Πιστεύει ακράδαντα ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής, η καλή και η κακή. Σχολιάζει και από τα δύο στις σελίδες του Rocking.gr, αν και οι κακές γλώσσες λένε ότι γράφει κυρίως για ό,τι είναι ή μοιάζει...
Όσοι διαβάζετε συστηματικά μουσικά περιοδικά, έντυπα ή ηλεκτρονικά, θα έχετε καταλάβει ότι ένα από τα άγχη των συντακτών μέσα στη χρονιά είναι να εντοπίσουν τους δίσκους που θα αποτελέσουν τη λίστα με τα καλύτερα της χρονιάς ώστε να είναι αυτή όσο πιο πλήρης και ακριβοδίκαιη γίνεται. Γεγονός βεβαίως που μάλλον δεν αφορά κανέναν άλλον και που φυσικά είναι αδύνατον να πετύχεις. Γιατί πάντα θα βρεθεί (τουλάχιστον) ένας δίσκος που θα ακούσεις στο τέλος της χρονιάς, θα σε συναρπάσει και θα εύχεσαι να τον είχες συμπεριλάβει.
Στη δική μου φετινή περίπτωση ένας από αυτούς είναι το "Legacy". Αν και ήταν στα «προς ακρόαση» από καιρό, μόλις πρόσφατα μου αποκαλύφθηκε ο μαγικός του κόσμος. Για να ξεμπερδέψουμε (;) με τις ταμπέλες, οι Hypnos 69 παίζουν ένα μίγμα progressive με ψυχεδελικά στοιχεία, που είναι φιλικό προς το stoner, έχει space περάσματα, τις συνήθεις Floyd αλλά και Canterbury επιρροές, jazz ρυθμούς και folk ηχοχρώματα. Και τέλος πάντων πώς να μην τους αγαπήσεις όταν στα όργανα που χρησιμοποιούνται συγκαταλέγεται, πέρα από τα τυπικά (!) mellotron, hammond, φλάουτο κτλ., και το Theremin;
Ό,τι χρειάζεται να ξέρεις για αυτούς τους Βέλγους σου το λέει το εναρκτήριο 17λεπτο έπος "Requiem (For A Dying Creed)". Σε αυτή τη σύνθεση ξεδιπλώνουν όλο τους το ταλέντο σε μία άψογη συρραφή ιδεών, όπου η ατμόσφαιρα εναλλάσσεται με τη σκληράδα. Εδώ θα βρείτε τους Camel που πάντα ψάχνατε σε κιθάρα και πλήκτρα, εδώ θα βρείτε και μία φωνή που, άλλοτε ειρωνική, άλλοτε μελαγχολική, πάντα όμως στην κορυφή της εκφραστικότητας, καταφέρνει το δύσκολο έργο του να είναι εξίσου ζωτικό κομμάτι στον οργανισμό που λέγεται Hypnos 69.
Η συνέχεια στέκεται συνήθως στα ίδια υψηλά επίπεδα, με την εποχή "Starless And Bible Black" των King Crimson να αντηχείται στο "An Aerial Architect" ή τη φοβερή μπαλάντα "My Journey To The Stars" να δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις κιθάρες, με το hammond απλώς να «σχολιάζει» και το φλάουτο να βάζει το κερασάκι στην τούρτα. Το "The Sad Destiny We Lament" πνίγει τόνους μελαγχολίας σε πολλά επίπεδα synthesizers και, αν και στην πρώτη ακρόαση μοιάζει αδύναμο, τελικά σε κερδίζει.
Στο "Empty Hourglass" φαίνεται προς στιγμήν ότι δεν έχουν κάτι καινούργιο να πουν, μέχρι που στο τρίλεπτο αναλαμβάνει το σαξόφωνο και το groovy μπάσο να αλλάξουν την κατάσταση και να παίξουν με το μυαλό σου ακριβώς όπως θα ήθελες για τα επόμενα οκτώ λεπτά της διάρκειάς του. Μικρή παύση με το "Jerusalem", που αποτυπώνει μουσικά την πολυπολιτισμική φύση της συγκεκριμένης πόλης, αλλά είναι ίσως και το μόνο που τραβάει λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Τέλος, το "The Great Work" ανακεφαλαιώνει τα προηγούμενα, επαναφέροντας στο προσκήνιο τους λυρικούς τόνους της κιθάρας, στους οποίους τόση αδυναμία έχω, αλλά και επιδίδεται σε πιο αφηρημένες μουσικές φόρμες, όπου τα πνευστά (φλάουτο - σαξόφωνο) κυριαρχούν.
Και όλα αυτά σε ένα υπέροχο εξώφυλλο!
Αποκτήστε το και θα εύχεστε να είχατε περισσότερα αυτιά να ακούτε.
Στη δική μου φετινή περίπτωση ένας από αυτούς είναι το "Legacy". Αν και ήταν στα «προς ακρόαση» από καιρό, μόλις πρόσφατα μου αποκαλύφθηκε ο μαγικός του κόσμος. Για να ξεμπερδέψουμε (;) με τις ταμπέλες, οι Hypnos 69 παίζουν ένα μίγμα progressive με ψυχεδελικά στοιχεία, που είναι φιλικό προς το stoner, έχει space περάσματα, τις συνήθεις Floyd αλλά και Canterbury επιρροές, jazz ρυθμούς και folk ηχοχρώματα. Και τέλος πάντων πώς να μην τους αγαπήσεις όταν στα όργανα που χρησιμοποιούνται συγκαταλέγεται, πέρα από τα τυπικά (!) mellotron, hammond, φλάουτο κτλ., και το Theremin;
Ό,τι χρειάζεται να ξέρεις για αυτούς τους Βέλγους σου το λέει το εναρκτήριο 17λεπτο έπος "Requiem (For A Dying Creed)". Σε αυτή τη σύνθεση ξεδιπλώνουν όλο τους το ταλέντο σε μία άψογη συρραφή ιδεών, όπου η ατμόσφαιρα εναλλάσσεται με τη σκληράδα. Εδώ θα βρείτε τους Camel που πάντα ψάχνατε σε κιθάρα και πλήκτρα, εδώ θα βρείτε και μία φωνή που, άλλοτε ειρωνική, άλλοτε μελαγχολική, πάντα όμως στην κορυφή της εκφραστικότητας, καταφέρνει το δύσκολο έργο του να είναι εξίσου ζωτικό κομμάτι στον οργανισμό που λέγεται Hypnos 69.
Η συνέχεια στέκεται συνήθως στα ίδια υψηλά επίπεδα, με την εποχή "Starless And Bible Black" των King Crimson να αντηχείται στο "An Aerial Architect" ή τη φοβερή μπαλάντα "My Journey To The Stars" να δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις κιθάρες, με το hammond απλώς να «σχολιάζει» και το φλάουτο να βάζει το κερασάκι στην τούρτα. Το "The Sad Destiny We Lament" πνίγει τόνους μελαγχολίας σε πολλά επίπεδα synthesizers και, αν και στην πρώτη ακρόαση μοιάζει αδύναμο, τελικά σε κερδίζει.
Στο "Empty Hourglass" φαίνεται προς στιγμήν ότι δεν έχουν κάτι καινούργιο να πουν, μέχρι που στο τρίλεπτο αναλαμβάνει το σαξόφωνο και το groovy μπάσο να αλλάξουν την κατάσταση και να παίξουν με το μυαλό σου ακριβώς όπως θα ήθελες για τα επόμενα οκτώ λεπτά της διάρκειάς του. Μικρή παύση με το "Jerusalem", που αποτυπώνει μουσικά την πολυπολιτισμική φύση της συγκεκριμένης πόλης, αλλά είναι ίσως και το μόνο που τραβάει λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Τέλος, το "The Great Work" ανακεφαλαιώνει τα προηγούμενα, επαναφέροντας στο προσκήνιο τους λυρικούς τόνους της κιθάρας, στους οποίους τόση αδυναμία έχω, αλλά και επιδίδεται σε πιο αφηρημένες μουσικές φόρμες, όπου τα πνευστά (φλάουτο - σαξόφωνο) κυριαρχούν.
Και όλα αυτά σε ένα υπέροχο εξώφυλλο!
Αποκτήστε το και θα εύχεστε να είχατε περισσότερα αυτιά να ακούτε.