Λάτρης των ανορθόδοξων και προκλητικών ακουσμάτων. Θεωρεί τη μουσική αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης. Στις ψηφιακές σελίδες του Rocking μοιράζεται τις απόψεις του κινούμενος κατά βάση στον...
Architects
Lost Forever // Lost Together
Epitaph (2014)
Από τον Νίκο Καταπίδη, 15/05/2014
Το metalcore δεν είναι τόσο νεκρό όσο φαινόταν
Έκτο άλμπουμ για τους Βρετανούς Architects, που όπως οι ίδιοι είπαν ήθελαν να είναι το πιο βαρύ από όλα, με μια βαρύτητα δοσμένη με τον δικό τους τρόπο. Όντως τα κατάφεραν, δίνοντάς μας μια δουλειά αποτελούμενη από έντεκα κομμάτια που πατάνε κυρίως στο metalcore, λοξοκοιτούν το progressive metal και φλερτάρουν με το djent. Το metalcore βέβαια έχει περάσει την εποχή που ήταν το «next big thing» του metal, αυτό όμως δεν σημαίνει πως παύουν να υπάρχουν μπάντες που μπορούν να συγκινήσουν και να κυκλοφορήσουν κάτι το πραγματικά ποιοτικό. Το βασικό στοιχείο που χρειάζεται για να δουλέψει κάτι τέτοιο είναι το πάθος, το οποίο ξεχειλίζει σε όλη σχεδόν τη διαδρομή των 43 λεπτών που κρατά ο δίσκος.
Το πρώτο που παρατηρεί κανείς είναι η έλλειψη των κλισέ που μαστίζουν το metalcore, δηλαδή επαναλαμβανόμενες δομές, κουραστικά screams και επιτηδευμένα καθαρά φωνητικά για να υπάρχει και το πιασάρικο στοιχείο. Όχι βέβαια πως η έλλειψη είναι παντελής, όμως οι Architects έχουν διάθεση να ξεφύγουν από τα καθιερωμένα, σπάζοντας τις καθιερωμένες νόρμες, τόσο στα φωνητικά όσο και στη ροή των κομματιών. Αξιοσημείωτο παράδειγμα το "Red Hypergiant", ένα ορχηστρικό κομμάτι που ξεκινά με ηλεκτρονικό ήχο, δυναμώνοντας στη συνέχεια, με τη φωνή του Carl Sagan να μας θυμίζει πως είμαστε όλοι ένας πλανήτης, και μια υπνωτική μελωδία που μένει στο μυαλό. Η post rock επιρροή είναι εμφανής αλλά καλοδεχούμενη.
Αυτό που γίνεται προφανές από το πρώτο κιόλας κομμάτι, το "Gravedigger", είναι πως η μπάντα όντως εκφράζει οργή, πάθος και ζωή μέσα από τη μουσική της, σε αυτό συμβάλλει και τα μέγιστα η φωνή του Sam Carter, ο οποίος βγάζει μια πολύπλευρη ακραία ερμηνεία, καθώς δεν μαλακώνει ιδιαίτερα τη φωνή του ακόμη και στα μελωδικά σημεία, ανεβάζοντας την ενέργεια των κομματιών ένα σκαλοπάτι παραπάνω.
Τραγούδια όπως το single "Naysayer" είναι παράδειγμα του πως το metalcore θα έπρεπε πράγματι να ηχεί, δυναμικό, οργισμένο και με πάθος. Αυτό που μου αρέσει είναι πως δεν μένει μια αίσθηση τυποποίησης, κάτι το οποίο υπάρχει σε μεγάλη μερίδα metalcore δίσκων. Στο "C.A.N.C.E.R" αποτυπώνεται αυτή η πειραματική διάθεση της μπάντας, με ένα φοβερό ambient διάλειμμα στο μέσο του κομματιού, που ακολουθείται από ένα ρυθμικό ντουέτο τυμπάνων και κιθάρας και τον Sam να φωνάζει με πάθος «Find a little light and hold it close, Don't lose sight of what matters most», με τα riff που έπονται να έχουν μια djent αισθητική και τον ρυθμό να κρατά το ενδιαφέρον.
Αξιοσημείωτη είναι η θεματολογία των τραγουδιών, καθώς περιλαμβάνουν τόσο πολιτικό προβληματισμό, θρησκευτικό φονταμενταλισμό, όσο και προσωπικά προβλήματα, ακόμη και πυρηνικές καταστροφές - στο "Colony Collapse" που αναφέρεται στα ατυχήματα του Chernobyl και της Fukushima. Όλα αυτά τα ζητήματα δεν αποτυπώνονται στιχουργικά με κλισέ και μέσω της εξαιρετικής ερμηνείας του Sam δείχνουν πως όντως είναι αποτέλεσμα προβληματισμού και δεν γράφτηκαν απλά για να πλαισιώσουν τη μουσική. Προσωπικά, δεν δίνω συχνά τεράστια σημασία στους στίχους, στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως θεωρώ πως είναι ειλικρινείς και η μουσική επένδυση τους αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο.
Τεχνικά, το άλμπουμ είναι αναμενόμενα σε υψηλό επίπεδο, έχει γίνει ιδιαίτερη δουλειά στις κιθάρες που έχουν ενδιαφέρον riffing και δεν αναλώνονται μόνο σε breakdown και maiden-ικές δισολίες που ίσως κανείς να περιμένει από έναν metalcore δίσκο. Το ηλεκτρονικό-ambient κομμάτι δίνει μια επιπλέον διάσταση στον ήχο, ειδικά στα λιγότερο επιθετικά κομμάτια όπως το "Red Hypergiant" και "The Distant Blue", ενώ τα τύμπανα εξυπηρετούν το σύνολο χωρίς να ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Η ανάμειξη του Fredrik Nordström στην παραγωγή αποτελεί εγγύηση για την ποιότητα του ήχου, που αναδεικνύει αρμονικά όλες τις πτυχές του ήχου των Architects.
Συμπερασματικά, οι Architects με το "Lost Forever // Lost Together" δικαίως ανέβασαν τις μετοχές τους στην παγκόσμια σκηνή και ιδιαιτέρως στην πατρίδα τους τη Βρετανία, καθώς φαίνεται πως βρήκαν τον ήχο που τους ταιριάζει, συνδυάζοντας τις επιρροές τους χωρίς να χάνουν το χαρακτήρα τους, και κατάφεραν να δημιουργήσουν ενδιαφέρουσες συνθέσεις τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Ίσως τελικά το metalcore να μην είναι τόσο νεκρό όσο φαινόταν...
Το πρώτο που παρατηρεί κανείς είναι η έλλειψη των κλισέ που μαστίζουν το metalcore, δηλαδή επαναλαμβανόμενες δομές, κουραστικά screams και επιτηδευμένα καθαρά φωνητικά για να υπάρχει και το πιασάρικο στοιχείο. Όχι βέβαια πως η έλλειψη είναι παντελής, όμως οι Architects έχουν διάθεση να ξεφύγουν από τα καθιερωμένα, σπάζοντας τις καθιερωμένες νόρμες, τόσο στα φωνητικά όσο και στη ροή των κομματιών. Αξιοσημείωτο παράδειγμα το "Red Hypergiant", ένα ορχηστρικό κομμάτι που ξεκινά με ηλεκτρονικό ήχο, δυναμώνοντας στη συνέχεια, με τη φωνή του Carl Sagan να μας θυμίζει πως είμαστε όλοι ένας πλανήτης, και μια υπνωτική μελωδία που μένει στο μυαλό. Η post rock επιρροή είναι εμφανής αλλά καλοδεχούμενη.
Αυτό που γίνεται προφανές από το πρώτο κιόλας κομμάτι, το "Gravedigger", είναι πως η μπάντα όντως εκφράζει οργή, πάθος και ζωή μέσα από τη μουσική της, σε αυτό συμβάλλει και τα μέγιστα η φωνή του Sam Carter, ο οποίος βγάζει μια πολύπλευρη ακραία ερμηνεία, καθώς δεν μαλακώνει ιδιαίτερα τη φωνή του ακόμη και στα μελωδικά σημεία, ανεβάζοντας την ενέργεια των κομματιών ένα σκαλοπάτι παραπάνω.
Τραγούδια όπως το single "Naysayer" είναι παράδειγμα του πως το metalcore θα έπρεπε πράγματι να ηχεί, δυναμικό, οργισμένο και με πάθος. Αυτό που μου αρέσει είναι πως δεν μένει μια αίσθηση τυποποίησης, κάτι το οποίο υπάρχει σε μεγάλη μερίδα metalcore δίσκων. Στο "C.A.N.C.E.R" αποτυπώνεται αυτή η πειραματική διάθεση της μπάντας, με ένα φοβερό ambient διάλειμμα στο μέσο του κομματιού, που ακολουθείται από ένα ρυθμικό ντουέτο τυμπάνων και κιθάρας και τον Sam να φωνάζει με πάθος «Find a little light and hold it close, Don't lose sight of what matters most», με τα riff που έπονται να έχουν μια djent αισθητική και τον ρυθμό να κρατά το ενδιαφέρον.
Αξιοσημείωτη είναι η θεματολογία των τραγουδιών, καθώς περιλαμβάνουν τόσο πολιτικό προβληματισμό, θρησκευτικό φονταμενταλισμό, όσο και προσωπικά προβλήματα, ακόμη και πυρηνικές καταστροφές - στο "Colony Collapse" που αναφέρεται στα ατυχήματα του Chernobyl και της Fukushima. Όλα αυτά τα ζητήματα δεν αποτυπώνονται στιχουργικά με κλισέ και μέσω της εξαιρετικής ερμηνείας του Sam δείχνουν πως όντως είναι αποτέλεσμα προβληματισμού και δεν γράφτηκαν απλά για να πλαισιώσουν τη μουσική. Προσωπικά, δεν δίνω συχνά τεράστια σημασία στους στίχους, στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως θεωρώ πως είναι ειλικρινείς και η μουσική επένδυση τους αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο.
Τεχνικά, το άλμπουμ είναι αναμενόμενα σε υψηλό επίπεδο, έχει γίνει ιδιαίτερη δουλειά στις κιθάρες που έχουν ενδιαφέρον riffing και δεν αναλώνονται μόνο σε breakdown και maiden-ικές δισολίες που ίσως κανείς να περιμένει από έναν metalcore δίσκο. Το ηλεκτρονικό-ambient κομμάτι δίνει μια επιπλέον διάσταση στον ήχο, ειδικά στα λιγότερο επιθετικά κομμάτια όπως το "Red Hypergiant" και "The Distant Blue", ενώ τα τύμπανα εξυπηρετούν το σύνολο χωρίς να ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Η ανάμειξη του Fredrik Nordström στην παραγωγή αποτελεί εγγύηση για την ποιότητα του ήχου, που αναδεικνύει αρμονικά όλες τις πτυχές του ήχου των Architects.
Συμπερασματικά, οι Architects με το "Lost Forever // Lost Together" δικαίως ανέβασαν τις μετοχές τους στην παγκόσμια σκηνή και ιδιαιτέρως στην πατρίδα τους τη Βρετανία, καθώς φαίνεται πως βρήκαν τον ήχο που τους ταιριάζει, συνδυάζοντας τις επιρροές τους χωρίς να χάνουν το χαρακτήρα τους, και κατάφεραν να δημιουργήσουν ενδιαφέρουσες συνθέσεις τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Ίσως τελικά το metalcore να μην είναι τόσο νεκρό όσο φαινόταν...