυο προσεγγίσεις, με αποτέλεσμα το σύνολό του σε πρώτη επαφή να μοιάζει κατώτερο των προκατόχων του και πιθανότατα να είναι. Όμως, από εκεί και πέρα, δυσκολεύομαι να βρω κάτι επιπρόσθετο για να προσάψω ως αρνητικό σε αυτό το άλμπουμ.
Πρόκειται για μια δουλειά, στην οποία υπάρχουν όλα τα βασικά δομικά στοιχεία που έχουν καταστήσει τους Mastodon ως μια από τις ηγετικές σύγχρονες metal μπάντες. Σπουδαία riff, εν γένει εξαιρετική κιθαριστική δουλειά, μη προβλεπόμενο και ενθουσιώδες drumming, μικρές δόσεις ψυχεδέλειας και φυσικά οι εναλλαγές στα φωνητικά, από τον επιβλητικό Troy Sanders, στον ένρινα ειρωνικό Brent Hinds και στα μελωδικά μέρη του Brann Dailor. Όσο κι αν ο τομέας της ερμηνείας των φωνητικών συνεχίζει να αποτελεί το μεγάλο αγκάθι των ζωντανών τους εμφανίσεων, στο στούντιο εξελίσσεται σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, τόσο λόγω των εμπνευσμένων και σωστά τοποθετημένων γραμμών, όσο και της ποικιλομορφίας που παρέχουν οι τρεις ερμηνευτές της μπάντας.
Μιλώντας νωρίτερα για instant hits, ένα τέτοιο είναι το φοβερό "Motherload" για το οποίο είναι υπεύθυνος κυρίως ο Dailor και η φωνητική του ερμηνεία, σε μια σύνθεση με σπουδαίο refrain. Αντίστοιχα, το "High Road", πέραν του «περήφανου riff» του, έχει τα επιβλητικά φωνητικά του Sanders και το "Chimes At Midnight" χαρακτηρίζεται από την πειραγμένη ερμηνεία του Hinds στο refrain. Οι τρεις προαναφερθείσες στιγμές, μαζί με το εναρκτήριο "Tread Lightly" έχω την αίσθηση πως αποτελούν και τις πιο άμεσα εντυπωσιακές στιγμές του άλμπουμ, τις αιχμές του.
Παράλληλα, υπάρχει ψυχεδέλεια στο "Asleep In The Deep", αμεσότητα στο "Feast Your Eyes" και sing-along refrain στο "Ember City", αλλά ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται σε τρεις ακόμα συνθέσεις. Πρώτη εξ' αυτών, το "Aunt Lisa", στην οποία η μπάντα πιθανώς να παίζει λίγο με τα νεύρα των πιο συντηρητικών οπαδών της, κλείνοντας το τραγούδι με φωνητικά από μαζορέτες (στο στυλ του "Be Aggressive" των Faith No More, από το έπος "Angel Dust") κάτι που για μένα ταιριάζει σούπερ, σε μια κατά τα λοιπά χαρακτηριστική και όμορφα πειραγμένη σύνθεση, με τη σφραγίδα του Hinds. Εν συνεχεία, ο καλπάζων ρυθμός του "Halloween" δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης και σε παρασέρνει μαζί του και τέλος το "Diamond In The Witch House" αποτελεί την πιο μεγάλη σε διάρκεια και πιο επική στιγμή του δίσκου, αρκετά mid tempo και με αρκετά χαρακτηριστικά από προηγούμενες δουλειές της μπάντας, κλείνοντας ιδανικά το άλμπουμ.
Είναι άξιο θαυμασμού πως οι Mastodon κατάφεραν να βγάλουν ένα ακόμα σπουδαίο άλμπουμ, χωρίς να μείνουν στάσιμοι, χωρίς να επαναλάβουν του εαυτούς τους, αλλά και χωρίς να προσπαθήσουν να παρουσιάσουν κάτι ρηξικέλευθο. Ενδεχομένως, έχει να κάνει με το ότι η μπάντα έχει χτίσει ένα γερό μουσικό χαρακτήρα και κινείται σωστά γύρω από αυτόν, αλλά εν τέλει ποσώς με ενδιαφέρει, ειδικά όσο η κάθε ακρόαση του "Once More 'Round The Sun" συνεχίζει να είναι ενδιαφέρουσα και απολαυστική.
Παρ' όλο που δύσκολα θα αποτελέσει το αγαπημένο άλμπουμ κάποιου οπαδού της μπάντας και παρά το γεγονός πως υπολείπεται σε κάποια συγκεκριμένα επίπεδα των προκατόχων του, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα ανταμείψει όσους του εμπιστευτούν ακροάσεις και θα ικανοποιήσει την πλειονότητα αυτών. Διακατέχεται στο σύνολό του από την ποιότητα που χαρακτηρίζει όλες τις στούντιο δουλειές των Mastodon κι αυτό το στοιχείο από μόνο του αρκεί για να το κατατάξει ψηλά, καθώς το μουσικό τους ταξίδι συνεχίζει να είναι συναρπαστικό.