Συνέντευξη Steven Wilson
«Περιοδικά όπως το Q, το Mojo ή το Uncut θα συνεχίσουν να με αγνοούν παντελώς, σαν να μην υπάρχω»
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 26/02/2013 @ 14:10
Ο Steven Wilson είναι μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητας της σημερινής μουσική και κάθε συνέντευξη μαζί του είναι -τουλάχιστον- ενδιαφέρουσα σε πολλά επίπεδα. 30 λεπτά δεν ήταν αρκετά ούτε για τα βασικά από όσα θέλαμε να τον ρωτήσουμε και η τηλεφωνική γραμμή αποδείχθηκε ένας απρόβλεπτος εχθρός. Όπως και να έχει, προσπαθήσαμε να τον πείσουμε ότι το νέο του άλμπουμ θεωρείται ήδη αριστούργημα, μαθαίνοντας παράλληλα κάποια πράγματα γύρω από αυτό και τους μουσικούς που περιλαμβάνει. Η σύγκριση με το "Grace For Drowning", το ιδίωμα του progressive rock, το μέλλον της μουσικής και οι Porcupine Tree είναι μερικά από τα θέματα που επίσης συζητήθηκαν, αφήνοντάς μας με ακόμα περισσότερες ερωτήσεις που θα θέλαμε να κάνουμε και να ανυπομονούμε για την επόμενη φορά που θα μιλήσουμε μαζί του.
Γεια σου Steven. Είμαι πραγματικά χαρούμενος που έχω τη δυνατότητα να συνομιλώ μαζί σου.
Σε ευχαριστώ.
Προσπαθώ να παρακολουθώ όλες τις μουσικές σου περιπέτειες εδώ και πάνω από δέκα χρόνια κι έχω την αίσθηση πως το νέο σόλο άλμπουμ σου είναι αυτό με την πιο καθολική αποδοχή ανάμεσα στους οπαδούς της μουσικής σου. Λαμβάνεις κι εσύ την ίδια ανταπόκριση και πώς αισθάνεσαι για αυτό;
Δεν γνωρίζω ότι το έχουν ακούσει ήδη οι οπαδοί (σ.σ.: επίσημα το άλμπουμ έβγαινε περίπου ένα μήνα μετά τη πραγματοποίηση της συνέντευξης). Νομίζω ότι η ανταπόκριση από τα μέσα και τους κριτικούς είναι καλή. Ξέρω, πλέον, με 20 χρόνια καριέρας πως κάθε νέο άλμπουμ που θα βγάλω κάποιοι θα το λατρέψουν και κάποιοι όχι. Κάποιοι θα απογοητευτούν από αυτό, κάποιοι θα πουν πως δεν ήταν ακριβώς αυτό που ήθελαν, κάποιοι θα πουν πως είναι το χειρότερο μου και κάπως έτσι πάει το πράγμα. Νομίζω πως πιθανότατα αυτό είναι ένα καλό σημάδι, καθώς σημαίνει πως με κάθε νέο δίσκο εξελίσσομαι. Και όταν το κάνεις αυτό, πιθανότατα, οι παλιοί οπαδοί σου θα εναντιωθούν απέναντι σε μερικά από τα πράγματα που κάνεις. Αλλά, μάλλον, η διαφορά με αυτό το άλμπουμ είναι πως βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό που ο κόσμος θέλει να κάνω. Πρόκειται για ένα κλασικό art rock, progressive rock άλμπουμ. Λίγο vintage θα έλεγα. Ευχαρίστησα πολλούς οπαδούς μου την τελευταία φορά σχετικά με το τι θέλουν να κάνω και νομίζω πως το ίδιο θα γίνει και αυτή τη φορά. Όμως, ήδη έχω ακούσει κάποιους ανθρώπους να λένε ότι δεν τους αρέσει το νέο άλμπουμ. Προτιμούν να δουλεύω με ηλεκτρονικούς ή metal ήχους κλπ για παράδειγμα. Πιστεύω πως δεν μπορείς να περιμένεις να αρέσει σε όλους αυτό που κάνεις, αλλά ναι θα έλεγα πως γενικά έχεις δίκιο. Μπορώ να πω πως για τους οπαδούς είναι αρκετά σημαντικό αυτό το άλμπουμ.
Πέραν της στιχουργικής θεματολογίας έχω την εντύπωση πως κάθε φορά που δημιουργείς ένα άλμπουμ, είτε ως σόλο καλλιτέχνης είτε με τους Porcupine Tree έχεις και μια γενική ιδέα πίσω από αυτό. Ποιό είναι το όραμα πίσω από το "The Raven That Refused To Sing", αν υπάρχει ένα φυσικά;
Οπωσδήποτε υπάρχει. Έχεις δίκιο. Πάντα μου αρέσει να έχω μια γενική ιδέα ή ένα concept για κάθε δίσκο. Αυτή τη φορά είναι βασισμένη στην ιδέα των κλασσικών ιστοριών με φαντάσματα. Όταν λέω κλασσικό δεν εννοώ φυσικά κάποια μοντέρνα ιστορία τρόμου. Η εποχή που λαμβάνουν χώρα η ιστορίες πρέπει να τοποθετείται κάπου στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα ή στην αρχή του εικοστού. Αφορούν ιστορίες ανθρώπων που βρίσκονται κοντά στο τέλος της ζωής του, ιστορίες που έχουν να κάνουν με τύψεις, που έχουν να κάνουν απώλεια. Πρόκειται για σπουδαίες ιστορίες που δεν είναι απλά μεταφυσικές ιστορίες, αλλά πρωτίστως ιστορίες για πραγματικούς ανθρώπους. Πραγματικά λατρεύω τις ιστορίες με φαντάσματα. Κάπως έτσι, είχα αυτή την ιδέα αναφορικά με το άλμπουμ, να υπάρχει ένα σχετικό μυθιστόρημα. Τα πρώτα δυο δείγματα μουσικής που έγραψα για το άλμπουμ ήταν το "Luminol" και το "The Watchmaker", τα οποία είναι αμφότερα μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια. Όταν τα συνέθεσα δεν είχα καθόλου στίχους, δεν είχα καμία ιδέα γύρω από το concept, όμως ήδη ήξερα πως ήθελα να καταπιαστώ με αυτές τις ιστορίες φαντασμάτων. Ήθελα να συνδυάσω τη μουσική του άλμπουμ με αυτές τις κλασικές ιστορίες φαντασμάτων.
Οπότε, η μουσική του "The Watchmaker" οδήγησε στους στίχους κι όχι το αντίθετο; Γιατί εγώ αυτό θα υπέθετα...
Ναι, σωστά. Η μουσική γράφτηκε χωρίς κανένα θέμα κατά νου.
Αυτή τη φορά φαίνεται πως έχεις μια πιο σταθερή ομάδα μουσικών γύρω σου, κάτι σαν την «Steven Wilson Band». Πόσο βοήθησε αυτό και τι διαφορά έκανε;
Λοιπόν, ήταν πολύ διαφορετικά, καθώς αυτό σήμαινε πως ήξερα ότι γράφω μουσική για τη συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τον τρόπο που έκανα τους δυο προηγούμενου δίσκους. Οι δυο αυτοί δίσκοι είναι για εμένα πραγματικοί σόλο δίσκοι, υπό την έννοια ότι δεν είχα ιδέα ποιος θα παίξει σε αυτούς. Αυτή τη φορά όμως ήξερα. Ήξερα ποια θα ήταν η μπάντα. Ήξερα για τι είναι ικανοί αυτοί οι τύποι, καθώς το είχα δει. Περιοδεύσαμε αρκετά και πραγματικά αντιλήφθηκα πως υπήρχε μια δεδομένη χημεία που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους μουσικούς. Οπότε, ήθελα να γράψω μουσική με βάση αυτόν το δεσμό που αναπτύχθηκε και αυτό είναι που ακούς στο δίσκο, στην πραγματικότητα. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει πως μπορώ να παίξω κάποια από τα πράγματα που αυτοί οι τύποι μπορούν να παίξουν, αλλά παρακολουθούσα προσεκτικά. Παρακολουθούσα προσεκτικά, έτσι ώστε να το φέρω στα μέτρα μου καθώς δε θα μπορούσα ποτέ να παίξω κάποια από αυτά τα πράγματα. Κάπως έτσι βρήκα τον εαυτό μου να γράφει μουσική για αυτούς, αλλά υποθέτω πως προέκυψε κάπως πιο πολύπλοκη σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους. Αλλά, ήταν κι αυτό μια πρόκληση. Να συνθέσω μουσική για αυτούς τους τύπους και φυσικά να επιμεληθώ του αποτελέσματος.
Φαίνεται πάντως πως κάνεις πολύ προσεκτικές επιλογές αναφορικά με τους μουσικούς που σε πλαισιώνουν, είτε στο στούντιο, είτε επί σκηνής. Πες μου ένα μοναδικό χαρακτηριστικό για κάθε έναν από τους μουσικούς που εμφανίζονται στο άλμπουμ, το οποίο σε έκανε να τον θες να παίξει σε αυτό.
Λοιπόν, εντάξει. Πρώτα από όλα όταν ξεκίνησα ήθελα να έχω ένα μίγμα από μουσικούς με rock background καθώς επίσης και με jazz background. Αυτό που ήθελα να καταφέρω ήταν να προσδώσω αυτού του είδους την πνευματικότητα της jazz μουσικής στη rock. H jazz διαθέτει αυτή την πνευματικότητα που δεν έχει η rock. Οπότε, αυτό είναι που ο Theo Travis προσέδωσε στο μίγμα. Είναι ένας καταπληκτικός, υπέροχος ανοιχτόμυαλος μουσικός. Του αρέσει η ηλεκτρονική μουσική, φυσικά η jazz και η rock μουσική. Οπότε, είχαμε μια κοινή έλξη γύρω από το ίδιο θέμα και αυτό είναι το στοιχείο αναφορικά με αυτόν. Ο Adam Hozman ο πληκτράς. Πάντα ήθελα κάποιον που να καταλαβαίνει τι αγαπούσα πάντα γύρω από τις αρχές των 70s, ειδικά τον ήχο του Fender Rhodes, το οποίο λατρεύω. Ήθελα κάποιον που θα πραγματικά ήταν επικεντρωμένος στο Fender Rhodes, τους ενισχυτές του και οτιδήποτε σχετικό. Ο Adam ήταν πολύ άνετος με την ιδέα αυτή και πραγματικά λάτρεψα τη δουλειά που έκανε. Ο Marko Minnemann, ο drummer. Πάντα ξεκινάω με τον drummer. Αν δεν έχεις έναν καλό drummer, τότε η μπάντα σου δεν πρόκειται ποτέ να έχει το κατάλληλο feeling. Το θέμα με τον Marco είναι -πέραν του ότι πρόκειται για έναν εκπληκτικό μουσικό- το ότι η έκφραση του προσώπου του είναι αγνή. Κοιτάς στον Marco και μπορείς να το διακρίνεις. Έχει αυτή την τεράστια γκριμάτσα στο πρόσωπό του. Είναι καταπληκτικό, λες και βρίσκεται σε πάρτι. Αυτό λοιπόν το μεταδίδει σε όλα τα μέλη της μπάντας και όλοι ξεκινάνε να παίζουν με το ίδιο feeling που παίζει ο Marco. Ο Nick (σ.σ.: Beggs), ο μπασίστας. Πρόκειται για κάποιον που, όπως είναι φυσικό, βρήκα από την μπάντα του Steve Hackett. Ο Nick είναι ένας υπέροχος χαρακτήρας. Φοβερός παίκτης, αλλά ταυτόχρονα ένας υπέροχος άνθρωπος, με αξιαγάπητο χαρακτήρα. Και πιστεύω πως κι αυτό επίσης είναι κάτι πολύ σημαντικό όταν παίζεις σε μια μπάντα. Τέλος, είναι ο Guthrie, ο lead κιθαρίστας μου. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στον Guthrie είναι πως είναι από αυτούς τους τύπους που μπορούν να παίξουν vintage υλικό, μπορεί να παίξει shredding υλικό, είναι πραγματικά γρήγορος και μπορεί να παίξει όλα τα υπόλοιπα μέρη σωστά, αλλά αυτά δεν έχουν να κάνουν με το λόγο που την ήθελα στη μπάντα μου. Το καλό, λοιπόν, με τον Guthrie είναι πως ενώ μπορεί να κάνει όλα αυτά κατάλαβε απόλυτα τι ήθελα όταν του είπα «Guthrie παίξε τη μια νότα που σου ραγίσει την καρδιά». Και έπαιξε αυτή ακριβώς τη νότα. Σίγουρα, μπορούσε να το κάνει αυτό. Κατάλαβε απόλυτα πως αισθάνομαι γύρω από το να παίζεις λιγότερα και πιο συναισθηματικά πράγματα για τον ακροατή. Αυτά είναι. Λίγα λόγια για τον κάθε ένα από αυτούς.
Πολύς κόσμος ισχυρίζεται πως τα πλήκτρα στο νέο σου άλμπουμ είναι τα καλύτερα σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές σου; Θα συμφωνούσες; Κι αν ναι, τι έκανε τη διαφορά αυτή τη φορά;
Το παίξιμο ή ο ήχος; Ή τα πάντα;
Τα πάντα θα έλεγα...
Νομίζω πως αρχικά έχει να κάνει με την ύπαρξη του Adam στο δίσκο και το παίξιμό του. Δεύτερον, πήρα μια απόφαση σε αυτόν το δίσκο να χρησιμοποιήσω μόνο συγκεκριμένα πλήκτρα κι έτσι νομίζω πως εν γένει ακούς πολύ «εξευγενισμένους» και οργανικούς ήχους, όπως το Hammond, όπως το Fender Rhodes, όπως το κλαρινέτο, όπως το mellotron. Ξέρεις, το mellotron σε πολλούς ανθρώπους θυμίζει παλιό υλικό από τις αρχές των 70’s ή τα τέλη των 60’s, αλλά για μένα το mellotron είναι ένα «all time» όργανο. Έχει μια ποιότητα που είναι πολύ οργανική. Δεν ακούγεται ηλεκτρικό και παρόλο που είναι ηλεκτρικό, δεν ακούγεται σαν τέτοιο. Στο άλμπουμ είχα το mellotron του Robert Fripp, που είναι ένα αυθεντικό μοντέλο του 1963, αν θυμάμαι καλά ένα MK2 mellotron. Είναι πολύ-πολύ παλιό, έχει δουλευτεί πάρα πολύ, αλλά έχει ένα υπέροχο, υπέροχο feeling. Οπότε πιθανότατα αυτό είναι που εκλαμβάνεις. Οι ήχοι και το παίξιμο των πλήκτρων είναι λιγότερο ηλεκτρονικά και περισσότερο προσανατολισμένα στο κλασικό rock.
Από όσα λες συμπεραίνω πως ήσουν κάτι σαν ο μαέστρος της μπάντας, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Θα μπορούσε να είναι αυτό το άλμπουμ στο οποίο έχεις ασχοληθεί λιγότερο από ποτέ με το να παίζεις διάφορα όργανα;
Ναι, εν πολλοίς. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα έχω κατασταλάξει πως η φιλοδοξία μου ήταν να αποσύρω τον εαυτό μου από το να αναλαμβάνει το κομμάτι του να αποδίδει τη μουσική. Κατά την τελευταία περιοδεία μου, μου άρεσε πάρα πολύ το γεγονός ότι για πρώτη φορά μπορούσα απλά να παίζω κιθάρα. Όχι μόνο βέβαια, καθώς υπήρχαν τα σημεία που τραγουδούσα και έπαιζα και κάποια πλήκτρα, αλλά υπήρχαν μεγάλα μέρη κατά τα οποία το μόνο που είχα να κάνω ήταν να περιμένω ή απλά να τραγουδήσω, οπότε είχα τη δυνατότητα να είμαι κάτι σαν μουσικός διευθυντής. Και αυτό είναι που ήθελα πάντα να κάνω. Ξεκίνησα πριν από 30 χρόνια και ερωτεύτηκα τη μουσική, διότι στην πραγματικότητα ήθελα να γίνω ένας παραγωγός ή ένας μουσικός διευθυντής ή ένας συνθέτης. Όχι απλά ένας κιθαρίστας ή ένας πληκτράς ή ένας τραγουδιστής. Αλλά αυτό που συνέβη είναι πως εκείνη την περίοδο δεν έβρισκα κάποιον για να παίξουμε μαζί. Δεν έβρισκα κάποιον να θέλει να παίξει τη μουσική που ήθελα να παίξω εγώ. Οπότε, πήρα τον έλεγχο στα χέρια μου και άρχισα να κάνω λίγο από το ένα και λίγο από το άλλο. Όμως, τώρα, βρήκα την ευκαιρία να είμαι ο παραγωγός, ο συνθέτης και ο μουσικός διευθυντής. Και το καλύτερο είναι πως μπορώ να προσλάβω αυτούς τους απίστευτους μουσικούς που παίζουν σε ένα υψηλότερο επίπεδο από αυτό που θα μπορούσα φτάσω ποτέ και αυτό είναι που είχα πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, αυτό που πάντα ήθελα να κάνω.
Είναι εντύπωσή μου ή διαδικασία του remastering των άλμπουμ των King Crimson επηρέασε τις συνθέσεις σου;
Εννοείς remixing...
Ναι, φυσικά...
Και οι King Crimson και οι Jethro Tull. Πάρα πολύ, πάρα πολύ. Ας πάρουμε για παράδειγμα το συναίσθημα που σε κατακλύζει όταν κάνεις remix σε ένα άλμπουμ ας πούμε όπως το "Thick As A Brick", στο οποίο παρεμπιπτόντως όντως έκανα όντως remaster. Ας πούμε πως ασχολούμαι με αυτό για μερικές μέρες και μετά επιστρέφω στο να γράψω κάποιο υλικό για το σόλο άλμπουμ μου. Το κεφάλι μου είναι γεμάτο με το "Thick As A Brick", είναι γεμάτο με τους ήχους του άλμπουμ, είναι γεμάτο με όλο τον κόσμο που αυτό περιέχει. Κι αυτό συμβαίνει με οτιδήποτε δουλεύω. Νομίζω πως στο δεδομένο σημείο το κεφάλι σου είναι τόσο γεμάτο με τη μουσική που ακούς, που προκύπτει φυσιολογικά. Οπότε, υπάρχει πολύ σημαντική επιρροή από τη δουλειά του να κάνεις remixes και το γνωρίζω ότι αυτό συμβαίνει. Το αφήνω, μου αρέσει όπως και να έχει. Είμαι χαρούμενος και νομίζω πως μπορεί κάποιος να το δει αυτό.
Το DVD "Get All You Deserve" είναι απλά φανταστικό και μέχρι τώρα φαίνεται πως διασκεδάζεις να παίζεις με αυτούς τους τύπους ζωντανά. Σκοπεύεις να τους διατηρήσεις ως μόνιμη ζωντανή μπάντα;
Το ελπίζω αυτό. Το θέμα είναι πως είμαι σόλο καλλιτέχνης τώρα, κάτι που σημαίνει πως προσλαμβάνω αυτούς τους τύπους. Αυτό δεν σημαίνει πως το κάνουν μόνο για τα λεφτά, φυσικά το λατρεύουν κι αυτοί επίσης. Αλλά δουλεύουν κι αυτοί ως σόλο καλλιτέχνες και έχουν πολλούς άλλους ανθρώπους για τους οποίους δουλεύουν επίσης. Οπότε, πρέπει να ελπίζω πως όταν περιοδεύω ή όταν γράφω ένα άλμπουμ θα είναι διαθέσιμοι. Αλλά δεν είναι πάντα. Έτσι, χρειάζεται να παίρνω άλλους μουσικούς που θα καλύψουν το κενό ως αντικαταστάτες. Αυτή τη στιγμή έχω αποφασίσει πως θέλω να παίζω με αυτούς τους μουσικούς, αλλά κάποια στιγμή πιθανότατα θα χρειαστεί να βρω άλλους παίκτες. Αυτό είναι μέρος της κακής πλευράς του να είσαι σόλο καλλιτέχνης από το να είσαι σε μια μπάντα.
Επίσης, θεωρώ και το "Grace For Drowning" αριστούργημα, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που θεωρούν πως ήταν ίσως λίγο πιο φιλόδοξο από όσο έπρεπε ως διπλό άλμπουμ. Πώς το βλέπεις τώρα σε σύγκριση με το νέο άλμπουμ;
Δεν ξέρω στην πραγματικότητα. Αλήθεια, αγαπώ το "Grace For Drowning". Πρόκειται για ένα άλμπουμ που ήταν αρκετά μεγάλο σε διάρκεια, περιείχε περισσότερα από 80 λεπτά μουσικής. Πάντα όμως λάτρευα αυτά τα άλμπουμ, πάντα λάτρευα τα διπλά άλμπουμ. Ο καλλιτέχνης έχει μέσα σε αυτά περισσότερο χώρο να αναπτυχθεί. Αλλά, συμβαίνει πάντα το ίδιο πράγμα με τα διπλά άλμπουμ, καθώς υπάρχει κόσμος που λέει «α, θα ήταν καλύτερο αν έβγαζες το ένα ή αν έβγαζες το άλλο». Αποφάσισα πως ήθελα να κάνω ένα άλμπουμ που θα ήταν γεμάτο από ιδέες, γεμάτο διαφορετικές κατευθύνσεις, με διαφορετικά στυλ. Τα πάντα από ηλεκτρονικά σημεία, μέχρι πιάνο μπαλάντες και μεγάλα σε διάρκεια progressive τραγούδια, όλα τα είδη σύνθεσης. Και ήθελα να το προσπαθήσω αυτό και να το διασκεδάσω. Θα έλεγα πως ο νέος δίσκο πιθανότατα έχει το δικό του στυλ καθ’ όλη τη διάρκειά του.
Τώρα θα ήθελα να κάνω μια δήλωση πως το νέο σου άλμπουμ είναι ένας δίσκος ορόσημο στο progressive rock, καθώς περιέχει όλα τα συστατικά της κλασικής εποχής του progressive rock κι ακόμα περισσότερα. Πώς αισθάνεσαι για αυτή την τοποθέτηση;
Βασικά είναι λίγο ενοχλητικό. Νομίζω πως ο χρόνος θα δείξει αν πρόκειται για έναν σπουδαίο δίσκο ή για έναν καλό δίσκο ή για ένα ορόσημο ή για ένα αριστούργημα. Δεν νομίζω πως είναι, αλλά δεν το σκέφτομαι κιόλας. Αυτό που θα έλεγα είναι πως ελπίζω να μην ακούγεται σαν ένα σκέτο retro άλμπουμ. Ελπίζω να ακούγεται σαν ένα άλμπουμ που δημιουργήθηκε το 2012. Διότι, δεν μου αρέσει ιδιαίτερα να δημιουργώ ρετρό μουσική. Φυσικά, καταλαβαίνω πως υπάρχουν πολλά πράγματα που διαθέτουν ξεκάθαρα τον κλασσικό rock ήχο και το αποδέχομαι, αλλά μακροπρόθεσμα θα έλεγα πως είναι σκόπιμα εκεί. Έτσι, την ίδια στιγμή θέλω να έχω αναφορές στο παρελθόν που να είναι εκεί και να τις ακούς. Ελπίζω να είναι ξεκάθαρο αυτό.
Κατά την άποψή μου πάντως, μερικές φορές δεν απαιτείται χρόνος για να καταλάβεις πόσο σπουδαίους είναι ένας δίσκος, ειδικά όταν έχεις κάτι τόσο καλό όσο το νέο σου άλμπουμ...
Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου να το λες αυτό.
Θα έλεγες πως έχει έρθει η στιγμή για το progressive rock ιδίωμα να κάνει το βήμα σε μεγαλύτερο κοινό ή θεωρείς πως έχει φτάσει στο ζενίθ του;
Θεωρώ πως προχωρά πολύ σιγά, πιθανότατα τα τελευταία 15 χρόνια ή κάπου τόσο. Θα έλεγα πως το "OK Computer" των Radiohead ήταν μια κυκλοφορία-ορόσημο. Άλλαξε την άποψη που είχε πολύς κόσμος για το progressive rock. Έκτοτε είχες μπάντες σαν τους Muse, τους Sigur Ros, σαν τους Mars Volta, όπου όλοι τους πούλησαν πολλούς δίσκους, αλλά είχαν και σπουδαίες δουλειές. Και κάπως έτσι σταδιακά χτίζεται ένα «μομέντουμ». Κάθε φορά που κυκλοφορώ ένα νέο άλμπουμ, νιώθω πως είναι όλο και πιο εύκολο να τραβήξω την προσοχή. Ξέρεις, παλιά, υπήρχαν κάποια εμπόδια. Ήταν σχεδόν αδύνατο να τραβήξεις οποιαδήποτε προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης με μουσική που είχε progressive, psychedelic, space rock ή οποιουδήποτε είδους art rock υπόβαθρο. Οπότε, κάθε φορά που έχω καινούργιο δίσκο νομίζω πως είναι λίγο πιο εύκολο, λίγο πιο σημαντικός. Όχι κάποια μεγάλη αλλαγή, αλλά λίγο πιο εύκολα, λίγο πιο σημαντικά. Θεωρώ πως αυτό δείχνει πως ο υπάρχει όλο και περισσότερος κόσμος που ενδιαφέρεται να ακούσει ένα άλμπουμ που έγκειται στον κλασσικό rock ήχο. Και θα έλεγα πως είναι ένα καλό σημάδι. Γιατί ο κόσμος το επιζητά. Καθώς η ζωή γίνεται όλο και πιο καθοδηγούμενη από την τεχνολογία, τα iphones, το internet, κάθε ένα και όλα από αυτά τα στοιχεία, έχω την αίσθηση ότι όλο και περισσότερος κόσμος νοιάζεται να ακούσει μουσική σαν το progressive rock.
Κατ' εμέ είναι σα να αποδίδεται και λίγο δικαιοσύνη για καλλιτέχνες όπως εσύ, όταν γίνεται πιο εύκολο όπως λες...
Εμ, ναι, είναι ωραίο, διότι είμαι εδώ και αρκετό καιρό στο χώρο και για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα με αγνοούσαν. Όχι τόσο πολύ στην πραγματικότητα, αλλά και πάλι ξέρω πως αυτό το άλμπουμ θα αγνοηθεί στην ίδια μου τη χώρα από περιοδικά όπως το Q, το Mojo ή το Uncut. Όλα αυτά τα περιοδικά θα συνεχίσουν να με αγνοούν παντελώς σα να μην υπάρχω. Θεωρώ πως αυτό θα ανοίξει το δρόμο για το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά το έχω συνηθίσει πλέον. Όμως, την ίδια στιγμή γίνομαι αποδεκτός ως καλλιτέχνης από όλο και περισσότερο κόσμο.
Κάτι που ξέχασα να ρωτήσω αναφορικά με το άλμπουμ νωρίτερα. Είσαι ένας από τους πιο περιζήτητους ανθρώπους στη μουσική βιομηχανία για να κάνεις παραγωγές, μίξεις ακόμα και για να κρίνεις τον ήχο κυκλοφοριών, αλλά αποφάσισες να έχεις κάποιον άλλο για τη παραγωγή του άλμπουμ. Από τη μια πλευρά δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος γατί θα ήθελε κάποιος να έχει τον παραγωγό του "The Dark Side Of The Moon", αλλά από την άλλη πρέπει να ρωτήσω ποιός ήταν ο ρόλος του Alan Parsons στο τελικό αποτέλεσμα...
Λοιπόν, δεν ήταν παραγωγός στο "The Dark Side Of The Moon", ήταν μηχανικός και επίσης ήταν μηχανικός στο δικό μου άλμπουμ. Δεν ήταν παραγωγός. Εγώ ήμουν ο παραγωγός στο άλμπουμ. Αλλά, η ερώτησή σου είναι ισχύουσα καθώς καταλαβαίνω τι ρωτάς. Πρώτον, δεν ήθελα να είμαι εγώ αυτός που θα αναλάβει χρέη μηχανικού, ήθελα να είμαι ο μουσικός διευθυντής. Ήθελα να επικεντρωθώ στο να είμαι ικανός να διευθύνω τη μουσική, όχι στο να αγχώνομαι για την διαδικασία ηχογράφησης. Την ίδια στιγμή, ήθελα κάποιον που θα ήξερε πώς να το κάνει αυτό. Ήθελα κάποιον που θα ήξερε πως θα μπορούσε να το ηχογραφήσει κατά τέτοιον τρόπο ώστε να ακούγεται πιο οργανικό και πιο αναλογικό το αποτέλεσμα. Και ο Alan ήταν στην κορυφή της λίστας μου, καθώς γνωρίζει καλά να δουλεύει κατ’ αυτό τον τρόπο και είναι φανταστικός στο να χρησιμοποιεί όλο αυτό τον vintage, αναλογικό εξοπλισμό. Εγώ δεν είμαι, καθώς δεν ξέρω πώς να χειριστώ όλα αυτά τα πράγματα. Διότι, μεγάλωσα χρησιμοποιώντας υπολογιστές και πιο νέα τεχνολογία. Οπότε, δεν ήξερα πώς να το κάνω. Αλλά, ήθελα κάποιον που να ξέρει. Κι ο Alan ήταν σίγουρα η κορυφαία μου επιλογή και είμαι τυχερός που ήταν διαθέσιμος. Ήταν εξαιρετική η συνεργασία μαζί του.
Τώρα, έχει δημιουργηθεί μια έντονη συζήτηση πως η επιτυχία και η ποιότητα των solo δουλειών σου θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι του τέλους των Porcupine Tree. Πρόσφατα ανέφερες πως δεν είχες ξεκάθαρο όραμα γύρω από το "The Incident" και πως δεν είσαι σίγουρος για το μέλλον της μπάντας. Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα;
Λοιπόν, δεν έχω κάποια καλά νέα και δεν έχω κάποια κακά νέα. Νομίζω πως ο κόσμος κολλάει με τη ιδέα πως οι μπάντες που ακούει θα πρέπει να συνεχίζουν μαζί για πάντα και να βγάζουν άλμπουμ για τους οπαδούς. Αλλά, για παράδειγμα, δε θα περίμενες να έχεις την ίδια δουλειά για όλη σου τη ζωή, δε θα περίμενες να δουλεύεις με τους ίδιους ανθρώπους για πάντα. Δεν νομίζω πως κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικό. Ένιωσα πως χρειαζόμουν μια νέα δουλειά, ήθελα να δουλέψω με νέους ανθρώπους, ήθελα να έχω νέες προκλήσεις. Ένιωσα πως μετά από συνεχόμενα άλμπουμ για 15 χρόνια πως κάναμε κάποιες υπέροχες δουλειές, περιοδεύσαμε ανά τον κόσμο και κάπου ήταν ώρα να σταματήσουμε, τουλάχιστον για λίγο. Την ίδια στιγμή νιώθω πως είμαι ακριβώς εκεί που θέλω να βρίσκομαι με το σόλο project μου. Οπότε, γιατί να σταματήσω; Γιατί να γυρίσω πίσω τώρα; Αυτό βρίσκεται τη δεδομένη στιγμή στο κεφάλι μου. Αλλά, ξέρεις κάτι; Θα δούλευα και πάλι με αυτούς τους τύπους, απλά δεν ξέρω να σου πω πότε.
Αυτή την εποχή, με την οικονομική κρίση που βιώνουμε ακούμε συνεχώς ειδικούς οικονομολόγους να κάνουν μακρο-αναλύσεις για το μέλλον της οικονομίας. Καθώς θεωρείσαι ειδικός επί της μουσικής και ειδικά της rock μουσικής θα ήθελες να κάνεις μια εκτίμηση αναφορικά με του που βαδίζει η μουσική βιομηχανία, αλλά και η μουσική σε καλλιτεχνικό επίπεδο; Είναι το "Sound Of Muzak" ακόμα επίκαιρο;
Φοβάμαι πως είναι. Διότι, τα περισσότερες φορές ο κόσμος ακούει τη μουσική με έναν πολύ απλοϊκό τρόπο, όπως το να παίζει στο background καθώς κάνεις κάτι άλλο που έχεις να κάνεις. Και δεν βλέπω ή ακούω αρκετούς να ασχολούνται με τη μουσική σε ένα τέτοιο επίπεδο, κατά ένα τρόπο που πιστεύω πως μπορείς να πάρεις τα περισσότερα από τη μουσική. Αλλά, έχω την αίσθηση πως αυτό αλλάζει σταδιακά. Βλέπεις, ένα πράγμα που πραγματικά χαίρομαι είναι που βλέπω νέα παιδιά να έρχονται για να τους υπογράψω βινύλια. Όχι CD, αλλά βινύλια. Θεωρώ πως είναι ωραίο γιατί δεν έχουν κάποια άμεση σύνδεση με αυτά, δεν μεγάλωσαν με βινύλια όπως εγώ. Κι όμως, την ίδια στιγμή έρχονται με βινύλια και ενθουσιάζομαι που θα ακούσουν τη μουσική σε αναλογική μορφή και έτσι ελπίζω πως θα διαβάσουν τους στίχους, θα δώσουν προσοχή στο artwork. Οπότε, έχω την εντύπωση πως κάτι αλλάζει γύρω από τη μουσική σε σχέση με το παρελθόν. Για τη βιομηχανία, δεν βλέπω κανένα μέλλον για τις εταιρείες. Θεωρώ πως θα εξαφανιστούν. Και νομίζω πως έχεις όλο και περισσότερες ευκαιρίες για να φτάσει η μουσική σου απευθείας στον ακροατή. Αλλά είναι πιο δύσκολο να φτάσεις εκεί. Είναι η χειρότερη περίοδος των τελευταίων 15 ετών, όχι μόνο επειδή είναι δύσκολο να πουλήσεις δίσκους, αλλά επίσης γιατί δεν υπήρχαν ποτέ τόσοι πολλοί άνθρωποι που να παίζουν μουσική. Πήγαινε στο Myspace, πήγαινε στο bandcamp, πήγαινε στο soundcloud... υπάρχουν εκατομμύρια ανθρώπων. Νομίζω πως μόνο στο Myspace υπάρχουν 5 εκατομμύρια μπάντες. Και το πρόβλημα έγκειται στο πως μπορεί να ξέρει ο ακροατής τι να ακούσει. Είναι πολύ, πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε νέο ακροατή να βγάλει άκρη μέσα από αυτό το χάος.
Οk, Steven. Αυτό ήταν. Σε ευχαριστώ για τον χρόνο σου και ελπίζω να σε δούμε σύντομα στην Ελλάδα.
Ελπίζω πως θα είμαι εκεί μέσα στο έτος.
Γεια σου Steven. Είμαι πραγματικά χαρούμενος που έχω τη δυνατότητα να συνομιλώ μαζί σου.
Σε ευχαριστώ.
Προσπαθώ να παρακολουθώ όλες τις μουσικές σου περιπέτειες εδώ και πάνω από δέκα χρόνια κι έχω την αίσθηση πως το νέο σόλο άλμπουμ σου είναι αυτό με την πιο καθολική αποδοχή ανάμεσα στους οπαδούς της μουσικής σου. Λαμβάνεις κι εσύ την ίδια ανταπόκριση και πώς αισθάνεσαι για αυτό;
Δεν γνωρίζω ότι το έχουν ακούσει ήδη οι οπαδοί (σ.σ.: επίσημα το άλμπουμ έβγαινε περίπου ένα μήνα μετά τη πραγματοποίηση της συνέντευξης). Νομίζω ότι η ανταπόκριση από τα μέσα και τους κριτικούς είναι καλή. Ξέρω, πλέον, με 20 χρόνια καριέρας πως κάθε νέο άλμπουμ που θα βγάλω κάποιοι θα το λατρέψουν και κάποιοι όχι. Κάποιοι θα απογοητευτούν από αυτό, κάποιοι θα πουν πως δεν ήταν ακριβώς αυτό που ήθελαν, κάποιοι θα πουν πως είναι το χειρότερο μου και κάπως έτσι πάει το πράγμα. Νομίζω πως πιθανότατα αυτό είναι ένα καλό σημάδι, καθώς σημαίνει πως με κάθε νέο δίσκο εξελίσσομαι. Και όταν το κάνεις αυτό, πιθανότατα, οι παλιοί οπαδοί σου θα εναντιωθούν απέναντι σε μερικά από τα πράγματα που κάνεις. Αλλά, μάλλον, η διαφορά με αυτό το άλμπουμ είναι πως βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό που ο κόσμος θέλει να κάνω. Πρόκειται για ένα κλασικό art rock, progressive rock άλμπουμ. Λίγο vintage θα έλεγα. Ευχαρίστησα πολλούς οπαδούς μου την τελευταία φορά σχετικά με το τι θέλουν να κάνω και νομίζω πως το ίδιο θα γίνει και αυτή τη φορά. Όμως, ήδη έχω ακούσει κάποιους ανθρώπους να λένε ότι δεν τους αρέσει το νέο άλμπουμ. Προτιμούν να δουλεύω με ηλεκτρονικούς ή metal ήχους κλπ για παράδειγμα. Πιστεύω πως δεν μπορείς να περιμένεις να αρέσει σε όλους αυτό που κάνεις, αλλά ναι θα έλεγα πως γενικά έχεις δίκιο. Μπορώ να πω πως για τους οπαδούς είναι αρκετά σημαντικό αυτό το άλμπουμ.
Πέραν της στιχουργικής θεματολογίας έχω την εντύπωση πως κάθε φορά που δημιουργείς ένα άλμπουμ, είτε ως σόλο καλλιτέχνης είτε με τους Porcupine Tree έχεις και μια γενική ιδέα πίσω από αυτό. Ποιό είναι το όραμα πίσω από το "The Raven That Refused To Sing", αν υπάρχει ένα φυσικά;
Οπωσδήποτε υπάρχει. Έχεις δίκιο. Πάντα μου αρέσει να έχω μια γενική ιδέα ή ένα concept για κάθε δίσκο. Αυτή τη φορά είναι βασισμένη στην ιδέα των κλασσικών ιστοριών με φαντάσματα. Όταν λέω κλασσικό δεν εννοώ φυσικά κάποια μοντέρνα ιστορία τρόμου. Η εποχή που λαμβάνουν χώρα η ιστορίες πρέπει να τοποθετείται κάπου στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα ή στην αρχή του εικοστού. Αφορούν ιστορίες ανθρώπων που βρίσκονται κοντά στο τέλος της ζωής του, ιστορίες που έχουν να κάνουν με τύψεις, που έχουν να κάνουν απώλεια. Πρόκειται για σπουδαίες ιστορίες που δεν είναι απλά μεταφυσικές ιστορίες, αλλά πρωτίστως ιστορίες για πραγματικούς ανθρώπους. Πραγματικά λατρεύω τις ιστορίες με φαντάσματα. Κάπως έτσι, είχα αυτή την ιδέα αναφορικά με το άλμπουμ, να υπάρχει ένα σχετικό μυθιστόρημα. Τα πρώτα δυο δείγματα μουσικής που έγραψα για το άλμπουμ ήταν το "Luminol" και το "The Watchmaker", τα οποία είναι αμφότερα μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια. Όταν τα συνέθεσα δεν είχα καθόλου στίχους, δεν είχα καμία ιδέα γύρω από το concept, όμως ήδη ήξερα πως ήθελα να καταπιαστώ με αυτές τις ιστορίες φαντασμάτων. Ήθελα να συνδυάσω τη μουσική του άλμπουμ με αυτές τις κλασικές ιστορίες φαντασμάτων.
Οπότε, η μουσική του "The Watchmaker" οδήγησε στους στίχους κι όχι το αντίθετο; Γιατί εγώ αυτό θα υπέθετα...
Ναι, σωστά. Η μουσική γράφτηκε χωρίς κανένα θέμα κατά νου.
Αυτή τη φορά φαίνεται πως έχεις μια πιο σταθερή ομάδα μουσικών γύρω σου, κάτι σαν την «Steven Wilson Band». Πόσο βοήθησε αυτό και τι διαφορά έκανε;
Λοιπόν, ήταν πολύ διαφορετικά, καθώς αυτό σήμαινε πως ήξερα ότι γράφω μουσική για τη συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τον τρόπο που έκανα τους δυο προηγούμενου δίσκους. Οι δυο αυτοί δίσκοι είναι για εμένα πραγματικοί σόλο δίσκοι, υπό την έννοια ότι δεν είχα ιδέα ποιος θα παίξει σε αυτούς. Αυτή τη φορά όμως ήξερα. Ήξερα ποια θα ήταν η μπάντα. Ήξερα για τι είναι ικανοί αυτοί οι τύποι, καθώς το είχα δει. Περιοδεύσαμε αρκετά και πραγματικά αντιλήφθηκα πως υπήρχε μια δεδομένη χημεία που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους μουσικούς. Οπότε, ήθελα να γράψω μουσική με βάση αυτόν το δεσμό που αναπτύχθηκε και αυτό είναι που ακούς στο δίσκο, στην πραγματικότητα. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει πως μπορώ να παίξω κάποια από τα πράγματα που αυτοί οι τύποι μπορούν να παίξουν, αλλά παρακολουθούσα προσεκτικά. Παρακολουθούσα προσεκτικά, έτσι ώστε να το φέρω στα μέτρα μου καθώς δε θα μπορούσα ποτέ να παίξω κάποια από αυτά τα πράγματα. Κάπως έτσι βρήκα τον εαυτό μου να γράφει μουσική για αυτούς, αλλά υποθέτω πως προέκυψε κάπως πιο πολύπλοκη σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους. Αλλά, ήταν κι αυτό μια πρόκληση. Να συνθέσω μουσική για αυτούς τους τύπους και φυσικά να επιμεληθώ του αποτελέσματος.
Φαίνεται πάντως πως κάνεις πολύ προσεκτικές επιλογές αναφορικά με τους μουσικούς που σε πλαισιώνουν, είτε στο στούντιο, είτε επί σκηνής. Πες μου ένα μοναδικό χαρακτηριστικό για κάθε έναν από τους μουσικούς που εμφανίζονται στο άλμπουμ, το οποίο σε έκανε να τον θες να παίξει σε αυτό.
Λοιπόν, εντάξει. Πρώτα από όλα όταν ξεκίνησα ήθελα να έχω ένα μίγμα από μουσικούς με rock background καθώς επίσης και με jazz background. Αυτό που ήθελα να καταφέρω ήταν να προσδώσω αυτού του είδους την πνευματικότητα της jazz μουσικής στη rock. H jazz διαθέτει αυτή την πνευματικότητα που δεν έχει η rock. Οπότε, αυτό είναι που ο Theo Travis προσέδωσε στο μίγμα. Είναι ένας καταπληκτικός, υπέροχος ανοιχτόμυαλος μουσικός. Του αρέσει η ηλεκτρονική μουσική, φυσικά η jazz και η rock μουσική. Οπότε, είχαμε μια κοινή έλξη γύρω από το ίδιο θέμα και αυτό είναι το στοιχείο αναφορικά με αυτόν. Ο Adam Hozman ο πληκτράς. Πάντα ήθελα κάποιον που να καταλαβαίνει τι αγαπούσα πάντα γύρω από τις αρχές των 70s, ειδικά τον ήχο του Fender Rhodes, το οποίο λατρεύω. Ήθελα κάποιον που θα πραγματικά ήταν επικεντρωμένος στο Fender Rhodes, τους ενισχυτές του και οτιδήποτε σχετικό. Ο Adam ήταν πολύ άνετος με την ιδέα αυτή και πραγματικά λάτρεψα τη δουλειά που έκανε. Ο Marko Minnemann, ο drummer. Πάντα ξεκινάω με τον drummer. Αν δεν έχεις έναν καλό drummer, τότε η μπάντα σου δεν πρόκειται ποτέ να έχει το κατάλληλο feeling. Το θέμα με τον Marco είναι -πέραν του ότι πρόκειται για έναν εκπληκτικό μουσικό- το ότι η έκφραση του προσώπου του είναι αγνή. Κοιτάς στον Marco και μπορείς να το διακρίνεις. Έχει αυτή την τεράστια γκριμάτσα στο πρόσωπό του. Είναι καταπληκτικό, λες και βρίσκεται σε πάρτι. Αυτό λοιπόν το μεταδίδει σε όλα τα μέλη της μπάντας και όλοι ξεκινάνε να παίζουν με το ίδιο feeling που παίζει ο Marco. Ο Nick (σ.σ.: Beggs), ο μπασίστας. Πρόκειται για κάποιον που, όπως είναι φυσικό, βρήκα από την μπάντα του Steve Hackett. Ο Nick είναι ένας υπέροχος χαρακτήρας. Φοβερός παίκτης, αλλά ταυτόχρονα ένας υπέροχος άνθρωπος, με αξιαγάπητο χαρακτήρα. Και πιστεύω πως κι αυτό επίσης είναι κάτι πολύ σημαντικό όταν παίζεις σε μια μπάντα. Τέλος, είναι ο Guthrie, ο lead κιθαρίστας μου. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στον Guthrie είναι πως είναι από αυτούς τους τύπους που μπορούν να παίξουν vintage υλικό, μπορεί να παίξει shredding υλικό, είναι πραγματικά γρήγορος και μπορεί να παίξει όλα τα υπόλοιπα μέρη σωστά, αλλά αυτά δεν έχουν να κάνουν με το λόγο που την ήθελα στη μπάντα μου. Το καλό, λοιπόν, με τον Guthrie είναι πως ενώ μπορεί να κάνει όλα αυτά κατάλαβε απόλυτα τι ήθελα όταν του είπα «Guthrie παίξε τη μια νότα που σου ραγίσει την καρδιά». Και έπαιξε αυτή ακριβώς τη νότα. Σίγουρα, μπορούσε να το κάνει αυτό. Κατάλαβε απόλυτα πως αισθάνομαι γύρω από το να παίζεις λιγότερα και πιο συναισθηματικά πράγματα για τον ακροατή. Αυτά είναι. Λίγα λόγια για τον κάθε ένα από αυτούς.
Πολύς κόσμος ισχυρίζεται πως τα πλήκτρα στο νέο σου άλμπουμ είναι τα καλύτερα σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές σου; Θα συμφωνούσες; Κι αν ναι, τι έκανε τη διαφορά αυτή τη φορά;
Το παίξιμο ή ο ήχος; Ή τα πάντα;
Τα πάντα θα έλεγα...
Νομίζω πως αρχικά έχει να κάνει με την ύπαρξη του Adam στο δίσκο και το παίξιμό του. Δεύτερον, πήρα μια απόφαση σε αυτόν το δίσκο να χρησιμοποιήσω μόνο συγκεκριμένα πλήκτρα κι έτσι νομίζω πως εν γένει ακούς πολύ «εξευγενισμένους» και οργανικούς ήχους, όπως το Hammond, όπως το Fender Rhodes, όπως το κλαρινέτο, όπως το mellotron. Ξέρεις, το mellotron σε πολλούς ανθρώπους θυμίζει παλιό υλικό από τις αρχές των 70’s ή τα τέλη των 60’s, αλλά για μένα το mellotron είναι ένα «all time» όργανο. Έχει μια ποιότητα που είναι πολύ οργανική. Δεν ακούγεται ηλεκτρικό και παρόλο που είναι ηλεκτρικό, δεν ακούγεται σαν τέτοιο. Στο άλμπουμ είχα το mellotron του Robert Fripp, που είναι ένα αυθεντικό μοντέλο του 1963, αν θυμάμαι καλά ένα MK2 mellotron. Είναι πολύ-πολύ παλιό, έχει δουλευτεί πάρα πολύ, αλλά έχει ένα υπέροχο, υπέροχο feeling. Οπότε πιθανότατα αυτό είναι που εκλαμβάνεις. Οι ήχοι και το παίξιμο των πλήκτρων είναι λιγότερο ηλεκτρονικά και περισσότερο προσανατολισμένα στο κλασικό rock.
Από όσα λες συμπεραίνω πως ήσουν κάτι σαν ο μαέστρος της μπάντας, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Θα μπορούσε να είναι αυτό το άλμπουμ στο οποίο έχεις ασχοληθεί λιγότερο από ποτέ με το να παίζεις διάφορα όργανα;
Ναι, εν πολλοίς. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα έχω κατασταλάξει πως η φιλοδοξία μου ήταν να αποσύρω τον εαυτό μου από το να αναλαμβάνει το κομμάτι του να αποδίδει τη μουσική. Κατά την τελευταία περιοδεία μου, μου άρεσε πάρα πολύ το γεγονός ότι για πρώτη φορά μπορούσα απλά να παίζω κιθάρα. Όχι μόνο βέβαια, καθώς υπήρχαν τα σημεία που τραγουδούσα και έπαιζα και κάποια πλήκτρα, αλλά υπήρχαν μεγάλα μέρη κατά τα οποία το μόνο που είχα να κάνω ήταν να περιμένω ή απλά να τραγουδήσω, οπότε είχα τη δυνατότητα να είμαι κάτι σαν μουσικός διευθυντής. Και αυτό είναι που ήθελα πάντα να κάνω. Ξεκίνησα πριν από 30 χρόνια και ερωτεύτηκα τη μουσική, διότι στην πραγματικότητα ήθελα να γίνω ένας παραγωγός ή ένας μουσικός διευθυντής ή ένας συνθέτης. Όχι απλά ένας κιθαρίστας ή ένας πληκτράς ή ένας τραγουδιστής. Αλλά αυτό που συνέβη είναι πως εκείνη την περίοδο δεν έβρισκα κάποιον για να παίξουμε μαζί. Δεν έβρισκα κάποιον να θέλει να παίξει τη μουσική που ήθελα να παίξω εγώ. Οπότε, πήρα τον έλεγχο στα χέρια μου και άρχισα να κάνω λίγο από το ένα και λίγο από το άλλο. Όμως, τώρα, βρήκα την ευκαιρία να είμαι ο παραγωγός, ο συνθέτης και ο μουσικός διευθυντής. Και το καλύτερο είναι πως μπορώ να προσλάβω αυτούς τους απίστευτους μουσικούς που παίζουν σε ένα υψηλότερο επίπεδο από αυτό που θα μπορούσα φτάσω ποτέ και αυτό είναι που είχα πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, αυτό που πάντα ήθελα να κάνω.
Είναι εντύπωσή μου ή διαδικασία του remastering των άλμπουμ των King Crimson επηρέασε τις συνθέσεις σου;
Εννοείς remixing...
Ναι, φυσικά...
Και οι King Crimson και οι Jethro Tull. Πάρα πολύ, πάρα πολύ. Ας πάρουμε για παράδειγμα το συναίσθημα που σε κατακλύζει όταν κάνεις remix σε ένα άλμπουμ ας πούμε όπως το "Thick As A Brick", στο οποίο παρεμπιπτόντως όντως έκανα όντως remaster. Ας πούμε πως ασχολούμαι με αυτό για μερικές μέρες και μετά επιστρέφω στο να γράψω κάποιο υλικό για το σόλο άλμπουμ μου. Το κεφάλι μου είναι γεμάτο με το "Thick As A Brick", είναι γεμάτο με τους ήχους του άλμπουμ, είναι γεμάτο με όλο τον κόσμο που αυτό περιέχει. Κι αυτό συμβαίνει με οτιδήποτε δουλεύω. Νομίζω πως στο δεδομένο σημείο το κεφάλι σου είναι τόσο γεμάτο με τη μουσική που ακούς, που προκύπτει φυσιολογικά. Οπότε, υπάρχει πολύ σημαντική επιρροή από τη δουλειά του να κάνεις remixes και το γνωρίζω ότι αυτό συμβαίνει. Το αφήνω, μου αρέσει όπως και να έχει. Είμαι χαρούμενος και νομίζω πως μπορεί κάποιος να το δει αυτό.
Το DVD "Get All You Deserve" είναι απλά φανταστικό και μέχρι τώρα φαίνεται πως διασκεδάζεις να παίζεις με αυτούς τους τύπους ζωντανά. Σκοπεύεις να τους διατηρήσεις ως μόνιμη ζωντανή μπάντα;
Το ελπίζω αυτό. Το θέμα είναι πως είμαι σόλο καλλιτέχνης τώρα, κάτι που σημαίνει πως προσλαμβάνω αυτούς τους τύπους. Αυτό δεν σημαίνει πως το κάνουν μόνο για τα λεφτά, φυσικά το λατρεύουν κι αυτοί επίσης. Αλλά δουλεύουν κι αυτοί ως σόλο καλλιτέχνες και έχουν πολλούς άλλους ανθρώπους για τους οποίους δουλεύουν επίσης. Οπότε, πρέπει να ελπίζω πως όταν περιοδεύω ή όταν γράφω ένα άλμπουμ θα είναι διαθέσιμοι. Αλλά δεν είναι πάντα. Έτσι, χρειάζεται να παίρνω άλλους μουσικούς που θα καλύψουν το κενό ως αντικαταστάτες. Αυτή τη στιγμή έχω αποφασίσει πως θέλω να παίζω με αυτούς τους μουσικούς, αλλά κάποια στιγμή πιθανότατα θα χρειαστεί να βρω άλλους παίκτες. Αυτό είναι μέρος της κακής πλευράς του να είσαι σόλο καλλιτέχνης από το να είσαι σε μια μπάντα.
Επίσης, θεωρώ και το "Grace For Drowning" αριστούργημα, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που θεωρούν πως ήταν ίσως λίγο πιο φιλόδοξο από όσο έπρεπε ως διπλό άλμπουμ. Πώς το βλέπεις τώρα σε σύγκριση με το νέο άλμπουμ;
Δεν ξέρω στην πραγματικότητα. Αλήθεια, αγαπώ το "Grace For Drowning". Πρόκειται για ένα άλμπουμ που ήταν αρκετά μεγάλο σε διάρκεια, περιείχε περισσότερα από 80 λεπτά μουσικής. Πάντα όμως λάτρευα αυτά τα άλμπουμ, πάντα λάτρευα τα διπλά άλμπουμ. Ο καλλιτέχνης έχει μέσα σε αυτά περισσότερο χώρο να αναπτυχθεί. Αλλά, συμβαίνει πάντα το ίδιο πράγμα με τα διπλά άλμπουμ, καθώς υπάρχει κόσμος που λέει «α, θα ήταν καλύτερο αν έβγαζες το ένα ή αν έβγαζες το άλλο». Αποφάσισα πως ήθελα να κάνω ένα άλμπουμ που θα ήταν γεμάτο από ιδέες, γεμάτο διαφορετικές κατευθύνσεις, με διαφορετικά στυλ. Τα πάντα από ηλεκτρονικά σημεία, μέχρι πιάνο μπαλάντες και μεγάλα σε διάρκεια progressive τραγούδια, όλα τα είδη σύνθεσης. Και ήθελα να το προσπαθήσω αυτό και να το διασκεδάσω. Θα έλεγα πως ο νέος δίσκο πιθανότατα έχει το δικό του στυλ καθ’ όλη τη διάρκειά του.
Τώρα θα ήθελα να κάνω μια δήλωση πως το νέο σου άλμπουμ είναι ένας δίσκος ορόσημο στο progressive rock, καθώς περιέχει όλα τα συστατικά της κλασικής εποχής του progressive rock κι ακόμα περισσότερα. Πώς αισθάνεσαι για αυτή την τοποθέτηση;
Βασικά είναι λίγο ενοχλητικό. Νομίζω πως ο χρόνος θα δείξει αν πρόκειται για έναν σπουδαίο δίσκο ή για έναν καλό δίσκο ή για ένα ορόσημο ή για ένα αριστούργημα. Δεν νομίζω πως είναι, αλλά δεν το σκέφτομαι κιόλας. Αυτό που θα έλεγα είναι πως ελπίζω να μην ακούγεται σαν ένα σκέτο retro άλμπουμ. Ελπίζω να ακούγεται σαν ένα άλμπουμ που δημιουργήθηκε το 2012. Διότι, δεν μου αρέσει ιδιαίτερα να δημιουργώ ρετρό μουσική. Φυσικά, καταλαβαίνω πως υπάρχουν πολλά πράγματα που διαθέτουν ξεκάθαρα τον κλασσικό rock ήχο και το αποδέχομαι, αλλά μακροπρόθεσμα θα έλεγα πως είναι σκόπιμα εκεί. Έτσι, την ίδια στιγμή θέλω να έχω αναφορές στο παρελθόν που να είναι εκεί και να τις ακούς. Ελπίζω να είναι ξεκάθαρο αυτό.
Κατά την άποψή μου πάντως, μερικές φορές δεν απαιτείται χρόνος για να καταλάβεις πόσο σπουδαίους είναι ένας δίσκος, ειδικά όταν έχεις κάτι τόσο καλό όσο το νέο σου άλμπουμ...
Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου να το λες αυτό.
Θα έλεγες πως έχει έρθει η στιγμή για το progressive rock ιδίωμα να κάνει το βήμα σε μεγαλύτερο κοινό ή θεωρείς πως έχει φτάσει στο ζενίθ του;
Θεωρώ πως προχωρά πολύ σιγά, πιθανότατα τα τελευταία 15 χρόνια ή κάπου τόσο. Θα έλεγα πως το "OK Computer" των Radiohead ήταν μια κυκλοφορία-ορόσημο. Άλλαξε την άποψη που είχε πολύς κόσμος για το progressive rock. Έκτοτε είχες μπάντες σαν τους Muse, τους Sigur Ros, σαν τους Mars Volta, όπου όλοι τους πούλησαν πολλούς δίσκους, αλλά είχαν και σπουδαίες δουλειές. Και κάπως έτσι σταδιακά χτίζεται ένα «μομέντουμ». Κάθε φορά που κυκλοφορώ ένα νέο άλμπουμ, νιώθω πως είναι όλο και πιο εύκολο να τραβήξω την προσοχή. Ξέρεις, παλιά, υπήρχαν κάποια εμπόδια. Ήταν σχεδόν αδύνατο να τραβήξεις οποιαδήποτε προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης με μουσική που είχε progressive, psychedelic, space rock ή οποιουδήποτε είδους art rock υπόβαθρο. Οπότε, κάθε φορά που έχω καινούργιο δίσκο νομίζω πως είναι λίγο πιο εύκολο, λίγο πιο σημαντικός. Όχι κάποια μεγάλη αλλαγή, αλλά λίγο πιο εύκολα, λίγο πιο σημαντικά. Θεωρώ πως αυτό δείχνει πως ο υπάρχει όλο και περισσότερος κόσμος που ενδιαφέρεται να ακούσει ένα άλμπουμ που έγκειται στον κλασσικό rock ήχο. Και θα έλεγα πως είναι ένα καλό σημάδι. Γιατί ο κόσμος το επιζητά. Καθώς η ζωή γίνεται όλο και πιο καθοδηγούμενη από την τεχνολογία, τα iphones, το internet, κάθε ένα και όλα από αυτά τα στοιχεία, έχω την αίσθηση ότι όλο και περισσότερος κόσμος νοιάζεται να ακούσει μουσική σαν το progressive rock.
Κατ' εμέ είναι σα να αποδίδεται και λίγο δικαιοσύνη για καλλιτέχνες όπως εσύ, όταν γίνεται πιο εύκολο όπως λες...
Εμ, ναι, είναι ωραίο, διότι είμαι εδώ και αρκετό καιρό στο χώρο και για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα με αγνοούσαν. Όχι τόσο πολύ στην πραγματικότητα, αλλά και πάλι ξέρω πως αυτό το άλμπουμ θα αγνοηθεί στην ίδια μου τη χώρα από περιοδικά όπως το Q, το Mojo ή το Uncut. Όλα αυτά τα περιοδικά θα συνεχίσουν να με αγνοούν παντελώς σα να μην υπάρχω. Θεωρώ πως αυτό θα ανοίξει το δρόμο για το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά το έχω συνηθίσει πλέον. Όμως, την ίδια στιγμή γίνομαι αποδεκτός ως καλλιτέχνης από όλο και περισσότερο κόσμο.
Κάτι που ξέχασα να ρωτήσω αναφορικά με το άλμπουμ νωρίτερα. Είσαι ένας από τους πιο περιζήτητους ανθρώπους στη μουσική βιομηχανία για να κάνεις παραγωγές, μίξεις ακόμα και για να κρίνεις τον ήχο κυκλοφοριών, αλλά αποφάσισες να έχεις κάποιον άλλο για τη παραγωγή του άλμπουμ. Από τη μια πλευρά δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος γατί θα ήθελε κάποιος να έχει τον παραγωγό του "The Dark Side Of The Moon", αλλά από την άλλη πρέπει να ρωτήσω ποιός ήταν ο ρόλος του Alan Parsons στο τελικό αποτέλεσμα...
Λοιπόν, δεν ήταν παραγωγός στο "The Dark Side Of The Moon", ήταν μηχανικός και επίσης ήταν μηχανικός στο δικό μου άλμπουμ. Δεν ήταν παραγωγός. Εγώ ήμουν ο παραγωγός στο άλμπουμ. Αλλά, η ερώτησή σου είναι ισχύουσα καθώς καταλαβαίνω τι ρωτάς. Πρώτον, δεν ήθελα να είμαι εγώ αυτός που θα αναλάβει χρέη μηχανικού, ήθελα να είμαι ο μουσικός διευθυντής. Ήθελα να επικεντρωθώ στο να είμαι ικανός να διευθύνω τη μουσική, όχι στο να αγχώνομαι για την διαδικασία ηχογράφησης. Την ίδια στιγμή, ήθελα κάποιον που θα ήξερε πώς να το κάνει αυτό. Ήθελα κάποιον που θα ήξερε πως θα μπορούσε να το ηχογραφήσει κατά τέτοιον τρόπο ώστε να ακούγεται πιο οργανικό και πιο αναλογικό το αποτέλεσμα. Και ο Alan ήταν στην κορυφή της λίστας μου, καθώς γνωρίζει καλά να δουλεύει κατ’ αυτό τον τρόπο και είναι φανταστικός στο να χρησιμοποιεί όλο αυτό τον vintage, αναλογικό εξοπλισμό. Εγώ δεν είμαι, καθώς δεν ξέρω πώς να χειριστώ όλα αυτά τα πράγματα. Διότι, μεγάλωσα χρησιμοποιώντας υπολογιστές και πιο νέα τεχνολογία. Οπότε, δεν ήξερα πώς να το κάνω. Αλλά, ήθελα κάποιον που να ξέρει. Κι ο Alan ήταν σίγουρα η κορυφαία μου επιλογή και είμαι τυχερός που ήταν διαθέσιμος. Ήταν εξαιρετική η συνεργασία μαζί του.
Τώρα, έχει δημιουργηθεί μια έντονη συζήτηση πως η επιτυχία και η ποιότητα των solo δουλειών σου θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι του τέλους των Porcupine Tree. Πρόσφατα ανέφερες πως δεν είχες ξεκάθαρο όραμα γύρω από το "The Incident" και πως δεν είσαι σίγουρος για το μέλλον της μπάντας. Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα;
Λοιπόν, δεν έχω κάποια καλά νέα και δεν έχω κάποια κακά νέα. Νομίζω πως ο κόσμος κολλάει με τη ιδέα πως οι μπάντες που ακούει θα πρέπει να συνεχίζουν μαζί για πάντα και να βγάζουν άλμπουμ για τους οπαδούς. Αλλά, για παράδειγμα, δε θα περίμενες να έχεις την ίδια δουλειά για όλη σου τη ζωή, δε θα περίμενες να δουλεύεις με τους ίδιους ανθρώπους για πάντα. Δεν νομίζω πως κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικό. Ένιωσα πως χρειαζόμουν μια νέα δουλειά, ήθελα να δουλέψω με νέους ανθρώπους, ήθελα να έχω νέες προκλήσεις. Ένιωσα πως μετά από συνεχόμενα άλμπουμ για 15 χρόνια πως κάναμε κάποιες υπέροχες δουλειές, περιοδεύσαμε ανά τον κόσμο και κάπου ήταν ώρα να σταματήσουμε, τουλάχιστον για λίγο. Την ίδια στιγμή νιώθω πως είμαι ακριβώς εκεί που θέλω να βρίσκομαι με το σόλο project μου. Οπότε, γιατί να σταματήσω; Γιατί να γυρίσω πίσω τώρα; Αυτό βρίσκεται τη δεδομένη στιγμή στο κεφάλι μου. Αλλά, ξέρεις κάτι; Θα δούλευα και πάλι με αυτούς τους τύπους, απλά δεν ξέρω να σου πω πότε.
Αυτή την εποχή, με την οικονομική κρίση που βιώνουμε ακούμε συνεχώς ειδικούς οικονομολόγους να κάνουν μακρο-αναλύσεις για το μέλλον της οικονομίας. Καθώς θεωρείσαι ειδικός επί της μουσικής και ειδικά της rock μουσικής θα ήθελες να κάνεις μια εκτίμηση αναφορικά με του που βαδίζει η μουσική βιομηχανία, αλλά και η μουσική σε καλλιτεχνικό επίπεδο; Είναι το "Sound Of Muzak" ακόμα επίκαιρο;
Φοβάμαι πως είναι. Διότι, τα περισσότερες φορές ο κόσμος ακούει τη μουσική με έναν πολύ απλοϊκό τρόπο, όπως το να παίζει στο background καθώς κάνεις κάτι άλλο που έχεις να κάνεις. Και δεν βλέπω ή ακούω αρκετούς να ασχολούνται με τη μουσική σε ένα τέτοιο επίπεδο, κατά ένα τρόπο που πιστεύω πως μπορείς να πάρεις τα περισσότερα από τη μουσική. Αλλά, έχω την αίσθηση πως αυτό αλλάζει σταδιακά. Βλέπεις, ένα πράγμα που πραγματικά χαίρομαι είναι που βλέπω νέα παιδιά να έρχονται για να τους υπογράψω βινύλια. Όχι CD, αλλά βινύλια. Θεωρώ πως είναι ωραίο γιατί δεν έχουν κάποια άμεση σύνδεση με αυτά, δεν μεγάλωσαν με βινύλια όπως εγώ. Κι όμως, την ίδια στιγμή έρχονται με βινύλια και ενθουσιάζομαι που θα ακούσουν τη μουσική σε αναλογική μορφή και έτσι ελπίζω πως θα διαβάσουν τους στίχους, θα δώσουν προσοχή στο artwork. Οπότε, έχω την εντύπωση πως κάτι αλλάζει γύρω από τη μουσική σε σχέση με το παρελθόν. Για τη βιομηχανία, δεν βλέπω κανένα μέλλον για τις εταιρείες. Θεωρώ πως θα εξαφανιστούν. Και νομίζω πως έχεις όλο και περισσότερες ευκαιρίες για να φτάσει η μουσική σου απευθείας στον ακροατή. Αλλά είναι πιο δύσκολο να φτάσεις εκεί. Είναι η χειρότερη περίοδος των τελευταίων 15 ετών, όχι μόνο επειδή είναι δύσκολο να πουλήσεις δίσκους, αλλά επίσης γιατί δεν υπήρχαν ποτέ τόσοι πολλοί άνθρωποι που να παίζουν μουσική. Πήγαινε στο Myspace, πήγαινε στο bandcamp, πήγαινε στο soundcloud... υπάρχουν εκατομμύρια ανθρώπων. Νομίζω πως μόνο στο Myspace υπάρχουν 5 εκατομμύρια μπάντες. Και το πρόβλημα έγκειται στο πως μπορεί να ξέρει ο ακροατής τι να ακούσει. Είναι πολύ, πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε νέο ακροατή να βγάλει άκρη μέσα από αυτό το χάος.
Οk, Steven. Αυτό ήταν. Σε ευχαριστώ για τον χρόνο σου και ελπίζω να σε δούμε σύντομα στην Ελλάδα.
Ελπίζω πως θα είμαι εκεί μέσα στο έτος.