ProgSession #13: Pan & Regaliz
Από τον Κώστα Σακκαλή, 10/04/2012 @ 13:41
Όση χαρά προσφέρει στους απανταχού μουσικόφιλους η παρακολούθηση της επικαιρότητας και η βιωματική συναίσθηση του παρόντος, άλλο τόσο, και ίσως και περισσότερο, ενδιαφέρον έχει η ενασχόληση με το άγνωστο παρελθόν, με το σκάλισμα της Ιστορίας, με τις πιο αφώτιστες γωνιές της. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, το Rocking.gr κάθε μήνα θα παρουσιάζει, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.
Days of progressive past Vol. 13:
Pan & Regaliz - Pan & Regaliz (a.k.a. I Can Fly)
Dimension
1971
Στην πορεία του rock υπήρξαν αρκετοί λόγοι που μπορεί να έκαναν ένα άλμπουμ, ιδιαίτερα των δεκαετιών του 60 και του 70, διάσημο, συλλκετικό, περιζήτητο. Φυσικά ένας από αυτούς ήταν η μουσική του ποιότητα, αλλά όχι μόνο. Συχνά ο τρόπος και ο τόπος που ηχογραφήθηκε μπορεί να αποδεικνυόταν εξίσου σημαντικός. Κάπου εκεί ξεκινάει και ο μύθος των Pan & Regaliz, των οποίων η Ισπανική καταγωγή προσέδωσε δύο σημαντικές αξίες στο πρώτο και μοναδικό άλμπουμ που ηχογράφησαν το 1971. Καταρχήν σπανιότητα λόγω της δυσκολίας εύρεσής του στο εξωτερικό και της περιορισμένης κοπής του σε μία αγορά όπως είναι αυτή της Ιβηρικής. Κατά δεύτερον ηρωικότητα, καθώς την εποχή του δικτάτορα Φράνκο (έστω και στα τελειώματά της) υπήρξε εξαιρετικά δύσκολο για οποιοδήποτε είδος της rock να αναπτυχθεί και να δισκογραφίσει.
Ουσιαστικά η παρέα των τριών Ισπανών και του ενός Ολλανδού κατάφεραν να καυκλοφορήσουν το δίσκο αυτό εν μέρει από άγνοια κινδύνου και εν μέρει γιατί, όσο προχωρούσαν ...κανείς δεν ασχολήθηκε να τους σταματήσει! Έτσι έγινε ένα από τα πρώτα δείγματα Ισπανικού rock οποιασδήποτε μορφής. Και αν ο πολιτισμικός αποκλεισμός της χώρας από εξωτερικές επιρροές οδηγεί λίγο ως πολύ στο συμπέρασμα ότι το τοπικό στοιχείο θα αντηχεί πολύ στη μουσική τους (σκεφτείτε τα αντίστοιχα ελληνικά άλμπουμ επί δικτατορίας), τίποτα δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο λάθος. Το “Pan & Regaliz” είναι κατά το ήμισυ Βρετανικό και κατά το ήμισυ Γερμανικό σε επιρροές και αποτέλεσμα.
Ολόκληρη η πρώτη πλευρά του άλμπουμ σχετίζεται ιδιαίτερα με την πρώτη περίοδο των Jethro Tull, όταν σε άλμπουμ όπως το “This Was” και “Stand Up” έμπλεκαν την jazz και τα blues με την ψυχεδέλεια και το αναδυόμενο τότε progressive. Ένας τέτοιος παραλληλισμός είναι φυσικά συνηθισμένος, αλλά συχνά και άδικος, σε οποιαδήποτε μπάντα περιελάμβανε και φλαουτίστα στις τάξεις της. Εδώ όμως η αναφορά είναι σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένη. Δεν είναι μόνο ότι ο φλαουτίστας τους (Guillermo Paris) υπήρξε και ο βασικός συνθέτης και τραγουδιστής τους, δεν είναι μόνο ότι η εκφορά του τραγουδιού του είναι παρόμοια με αυτή του Anderson ούτε μόνο ότι το φλάουτο του, όταν δεν ξεφεύγει σε πιο psych πεδία, έχει αυτή τή ρυθμική, riff-άτη ποιότητα του Βρετανού συναδέλφου του. Είναι ότι τα τραγούδια έχουν έναν παρόμοιο χαρακτήρα ενώ ακόμα και ο κιθαρίστας Alfonso Bou φέρνει συχνά στο μυαλό τον Mick Abrahams (πρώτο κιθαρίστα των Tull).
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτή την πρώτη πλευρά συγκεντρώνονται τα τραγούδια που είχαν ήδη κυκλοφορήσει σε δύο single πριν την ηχογράφηση του ολοκληρωμένου άλμπουμ, δηλαδή τα “Magic Colors”, “Dead Of Love”, “Thinking Of Mary” και “A Song For The Friends”. Το τελευταίο αποτελεί μία «ανορθογραφία» του “Pan & Regaliz” αφού έχει χαρακτήρα τραγουδιού saloon και είναι μάλλον χαβαλετζίδικο. Τα άλλα τρία όμως αποτελούν μία σπουδή στον ήχο των Jethro Tull επεκτείνοντάς τον σε πιο ψυχεδελικά μονοπάτια. Αντίθετα το “One More Day” που ανοίγει το άλμπουμ δεν κάνει ούτε καν αυτό και είναι απορίας άξιο που δεν έχει προέλθει από το μυαλό του Ian Anderson κρίνοντας όχι μόνο το ύφος του αλλά και την ποιότητά του.
Αντίθετα το τραγούδι που συμπληρώνει την πρώτη πλευρά με τίτλο “Waiting In The Monsters Garden” έχει περισσότερα κοινά με τη δεύτερη. Στηρίζεται σε έναν μεθυστικό tribal ρυθμό των τυμπάνων και το ντύσιμο αυτής με το φλάουτο αλλά διανθίζεται από μία σύντομη αλλαγή του τραγουδιστικού μέρους σε ρυθμό και μελωδία που επαναλαμβάνεται δύο φορές. Σίγουρα ένα από τα πιο ξεχωριστά του δίσκου. Αντίστοιχα η δεύτερη πλευρά με το “When You Are So Bringdown” και το ‘I Can Fly” παρουσιάζει την πιο κιθαριστική πλευρά του συγκροτήματος, αυτή τη φορά σε jazzy ρυθμούς και κάποιες διαστημικές ατμόσφαιρες. Και ενώ τα τρία προαναφερθέντα τραγούδια δείχνουν κάτι διαφορετικό στο χαρακτήρα του συγκροτήματος, είναι το εννιάλεπτο “Today Is Raining” που τελικά κατευθύνει σε τελείως διαφορετικές πορείες το συγκρότημα λοξοκοιτάζωντας προς Γερμανία πλευρά με την jam-αριστή λογική που κυριαρχούσε στο «χίππικο» Krautrock.
Το συγκρότημα θα διαλυθεί λίγο αργότερα με τον drummer Pedro Van Eeckhout να εντάσσεται στο συγκρότημα Jarka και τον μπασίστα Arturo Domingo στους Evolution. Δυστυχώς ο Guillermo Paris που ήταν και το σημαντικότερο ταλέντο όλων δεν ηχογράφησε κάπου αλλού. Το 1979, όταν και το καθεστώς του Φράνκο έχει μόλις πέσει, ο δίσκος επανεκδίδεται από την Arlequin με διαφοροποιημένη τη σειρά των τραγουδιών, χωρίς το “Magic Colors” και με την χρήση του τίτλου “I Can Fly” για πρώτη φορά κάνωντάς τον ουσιαστικά γνωστότερο σε ένα ευρύτερο κοινό.
Τον επόμενο μήνα θα μάθουμε πώς η Γερμανία βρέχεται από τη Μεσόγειο.
Days of progressive past Vol. 13:
Pan & Regaliz - Pan & Regaliz (a.k.a. I Can Fly)
Dimension
1971
Στην πορεία του rock υπήρξαν αρκετοί λόγοι που μπορεί να έκαναν ένα άλμπουμ, ιδιαίτερα των δεκαετιών του 60 και του 70, διάσημο, συλλκετικό, περιζήτητο. Φυσικά ένας από αυτούς ήταν η μουσική του ποιότητα, αλλά όχι μόνο. Συχνά ο τρόπος και ο τόπος που ηχογραφήθηκε μπορεί να αποδεικνυόταν εξίσου σημαντικός. Κάπου εκεί ξεκινάει και ο μύθος των Pan & Regaliz, των οποίων η Ισπανική καταγωγή προσέδωσε δύο σημαντικές αξίες στο πρώτο και μοναδικό άλμπουμ που ηχογράφησαν το 1971. Καταρχήν σπανιότητα λόγω της δυσκολίας εύρεσής του στο εξωτερικό και της περιορισμένης κοπής του σε μία αγορά όπως είναι αυτή της Ιβηρικής. Κατά δεύτερον ηρωικότητα, καθώς την εποχή του δικτάτορα Φράνκο (έστω και στα τελειώματά της) υπήρξε εξαιρετικά δύσκολο για οποιοδήποτε είδος της rock να αναπτυχθεί και να δισκογραφίσει.
Ουσιαστικά η παρέα των τριών Ισπανών και του ενός Ολλανδού κατάφεραν να καυκλοφορήσουν το δίσκο αυτό εν μέρει από άγνοια κινδύνου και εν μέρει γιατί, όσο προχωρούσαν ...κανείς δεν ασχολήθηκε να τους σταματήσει! Έτσι έγινε ένα από τα πρώτα δείγματα Ισπανικού rock οποιασδήποτε μορφής. Και αν ο πολιτισμικός αποκλεισμός της χώρας από εξωτερικές επιρροές οδηγεί λίγο ως πολύ στο συμπέρασμα ότι το τοπικό στοιχείο θα αντηχεί πολύ στη μουσική τους (σκεφτείτε τα αντίστοιχα ελληνικά άλμπουμ επί δικτατορίας), τίποτα δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο λάθος. Το “Pan & Regaliz” είναι κατά το ήμισυ Βρετανικό και κατά το ήμισυ Γερμανικό σε επιρροές και αποτέλεσμα.
Ολόκληρη η πρώτη πλευρά του άλμπουμ σχετίζεται ιδιαίτερα με την πρώτη περίοδο των Jethro Tull, όταν σε άλμπουμ όπως το “This Was” και “Stand Up” έμπλεκαν την jazz και τα blues με την ψυχεδέλεια και το αναδυόμενο τότε progressive. Ένας τέτοιος παραλληλισμός είναι φυσικά συνηθισμένος, αλλά συχνά και άδικος, σε οποιαδήποτε μπάντα περιελάμβανε και φλαουτίστα στις τάξεις της. Εδώ όμως η αναφορά είναι σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένη. Δεν είναι μόνο ότι ο φλαουτίστας τους (Guillermo Paris) υπήρξε και ο βασικός συνθέτης και τραγουδιστής τους, δεν είναι μόνο ότι η εκφορά του τραγουδιού του είναι παρόμοια με αυτή του Anderson ούτε μόνο ότι το φλάουτο του, όταν δεν ξεφεύγει σε πιο psych πεδία, έχει αυτή τή ρυθμική, riff-άτη ποιότητα του Βρετανού συναδέλφου του. Είναι ότι τα τραγούδια έχουν έναν παρόμοιο χαρακτήρα ενώ ακόμα και ο κιθαρίστας Alfonso Bou φέρνει συχνά στο μυαλό τον Mick Abrahams (πρώτο κιθαρίστα των Tull).
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτή την πρώτη πλευρά συγκεντρώνονται τα τραγούδια που είχαν ήδη κυκλοφορήσει σε δύο single πριν την ηχογράφηση του ολοκληρωμένου άλμπουμ, δηλαδή τα “Magic Colors”, “Dead Of Love”, “Thinking Of Mary” και “A Song For The Friends”. Το τελευταίο αποτελεί μία «ανορθογραφία» του “Pan & Regaliz” αφού έχει χαρακτήρα τραγουδιού saloon και είναι μάλλον χαβαλετζίδικο. Τα άλλα τρία όμως αποτελούν μία σπουδή στον ήχο των Jethro Tull επεκτείνοντάς τον σε πιο ψυχεδελικά μονοπάτια. Αντίθετα το “One More Day” που ανοίγει το άλμπουμ δεν κάνει ούτε καν αυτό και είναι απορίας άξιο που δεν έχει προέλθει από το μυαλό του Ian Anderson κρίνοντας όχι μόνο το ύφος του αλλά και την ποιότητά του.
Αντίθετα το τραγούδι που συμπληρώνει την πρώτη πλευρά με τίτλο “Waiting In The Monsters Garden” έχει περισσότερα κοινά με τη δεύτερη. Στηρίζεται σε έναν μεθυστικό tribal ρυθμό των τυμπάνων και το ντύσιμο αυτής με το φλάουτο αλλά διανθίζεται από μία σύντομη αλλαγή του τραγουδιστικού μέρους σε ρυθμό και μελωδία που επαναλαμβάνεται δύο φορές. Σίγουρα ένα από τα πιο ξεχωριστά του δίσκου. Αντίστοιχα η δεύτερη πλευρά με το “When You Are So Bringdown” και το ‘I Can Fly” παρουσιάζει την πιο κιθαριστική πλευρά του συγκροτήματος, αυτή τη φορά σε jazzy ρυθμούς και κάποιες διαστημικές ατμόσφαιρες. Και ενώ τα τρία προαναφερθέντα τραγούδια δείχνουν κάτι διαφορετικό στο χαρακτήρα του συγκροτήματος, είναι το εννιάλεπτο “Today Is Raining” που τελικά κατευθύνει σε τελείως διαφορετικές πορείες το συγκρότημα λοξοκοιτάζωντας προς Γερμανία πλευρά με την jam-αριστή λογική που κυριαρχούσε στο «χίππικο» Krautrock.
Το συγκρότημα θα διαλυθεί λίγο αργότερα με τον drummer Pedro Van Eeckhout να εντάσσεται στο συγκρότημα Jarka και τον μπασίστα Arturo Domingo στους Evolution. Δυστυχώς ο Guillermo Paris που ήταν και το σημαντικότερο ταλέντο όλων δεν ηχογράφησε κάπου αλλού. Το 1979, όταν και το καθεστώς του Φράνκο έχει μόλις πέσει, ο δίσκος επανεκδίδεται από την Arlequin με διαφοροποιημένη τη σειρά των τραγουδιών, χωρίς το “Magic Colors” και με την χρήση του τίτλου “I Can Fly” για πρώτη φορά κάνωντάς τον ουσιαστικά γνωστότερο σε ένα ευρύτερο κοινό.
Τον επόμενο μήνα θα μάθουμε πώς η Γερμανία βρέχεται από τη Μεσόγειο.