Πιστεύει ακράδαντα ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής, η καλή και η κακή. Σχολιάζει και από τα δύο στις σελίδες του Rocking.gr, αν και οι κακές γλώσσες λένε ότι γράφει κυρίως για ό,τι είναι ή μοιάζει...
Φανταστείτε ένα δίσκο στον οποίο συμμετέχουν επιφανέστατα μέλη συγκροτημάτων όπως οι Mothers Of Invention, Magic Band του Captain Beefheart, Alice Cooper (όταν ακόμα ήταν συγκρότημα), Focus, Gong, Yes... Ωραία, τώρα μπορείτε να σταματήσετε να φαντάζεστε γιατί σίγουρα το αποτέλεσμα δεν έχει καμία σχέση με αυτό που συμβαίνει στο "Electronic Church Muzik".
Ο Ant-Bee, κατά κόσμον Billy James, εδώ και καιρό έχει αυτόκλητα αναλάβει το project του να συγκεντρώσει μερικούς από τους αγαπημένους του μουσικούς από τα '60s και τα '70s, με σκοπό να αναβιώσει και να επαναδραστηριοποιήσει τη μουσική τους. Σε αυτήν όμως προσθέτει μπόλικες δόσεις κατάδικών του avant-garde διαδρομών. Μπορεί, λοιπόν, οι δύο διασκευές στο "Living" από τον πρώτο δίσκο των (ή «του» αν προτιμάτε) Alice Cooper και το "Don't You Ever Learn" του Todd Rudgren να είναι από τις πιο άρτιες συνθέσεις του δίσκου και σημαντικά ενδιαφέρουσες στον τρόπο που τα ψυχεδελικά και soul στοιχεία αντίστοιχα ενισχύονται μετά την περιποίηση που τους επιφυλάσσεται. Μπορεί το "Eye Of Agamoto" του επίσης συμμετέχοντα Don Preston να λειτουργεί ως μία μίνι επανένωση των Mothers ψυχή τε και σώματι. Μπορεί ο Jan Akkerman στο "Mannah" να εντυπωσιάζει με τις κιθαριστικές του αρετές που του χάρισε άπλετα η φύση και κάτι παρόμοιο να κάνει και ο Zoot Horn Rollo στο "Mallard Flies Towards Heaven". Όμως το σύνολο ανήκει περισσότερο στον Ant-Bee, που καταφέρνει να δέσει όλα αυτά τα στοιχεία σε κάτι που έχει τη δική του ταυτότητα.
Και αυτή δεν είναι άλλη από μία space-ηλεκτρονικο-ψυχεδελική και ενίοτε παραδόξως εκκλησιαστική (για να δικαιολογήσει και τον τίτλο του άλμπουμ) μουσική. Στο αποτέλεσμα αυτό συνεπικουρείται τα μέγιστα από τους μάστορες του είδους Daevid Allen και Gilli Smith. Όπου χρειάζεται όμως παίρνει αυτός τα ηνία, όπως στο υπέροχο "Flutter-Bye, Butter-Flye", αφού εξάλλου κάνει τα πάντα στο δίσκο, από τραγούδι μέχρι washboard και από τις λούπες μέχρι το mellotron. Δε λείπουν τέλος και άλλα παράξενα με ήχους από κοτόπουλα, γαιδουράκια και ...τον Groucho Marx!
Συνολικά, το άκουσμα ξεφεύγει, φυσικά, από τα καθιερωμένα και θέλει ένα βαθμό άγνοιας κινδύνου και αναζήτησης της μουσικής περιπέτειας για να εκτιμηθεί. Από την άλλη, ρέει ομαλά, είναι αρκετά φιλικό προς τον ακροατή (για τα δεδομένα που θέτει τουλάχιστον) και έχει και τις στιγμές που μπορούν να απομονωθούν από το σύνολο. Δε θα έλεγα να το ακούσετε οπωσδήποτε, αλλά θα έλεγα οπωσδήποτε να μην το αγνοήσετε.
Ο Ant-Bee, κατά κόσμον Billy James, εδώ και καιρό έχει αυτόκλητα αναλάβει το project του να συγκεντρώσει μερικούς από τους αγαπημένους του μουσικούς από τα '60s και τα '70s, με σκοπό να αναβιώσει και να επαναδραστηριοποιήσει τη μουσική τους. Σε αυτήν όμως προσθέτει μπόλικες δόσεις κατάδικών του avant-garde διαδρομών. Μπορεί, λοιπόν, οι δύο διασκευές στο "Living" από τον πρώτο δίσκο των (ή «του» αν προτιμάτε) Alice Cooper και το "Don't You Ever Learn" του Todd Rudgren να είναι από τις πιο άρτιες συνθέσεις του δίσκου και σημαντικά ενδιαφέρουσες στον τρόπο που τα ψυχεδελικά και soul στοιχεία αντίστοιχα ενισχύονται μετά την περιποίηση που τους επιφυλάσσεται. Μπορεί το "Eye Of Agamoto" του επίσης συμμετέχοντα Don Preston να λειτουργεί ως μία μίνι επανένωση των Mothers ψυχή τε και σώματι. Μπορεί ο Jan Akkerman στο "Mannah" να εντυπωσιάζει με τις κιθαριστικές του αρετές που του χάρισε άπλετα η φύση και κάτι παρόμοιο να κάνει και ο Zoot Horn Rollo στο "Mallard Flies Towards Heaven". Όμως το σύνολο ανήκει περισσότερο στον Ant-Bee, που καταφέρνει να δέσει όλα αυτά τα στοιχεία σε κάτι που έχει τη δική του ταυτότητα.
Και αυτή δεν είναι άλλη από μία space-ηλεκτρονικο-ψυχεδελική και ενίοτε παραδόξως εκκλησιαστική (για να δικαιολογήσει και τον τίτλο του άλμπουμ) μουσική. Στο αποτέλεσμα αυτό συνεπικουρείται τα μέγιστα από τους μάστορες του είδους Daevid Allen και Gilli Smith. Όπου χρειάζεται όμως παίρνει αυτός τα ηνία, όπως στο υπέροχο "Flutter-Bye, Butter-Flye", αφού εξάλλου κάνει τα πάντα στο δίσκο, από τραγούδι μέχρι washboard και από τις λούπες μέχρι το mellotron. Δε λείπουν τέλος και άλλα παράξενα με ήχους από κοτόπουλα, γαιδουράκια και ...τον Groucho Marx!
Συνολικά, το άκουσμα ξεφεύγει, φυσικά, από τα καθιερωμένα και θέλει ένα βαθμό άγνοιας κινδύνου και αναζήτησης της μουσικής περιπέτειας για να εκτιμηθεί. Από την άλλη, ρέει ομαλά, είναι αρκετά φιλικό προς τον ακροατή (για τα δεδομένα που θέτει τουλάχιστον) και έχει και τις στιγμές που μπορούν να απομονωθούν από το σύνολο. Δε θα έλεγα να το ακούσετε οπωσδήποτε, αλλά θα έλεγα οπωσδήποτε να μην το αγνοήσετε.