Ως γνήσιο τέκνο των '80s, μεγάλωσε με Sega Master System, κάρτες «Σούπερ Ατού», Μπλεκ και φλιπεράκια. Στις αρχές των '90s μια κασέτα με το "Black Album" έπεσε στα χέρια του και του άλλαξε για πάντα...
Deep Purple
Infinite
Ένας πολύ καλός μέτριος δίσκος; Ναι ξέρω... παράδοξο
Θα είναι το "inFinite" o τελευταίος δίσκος των Deep Purple; Και αν ναι, στέκεται ως κύκνειο άσμα; Αν όχι, υπάρχει νόημα στα εβδομήντα και βάλε χρόνια τους να κυκλοφορούν δίσκους; Αυτά ήταν κάποια από τα ερωτήματα που γέμιζαν το κεφάλι μου ακούγοντας τον νέο δίσκο τους και που ανήγαγε αυτήν την κριτική σε περισσότερο φιλοσοφικό ζήτημα παρά σε καθεαυτό μουσικό, δυσκολεύοντας με πολύ να αποκτήσω μια πλήρως κατασταλαγμένη γνώμη. Ο Bob Ezrin παραμένει στην καρέκλα του παραγωγού για δεύτερη συνεχόμενη φορά, αλλά είναι αρκετό από μόνο του κάτι τέτοιο να εγγυηθεί το αποτέλεσμα;
Οι συνθέσεις του "inFinite" είναι καλοδουλεμένες. Αυτό είναι γεγονός αδιαπραγμάτευτο. Οι δομές σε κάποιες είναι απλές και πιο bluesy ή πιο πιανάτες ("One Night In Vegas"), αλλά οι πιο δυνατές στιγμές κατά την άποψή μου είναι εκείνες στις οποίες εισάγονται τα περισσότερο progressive rock στοιχεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα θα αποτελέσει το "The Surprising". Ένα τραγούδι που χτίζεται πάνω σε μια όμορφη και ήπια μελωδία πριν έρθει το κρεσέντο στο οποίο και θα πρωταγωνιστήσουν τα βαριά πλήκτρα του Airey και το τεχνικό παίξιμο του Morse για να οδηγήσουν και πάλι στο ήρεμο κλείσιμο. Παρόμοιας progressive αισθητικής είναι και το "Birds Of Pray" που μου έφερε στο μυαλό τους Rush και τους Porcupine Tree και μάλλον είναι η αγαπημένη μου σύνθεση.
Φυσικά και δεν θα δυσανασχετήσει κανείς ακούγοντας το δυναμικό και νευρώδες "Time For Bedlam" ή το όμορφο και πιο μειλίχιο "All I Got Is You", αλλά λείπει εκείνο το τραγούδι με το οποίο θα συνδέσεις το άλμπουμ και θα σου μείνει γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο. Ένα τραγούδι σαν το "Keep On Moving" ή το "Anya", ή το "Sometimes I Feel Like Screaming" αν μιλήσουμε για τους πιο αδύναμους δίσκους της καριέρας τους που όμως τους θυμάσαι γιατί περιέχουν αυτά τα τραγούδια. Η διασκευή στο "Roadhouse Blues" μου φάνηκε εντελώς αδιάφορη και δεν φταίει μόνο το γεγονός πως δεν μου αρέσουν οι Doors, αλλά το ότι είναι απλά μια χαλαρή εκτέλεση χωρίς να δίνουν κάτι το ιδιαίτερο.
Μετά από πολλές ακροάσεις, καταλήγω να θεωρώ πως στον δίσκο ξεχωρίζουν οι Morse και Airey, οι οποίοι έχουν βρει τον τρόπο να επικοινωνούν σωστά, με τα πλήκτρα να αλληλοσυμπληρώνουν και να αλληλεπιδρούν πολύ όμορφα ανά σημεία με τις κιθάρες. Από το ρυθμικό μέρος των Paice/Glover δεν περιμένεις παρά να βρίσκονται με κλειστά μάτια και αυτά που παίζουν είναι ουσιαστικότατα έστω και αν δεν σε ιντριγκάρουν στον βαθμό που συνέβαινε κάποτε. Ο (σχετικά) αδύναμος κρίκος του "inFinite" όμως είναι ο Gillan. Δεν νομίζω φυσικά πως κάποιος περίμενε από τον εβδομηντάχρονο Ian να πιάνει απόδοση παλιότερων ηχογραφήσεων - και δεν μιλάω για τις εποχές που έσκιζε τα γούφερ των ηχείων με τη φωνάρα του. Εδώ χρησιμοποιεί ένα βολικό γι' αυτόν, αλλά στενό φωνητικό εύρος, ώστε να μην εκτεθεί, αλλά δυστυχώς αυτό έχει ως συνέπεια να αφαιρεί πόντους από το συνολικό αποτέλεσμα αφού συνήθως χάνεται η όποια δυναμική των συνθέσεων λόγω της συγκρατημένης ερμηνείας του.
Αν η ερώτηση είναι το κατά πόσο ο νέος δίσκος των Deep Purple θα ικανοποιήσει τον ορκισμένο οπαδό τους, τότε τείνω να απαντήσω πως αυτό μάλλον θα συμβεί έως έναν βαθμό. Αυτή, βέβαια, είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι πως ο αποστασιοποιημένος τα τελευταία χρόνια μουσικόφιλος από τα πεπραγμένα της μπάντας δεν νομίζω πως θα συγκινηθεί ιδιαίτερα. Στη δική μου περίπτωση βίωσα το εξής παράδοξο, κάθε φορά που σκεφτόμουν να βάλω να ακούσω τον δίσκο βαριόμουνα και μόνο στην ιδέα, αλλά όταν τον έβαζα να παίξει τον άκουγα ευχάριστα από την αρχή μέχρι το "Birds Of Pray" τέλος. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την ποιότητα του "inFinite".