Accept

The Rise Of Chaos

Nuclear Blast (2017)
Από τον Κώστα Πολύζο, 17/07/2017
Μόνο σεβασμός για αυτήν την μπάντα που με χαρακτηριστική άνεση έκανε το τέσσερα στα τέσσερα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Δεν ξέρω αν κάποιος συμμερίζεται την άποψή μου πως οι Accept είναι η πιο φορμαρισμένη μπάντα της τρέχουσας δεκαετίας. Ακόμα και αν δεν το κάνει δεν νομίζω πως υπάρχουν πολλοί που διαφωνούν στη βάση του επιχειρήματός μου, που δεν είναι άλλο από το γεγονός πως κυκλοφορούν ποιοτικότατες δουλειές από το 2010 που επανεμφανίστηκαν στη σκηνή και που γενικότερα είναι μια καθόλα ενεργή μπάντα παρά το προχωρημένο της ηλικίας τους.

Όταν βλέπεις το όνομα Accept στο εξώφυλλο, αυτό που περιμένεις είναι Accept-ικό metal, τουτέστιν εμπνευσμένα riff, γαμάτα solo, δίκασες, ογκωδέστατο ρυθμικό υπόβαθρο και τσαμπουκαλεμένα φωνητικά, μεταξύ άλλων και το "The Rise Of Chaos" δεν θα σε απογοητεύσει. Με σύμμαχο τη φοβερή παραγωγή για ακόμα μια φορά του Andy Sneap, οι Γερμανοί επανέρχονται μετά το πολύ καλό "Blind Rage" και αυτά τα τρία χρόνια που βάλανε στην καμπούρα τους δεν φαίνεται να τους μαλάκωσαν καθόλου. Το αντίθετο θα έλεγα, καθώς ο δίσκος ακούγεται ακόμα πιο οργισμένος και μάλιστα υπάρχει και μια πιο μοντέρνα αύρα. Αν η λέξη «μοντέρνα» ακουστεί κάπως, αυτή που ίσως ταιριάζει καλύτερα είναι η λέξη «αντισυμβατικοί» και θα εξηγήσω.

Αν αποδομήσουμε τον δίσκο, θα δούμε πως τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται είναι αυτά που βρίσκουμε σε κάθε κυκλοφορία τους, απλά έχει αλλάξει κάπως η ποσόστωσή τους. Αυτό το οποίο προσωπικά μου βγάζει είναι μια πιο heavy προσέγγιση και αυτό δεν έχει τόσο να κάνει με τα riff καθώς ο Wolf σε ταΐζει για ακόμα μια φορά τέτοια με τη σέσουλα, αλλά κυρίως η απουσία των πιο μελωδικών ανθεμικών σημείων. Κατά τα άλλα είναι ένας τυπικός δίσκος Τευτονικού metal και δεν χρίζει μεγαλύτερης ανάλυσης καθώς κάποιος ίσως να μην αντιληφθεί καν τη διαφορά.

Το "Die By The Sword" ανοίγει τον δίσκο όπως πρέπει, με την επιβλητική μίνι εισαγωγή να τη διαδέχεται ένα ωραιότατο riff και ο up-tempo αέρας στο κουπλέ να φουσκώνει το πανί στο κατάρτι μέχρι να έρθει το μινιμαλιστικό ρεφρέν. Για τα solo του Hoffmann δεν θα μιλήσω καθώς η ποιότητα τους είναι αδιαμφισβήτητη, οπότε δεν έχει κανένα νόημα να επαναλαμβάνουμε συνεχώς την έκφραση «γαμάτο solo» καθώς θα καταντήσει κουραστικό. Το "Hole In The Head" είναι ένα πιο in your face mid-tempo κομμάτι, ενώ το ομώνυμο που ακολουθεί το μόνο του αρνητικό είναι πως επειδή φέρει τον τίτλο του δίσκου θα περίμενε κανείς κάτι πιο grande (σαν το "Stalingrad" ας πούμε) αλλά και πάλι οι μελωδίες τις κιθάρας δένουν άψογα με τις φωνητικές γραμμές στη γέφυρα πριν από το ρεφρέν.

Το πολύ ενδιαφέρον "Koolaid" που μιλάει για τη μαζική αυτοκτονία που έγινε το 1978 στο Jonestown της Guyana των Η.Π.Α. ανοίγει καρμπόν με το "Hail To The King" των Avenged Sevenfold και έχει έναν πιο απλό χαρακτήρα ως προς τη δομή και την riff-ολογία. To "No Regrets" θα αποτελέσει την καλύτερη στιγμή του δίσκου και ταυτόχρονα την πιο επιθετική, με καταπληκτική κλιμάκωση. Φρενήρης ρυθμός, εναλλαγές στο tempo και φοβερό pre-chorus και ρεφρέν με τον Hoffmann να δίνει ρέστα καθόλη τη διάρκεια. Το "Analog Man" είναι μια cool μίξη AC/DC με το "Balls To The Wall", το "What's Done Is Done" έχει αυτήν τη μοντέρνα αύρα που ανέφερα πιο πάνω αλλά κρατώντας τον χαρακτήρα της μπάντας αναλλοίωτο, το "Worlds Colliding" βασίζεται σε έναν ρυθμό που σε αναγκάζει να τον ακολουθήσεις κουνώντας τον κώλο σου (ή το κεφάλι σου εξαρτάται αν το ακούς όρθιος ή καθιστός) και το "Carry The Weight" μπουκάρει φουριόζικα με δίκασο και οδηγεί σε μια ωραία συναισθηματική ερμηνεία από τον Tornillo. Τέλος, τo "Race To Extinction" που κλείνει τον δίσκο έχει μια καταπληκτική εισαγωγή, αλλά ίσως θα περίμενα να συνεχίσει σε αυτό το επικό μοτίβο παρά να εξελιχτεί σε μια ακόμα τυπική σύνθεση, με μέτριο μάλιστα ρεφρέν.

Συνολικά, λοιπόν, το αποτέλεσμα κρίνεται απόλυτα επιτυχημένο καθώς δεν υπάρχει καν η υποψία τραγουδιού filler. Αν θέλουμε να είμαστε λίγο πιο σχολαστικοί -αποβάλλοντας τις οπαδικές παρωπίδες- το μόνο μειονέκτημα είναι η απουσία τραγουδιού κράχτη και γενικότερα τα απλοποιημένα ρεφρέν. Σίγουρα, οι Accept  ήταν πάντα ένα συγκρότημα με μια περισσότερο απλοϊκή προσέγγιση στα ρεφρέν, αλλά οι μελωδίες έκαναν τη διαφορά και στο "The Rise Of Chaos" υπό μια έννοια δεν είναι τόσο δυνατά. Πέραν, όμως, τούτου, και οι δέκα συνθέσεις του δίσκου ξεχειλίζουν ποιότητα και ενέργεια, ο Hoffmann για ακόμα μια φορά λάμπει με το παίξιμό του το νεοσύστατο rhythm section των Baltes και Williams είναι εξόχως δεμένο και συμπαγές. Μόνο σεβασμός, λοιπόν, γι' αυτήν την μπάντα που με χαρακτηριστική άνεση έκανε το τέσσερα στα τέσσερα και... έπεται συνέχεια.

  • SHARE
  • TWEET