Συνέντευξη Μπάμπη Παπαδόπουλου
«Με τις Τρύπες, δεν σκεφτόμασταν το σουξέ»
Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 01/04/2014 @ 11:41
Ο Μπάμπης Παπαδόπουλος, εδώ και τρεις δεκαετίες, έχει κυριεύσει τα ηχεία μας. Ως εμβληματικός κιθαρίστας στις Τρύπες και μέσα από προσωπικές του δουλειές και εντυπωσιακές συνεργασίες, μεταξύ πολλών επιφανών και με τον Νίκο Παπάζογλου και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, είναι μέσα στην ζωή μας. Μας χάρισε λίγο περισσότερο από ό,τι περίμενε από τον χρόνο του και απάντησε με άνεση στον καταιγισμό των ερωτήσεών μας. Με αφορμή την αναμονή μας να ακουμπήσει η βελόνα του πικάπ τον καινούργιο του δίσκο, ο οποίος περιέχει την μουσική που κοσμεί την ταινία "Το Μικρό Ψάρι" του Γιάννη Οικονομίδη, ξεκίνησε μια ατέλειωτη κουβέντα που ελπίζουμε να απολαύετε όσο και εμείς.
Τι σε έφερε στην Αθήνα;
Κατέβηκα για να δω την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας "Το Μικρό Ψάρι" του Γιάννη Οικονομίδη, που έγινε την Δευτέρα, 17 Μαρτίου, και για άλλες δουλειές σχετικά με πράγματα που κάνω, δηλαδή να κάνουμε κι αυτές τις συνεντεύξεις. (γέλια)
Ποιά ήταν η συνδρομή σου σε αυτό το έργο;
Έχω κάνει την μουσική.
Πώς λειτούργησε η διαδικασία της δημιουργίας; Υπήρξε αλληλεπίδραση μεταξύ εικόνας και ήχου κατά την δημιουργία της μουσικής;
Ξεκίνησα να δουλεύω, έχοντας μια ιδέα του σεναρίου - ας πούμε, ένα πρώτο σχέδιο του σεναρίου. Αυτό με βοήθησε να μπω σε μια ατμόσφαιρα και να αρχίσω να δουλεύω τα θέματα. Ταυτόχρονα, ο Γιάννης μού έδινε κάποιες εικόνες. Είχα μια συνεχή επικοινωνία μαζί του, οπότε με καθοδηγούσε ως προς την αισθητική, προς τα πού θα πάει η ταινία. Όταν υπήρχε έτοιμο υλικό από εικόνα, το είχα και δούλευα πάνω σε αυτό. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Όσο περισσότερο υλικό υπάρχει, τόσο περισσότερο βοηθάει τον μουσικό να μπει στο ύφος και στο κλίμα της ταινίας.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο του μουσικού σε ένα τέτοιο εγχείρημα; Πόσο δύσκολο είναι, όταν φτιάχνει μουσική για ένα έργο σύνθετο, με εικόνα, όπως στον κινηματογράφο ή το θέατρο, να μην μπει στον πειρασμό ο δημιουργός να τραβήξει την προσοχή στο μουσικό θέμα;
Ή να επιδείξει τις μουσικές του ικανότητες, τέλος πάντων. Νομίζω ότι καταλαβαίνω τι εννοείς. Κοίταξε, υπάρχει ένα δεδομένο, μια σταθερή ιστορία, οι άνθρωποι, τα πρόσωπα και υπάρχει, βέβαια, ο σκηνοθέτης που είναι ο κύριος υπεύθυνος για το αισθητικό αποτέλεσμα. Ο μουσικός συμμετέχει για να στηρίξει αυτή την αισθητική, ίσως να τονίσει κάποια πράγματα, ίσως να τα πάρει από το χέρι για να τα πάει κάπου. Είναι τελείως διαφορετικό από το να κάνεις μια δουλειά από την αρχή. Δεν είναι το ίδιο πράγμα με ένα τραγούδι. Βέβαια, εγώ, ούτως ή άλλως, όταν κάνω μουσική, έχω εικόνες και καταστάσεις στο μυαλό μου. Έτσι λειτουργούν όλοι οι μουσικοί, πιστεύω. Πρέπει να υπάρχει ένα τέτοιο ερέθισμα, δεν παίζεις απλά με τις νότες, θέλεις να δόσεις μια ατμόσφαιρα. Στην περίπτωση μιας ταινίας, υπάρχει μια ιστορία, ηθοποιοί, φωτογραφία και κυρίως το μοντάζ - γιατί αυτό μετράει πάρα πολύ, δίνει τον ρυθμό στην ταινία. Ο ρυθμός είναι σημαντικό πράγμα.
Είσαι ικανοποιημένος από τον τρόπο που αξιοποιήθηκε η δημιουργία σου μέσα στην ταινία;
Όταν μπόρεσα να το δω ως θεατής, νομίζω ότι είδα ένα πάρα πολύ καλό αποτέλεσμα. Η μουσική ήταν αυτή που έπρεπε για την ταινία. Ακολουθεί τον πρωταγωνιστή, δίνει την ατμόσφαιρα. Πιστεύω ότι δουλεύει καλά.
Βρήκες κάτι διαφορετικό από προηγούμενες συνεργασίες σου στο θέατρο ή στον κινηματογράφο;
Πάντα υπάρχει διαφορά. Είναι διαφορετικές οι ιστορίες, είναι διαφορετικοί οι άνθρωποι που συμμετέχουνε. Έχει άλλη αισθητική ο καθένας. Εγώ έχω μια σταθερά, είμαι αυτός που είμαι. Αλλά αυτό το εντάσσω με διαφορετικό τρόπο σε κάθε περίπτωση.
Πώς αντιμετωπίζεις τον ρόλο του διδάσκοντα; (σ.σ.: O Μπάμπης Παπαδόπουλος διδάσκει στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου) Έχεις μια πορεία η οποία φέρει μια αίγλη, μια αναγνωρισιμότητα. Όταν διαβαίνεις το κατώφλι της αίθουσας διδασκαλίας πώς αισθάνεσαι;
Αυτό έχει πολλά επίπεδα. Πέρα από την σχέση μαθητή-δασκάλου που αναπτύσσεται, έχει σημασία τι γνώση κατέχεις και με ποιον τρόπο θα την περάσεις. Έχει σημασία η πείρα, που έρχεται καθώς περνά ο χρόνος. Κι εγώ αισθάνομαι ότι μαθητεύω, μέσα από όλο αυτό το πράγμα. Βέβαια, άλλα πράγματα μαθαίνω εγώ, άλλα οι μαθητές. Είναι όλα συνεχώς διαφορετικά, γιατί έχω να κάνω με διαφορετικούς ανθρώπους. Είναι μεν όλοι στην ίδια ηλικία πάνω-κάτω, αλλά κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός. Έχω να αντιμετωπίσω κάθε φορά διαφορετικές καταστάσεις, διαφορετικούς χαρακτήρες και πρέπει να αντιμετωπίσω τον καθένα με διαφορετικό τρόπο. Έχει μια συγκίνηση και μια γοητεία, γιατί βλέπω να αναπτύσσονται νέοι άνθρωποι. Άλλοι προχωράνε, άλλοι δεν προχωράνε, άλλοι παίρνουν πράγματα, άλλοι δεν παίρνουν γιατί δεν θέλουν ή δεν μπορούν. Είναι μια ζωντανή σχέση, με πολλές συγκινήσεις, και καλές και κακές, μέσα σε ένα σύστημα με όλα αυτά τα προβλήματα που έχει, τα οποία προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε όλοι μας.
Ποιές είναι οι «κακές συγκινήσεις»;
Είναι οι συνθήκες της καθημερινότητας που ζούμε τα τελευταία χρόνια. Δυσκολεύονται πολύ οι νέοι άνθρωποι. Βλέπουν να ανοίγεται μπροστά τους ένα μέλλον εντελώς αβέβαιο. Οι φοιτητές δεν ξέρουν καν αν θα κάνουν ομαλά τις σπουδές τους στους επόμενους μήνες ή τις επόμενες εβδομάδες. Υπάρχει ένα κλίμα αβεβαιότητας στην χώρα. Όπως είναι γνωστό, γενικώς η δυτική κοινωνία ποντάρει περισσότερο στην οικονομική παραγωγικότητα - αυτό μάς λανσάρουνε συνέχεια. Οι τέχνες και η μουσική ίσως δεν είναι παραγωγικές κατά την γνώμη κάποιων. Τέλος πάντων... Είναι δύσκολες οι εποχές.
Από άποψη πνευματικής παραγωγικότητας, δημιουργικότητας, πώς βλέπεις τις νέες γενιές με τις οποίες έρχεσαι σε επαφή;
Πιστεύω ότι, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, είναι στην φύση του ανθρώπου να δημιουργεί και να αναζητά. Θέλει να ασχολείται με την τέχνη. Δεν θα υπάρξουνε γενιές χωρίς εκπροσώπηση ως προς αυτό το πράγμα. Αλλάζουν οι συνθήκες, αλλάζουνε τα δεδομένα, αλλά η διαδικασία πάντα θα υπάρχει. Σαφώς, υπάρχουν νέοι άνθρωποι που αγωνιούν και θέλουν να κάνουν πράγματα και δεν θα σταματήσει αυτό.
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας και οι δυσμενείς συνθήκες ειδικά για τους νέους τρέφουν την δημιουργικότητα ή την πνίγουν;
Την δυσκολεύουν, αλλά πιστεύω ότι, όταν ένας άνθρωπος έχει τόσο έντονα την ανάγκη να δημιουργήσει θα το κάνει. Άλλωστε και στις δικές μας εποχές δεν ήταν εύκολα τα πράγματα - ίσως ήτανε και λίγο πιο δύσκολα. Με επιμονή, πείσμα και αγάπη έγινε ό,τι έγινε. Έτσι συμβαίνει πάντα. Οτιδήποτε καινούργιο πάει να δημιουργηθεί, έτσι κι αλλιώς, συναντά αντίδραση από τον περίγυρο και από αυτό που ήδη υπάρχει. Πάντα θα εμφανίζονται δυσκολίες, πάντα θα πρέπει να προσπαθήσεις λίγο παραπάνω, να παλέψεις, αλλά ευτυχώς αυτό υπάρχει στην φύση των ανθρώπων που έχουν την ανάγκη να δημιουργήσουν. Η δημιουργία δεν θα σταματήσει ποτέ. Θα αλλάζει μορφές. Θα γίνεται με διαφορετικό τρόπο και αυτόν τον αποφασίζουν οι νέοι άνθρωποι σε κάθε γενιά από μόνοι τους.
Οι Τρύπες τι δυσκολίες αντιμετώπισαν ξεκινώντας και πώς τις αντιμετώπισαν;
Κατ' αρχήν, δεν νομίζω ότι τα βλέπαμε σαν δυσκολίες. Μας γοήτευε η όλη διαδικασία. Εμείς ξεκινήσαμε την δεκαετία του '80, που, όπως γνωρίζεις, δεν υπήρχε η δυνατότητα για μια rock μπάντα να μπορέσει να επιβιώσει. Και σήμερα ακόμη είναι δύσκολο, φαντάσου τότε. Συνέβη μετά από πολλά χρόνια και χωρίς να έχουμε αυτό σαν στόχο. Δεν λέγαμε «πρέπει να πετύχουμε», δεν λέγαμε «πρέπει να βγάλουμε λεφτά, να μπορούμε να ζούμε», δεν σκεφτόμασταν την επιτυχία, το σουξέ και όλα αυτά τα πράγματα. Η επιτυχία ήρθε πολύ φυσιολογικά. Δεν υπήρχε ποτέ μια βάση που να στηρίζει αυτό το πράγμα. Και σήμερα δεν υπάρχει καλά-καλά. Δηλαδή, δεν υπήρχε μια βάση που να μπορεί να συντηρεί τους μουσικούς πέρα από μια σκηνή λαϊκή, ας πούμε. Οτιδήποτε λίγο διαφορετικό από την ελληνική λαϊκή μουσική με τα μαγαζιά της ήτανε πάντα περιθωριακό και αφορούσε μια μικρή μερίδα ανθρώπων.
Αναγνωρίζεις ότι οι Τρύπες, με την επιτυχία τους, δημιούργησαν μια τέτοια βάση, γιατί επικοινώνησαν στα ελληνικά με ένα ευρύτερο κοινό;
Κάναμε μια επιτυχία, αλλά, από την άλλη. πιστεύω ότι, πέρα από τους ανθρώπους που εκφράστηκαν πραγματικά και το αγαπήσανε, υπήρξαν και άνθρωποι που το ακολουθήσανε λόγω μόδας. Δηλαδή, κάποια στιγμή, έγινε μόδα και αυτό, οπότε σαφώς ακολούθησαν κι άλλοι. Δεν ξέρω αν η μόδα βοηθάει ώστε να δημιουργηθεί μια ισχυρή βάση που θα τρέφει καινούρια πράγματα και θα στηρίζει καινούριες προσπάθειες. Νομίζω πάντα θα είναι στο περιθώριο αυτές οι διαδικασίες.
Έχω την αίσθηση ότι έκανε δύο κύκλους αυτό το πράγμα. Διακρίνω δύο χρονικές περιόδους. Τη δεκαετία του '80 και σε σημαντικό μέρος της δεκαετίας του '90, με ευθύνη που είχαν κυρίως οι Τρύπες δόθηκε σε μια σκηνή ένας όγκος τον οποίο δεν είχε προηγουμένως. Η σκηνή αυτή οργίασε, την δεκαετία του '90, εμφανίστηκε ένας πανζουρλισμός από συγκροτήματα ελληνικού rock, άλλα καλύτερα, άλλα μετριότερα. Αυτό, όμως, στην «καλή» του εποχή, ίσως υπήρξε λιγότερο δημιουργικό από ό,τι κατά την δεκαετία του '80 και στις αρχές της δεκαετίας του '90. Έπειτα, λοιπόν, ακολουθεί ένας δεύτερος κύκλος πτώσης. Όλο αυτό εξαφανίζεται μετά το 2000 και οι μουσικοί στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις.
Ναι, ακριβώς την δεκαετία του '90, βγήκανε, ας πούμε, μια-δυο μπάντες, εμείς, τα Ξύλινα Σπαθιά, που κάναμε «μεγάλη επιτυχία», με ελληνικό στίχο, οπότε και οι νέοι μουσικοί και οι εταιρίες πιάστηκαν από αυτό και νομίζανε ότι ήρθε μια εποχή που θα βγούνε όλα τα ελληνικά συγκροτήματα σαν τις Τρύπες και σαν τα Σπαθιά και θα βγάζουνε -ξέρω 'γω- ελληνικό rock και θα πουλάνε. Επιπλέον, ανέβηκαν πάρα πολύ όλα αυτά: δημιουργήθηκαν άπειρα περιοδικά, σταθμοί, τηλεοράσεις, ένα «life style» γύρω από αυτό, το οποίο δεν είχε αυτό που έλεγα πριν: την ισχυρή βάση που θα το στηρίξει. Δεν είχε τέτοιο μέγεθος. Σε μια τέτοια χώρα, δηλαδή, πόσο μπορεί να στηριχθεί αυτό το πράγμα; Δεν μπορούσε να συντηρήσει το σύστημα σε τόσες μπάντες, δεν μπορούσε να κρατηθεί, άρχισε να «κρασάρει». Αυτοί που πήγαιναν με απώτερο στόχο την εύκολη επιτυχία και το κέρδος ήταν οι πρώτοι που λακίσανε, την κάνανε. Για αυτό υπήρξε και η πτώση που λες.
Η πτώση οφείλεται σε έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά των «καταναλωτών» ή από έλλειψη δημιουργικότητας, δηλαδή από την φθίνουσα ποιότητα του «προϊόντος»;
Θα έλεγα ότι οφείλεται σε έλλειψη βάθους από όλους, και από τους καλλιτέχνες και από τον κόσμο. Από όλους όσους συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι. Δεν είναι ενός δουλειά αυτό το πράγμα. Είναι δουλειά όλων όσων συμμετέχουν.
Υπάρχει μια τάση, από το 2000 και μετά, προς κάτι πιο ακουστικό και παραδοσιακά στοιχεία - το βλέπουμε και στην δική σου πορεία και στην πορεία του Γιάννη Αγγελάκα και πολλών άλλων. Παρατηρώ μια κατεύθυνση προς αυτό που λέμε πλέον «έντεχνο» - ξέρω πως δεν σε ικανοποιεί ο όρος...
Δεν μου αρέσει ο όρος και δεν συμμετέχω σε αυτό και δεν το αντιπροσωπεύω.
Γιατί δεν σου αρέσει ο όρος;
Δεν τον καταλαβαίνω. Είναι ένας όρος που ανέφερε για πρώτη φορά ο Χατζιδάκις, για συγκεκριμένους λόγους και σε συγκεκριμένη εποχή. Από εκεί και πέρα, χρησιμοποιείται σωρηδόν σε οτιδήποτε είναι εκτός του χώρου του λεγόμενου «σκυλάδικου». Τι σημαίνει «έντεχνο», ας πούμε; Υπάρχουν άνθρωποι που είναι στο «έντεχνο» που δεν είναι «έντεχνοι». Εγώ θα το έλεγα «σύγχρονη μουσική στην Ελλάδα». «Σύγχρονη», από την άποψη ότι είναι «της εποχής».
Όντως, είναι λίγο παράξενος ο όρος, αλλά...
Κοίταξε, εγώ συνεχίζω και παίζω και ηλεκτρικά και υπάρχουν πολλοί νέοι που συνεχίζουν να παίζουν ηλεκτρικά. Δεν διακρίνω μια ιδιαίτερη στροφή προς τον ακουστικό ήχο.
Θεωρώ ότι η πτώση της ελληνόφωνης rock σκηνής έφερε κάτι άλλο, κάτι που την αντικατέστησε στον χώρο που αυτή καταλάμβανε. Λαμβάνω ως ορόσημο τα τέλη της δεκαετίας του '90, την εποχή που έκλεισαν την αυλαία οι Τρύπες, αλλά και τον δίσκο "Βραχνός Προφήτης", που έκανες με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου το 2000. Και παρεμπιπτόντως, να σου πω ότι αυτόν τον δίσκο τον θεωρώ εφάμιλλο της δισκογραφίας σου με τις Τρύπες, δηλαδή ίσως τόσο σημαντικό και με ανάλογη επιρροή. Αυτού, λοιπόν, του πράγματος έπεται η ανάδειξη διαφόρων καλλιτεχνών με παρόμοια τάση και αρκετή απήχηση, που ενδεχομένως εμπνέονται και από αυτό, και βλέπουμε μια δυναμική σκηνή για την οποία χρησιμοποιώ τον όρο «έντεχνο» για να πω ένα αφηλεκτρισμένο ελληνόφωνο rock, με λιγότερα τύμπανα και...
Ναι, και με το πάντρεμα αυτό με την παραδοσιακή ελληνική μουσική. Εντάξει. Αυτό το πάντρεμα συμβαίνει ανέκαθεν, έτσι δημιουργήθηκαν μουσικές. Το ρεμπέτικο, ας πούμε, δημιουργήθηκε από πάντρεμα με μικρασιάτικα στοιχεία, από τους ανθρώπους που ήρθανε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Δημιουργήθηκε μια νέα αισθητική της μουσικής. Μετά, βγήκε το λαϊκό τραγούδι, ο Χιώτης, ας πούμε. Άρχισαν να πηγαίνουν στην Αμερική και να φέρνουν ηλεκτρικό ήχο. Οι πρώτοι ροκάδες κάνανε τα πρώτα τους παντρέματα. Κι ο Χιώτης, ακόμα, πάντρεψε στοιχεία από εκεί με την λαϊκή μουσική, με το ρεμπέτικο. Μετά, ήρθε ο Σαββόπουλος, ήρθε ο Παπάζογλου. Πολλοί jazz μουσικοί και σχήματα κάνουν αυτή τη δουλειά και υπάρχουν ακόμα και παίζουνε. Είναι μια ανάγκη των μουσικών και των καλλιτεχνών γενικότερα να κρατάνε ζωντανή μια επαφή με τον τόπο που ζουν, τον τόπο που μεγαλώσανε. Θέλουμε-δεν θέλουμε, επιρροές έχουμε από το περιβάλλον μας. Μεγαλώσαμε, ακούγοντας αυτές τις μουσικές. Όταν πια έρθει η ωριμότητα, μπορεί αυτό να παρουσιαστεί ως κάτι πιο προσωπικό. Δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι επί τούτου, παντρεύοντας όργανα και ήχους. Αισθάνομαι ότι το κάνω φυσικά και ότι ακούγεται φυσικό, γιατί έτσι το προσεγγίζω.
Μα και πιθανόν έτσι να εμπλουτίζεται και η παράδοση. Χάρη στην δημιουργικότητα των μουσικών, το παραδοσιακό παντρεύεται και ιδιοποιείται τα νέα στοιχεία. Μας λέγανε ότι ο "Αραμπάς" της Κωχ είχε σοκάρει, στην εποχή του, λέγανε «αν είναι δυνατόν να γίνεται μια rock διασκευή σε κάτι τέτοιο». Αλλά αν τον ακούσει ένας σημερινός νέος, μάλλον θα το δεχτεί απλώς ως ένα παραδοσιακό τραγούδι, δεν θα έχει την ίδια αίσθηση με τότε.
Ναι, δεν θα του φανεί καθόλου παράξενο. Μα, έτσι κι αλλιώς, τι είναι το rock; Το rock μεταλλάσσεται κι αυτό. Ξέρω 'γω;
Α, όχι «ξέρω 'γω». Τι είναι το rock;
Τι είναι το rock; Έλα ντε! (γέλια) Δεν ξέρω. Νομίζω ότι είναι πολλά πράγματα rock, πέρα από αυτό που έχουμε μάθει, τέλος πάντων.
Αλήθεια, όταν λέμε «ελληνικό rock», τι είναι αυτό που δίνει ιθαγένεια στο rock;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει αυτό το πράγμα. Αυτός ο όρος είναι εφεύρεση των δημοσιογράφων και των εταιριών για να πουλήσουν λίγο παραπάνω κάποια πράγματα. Δεν υπάρχουν σύνορα στα είδη της μουσικής. Υπάρχουν ομάδες ανθρώπων που τα στηρίζουνε και εκφράζονται. Από 'κει και πέρα, ίσως την ελληνική ιθαγένεια να την δίνει το γεγονός ότι υπάρχει ελληνικός στίχος.
Ναι, αλλά από αυτή την άποψη οι Last Drive δεν θα ήταν «ελληνικό rock».
Πολύ σωστά. Είναι μια rock μπάντα, μια ελληνική rock μπάντα, τέλος πάντων. Ας το πούμε έτσι.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον στίχο «Κράτα το σόου, μαϊμού»;
Ωχ, θα κάνουμε ανάλυση στίχων τώρα; (γέλια) Δεν καταλαβαίνω καλά την ερώτηση. Γιατί ρωτάς;
Κάτι σημαίνει «Κράτα το σόου, μαϊμού».
Ό,τι μπορεί να σημαίνει για τον καθένα. Δεν νομίζω ότι είναι ώρα να κάνουμε ανάλυση στίχων.
Αναρωτιέμαι αν ήταν αυτοκριτική ή κάτι άλλο.
Νομίζω ότι είναι λίγο απ' όλα. Σαφώς, και μια αυτοκριτική είναι και μια κριτική για την κοινωνία ολόκληρη είναι. Και μια κριτική για την καθημερινότητα. Νομίζω ότι είναι όλα αυτά μέσα. Υπάρχει και χιούμορ σε αυτό, ας πούμε.
Ρωτάω λόγω της ιδιάζουσας σχέσης σου με το συγκεκριμένο τραγούδι και το ενδεχόμενο να καταγράφει την αντίδρασή σας απέναντι στην επιτυχία. Οι Τρύπες είχαν κατά κάποιο τρόπο ενοχληθεί από την απήχηση που είχαν;
Όχι. Δεν γράφτηκε τότε το τραγούδι. Είναι στον δίσκο... Τον... Ορίστε! Ξέχασα τους δίσκους μας. Στον δίσκο που έγινε το '90... Το "Στον Παράδεισο", άντε! Δεν νομίζω ότι οι Τρύπες είχαν γίνει ακόμα τόσο-τόσο-τόσο μεγάλες.
Πότε θα έλεγες ότι ήρθε η μεγάλη σας επιτυχία;
Θα έλεγα ότι μετά τα "Εννέα Πληρωμένα" έγινε το μεγάλο μπαμ.
Πώς το αισθανθήκατε;
Τι να σου πω; Έχει τώρα είκοσι χρόνια αυτή η ιστορία. Εκείνη την εποχή το απολαύσαμε. Το ζήσαμε με χαρά. Νομίζω ότι με χαρά ζήσαμε ό,τι ζήσαμε με το συγκρότημα. Δεν κάναμε κάτι πιεσμένοι, ζορισμένοι ή με στενοχώριες. Εγώ απόλαυσα όλη την διαδρομή του συγκροτήματος, από την αρχή ως το τέλος.
Στην συνέντευξη που είχε κάνει ο φίλος μου ο Κώστας, ο Γιάννης Αγγελάκας μάς δήλωσε χαρακτηριστικά ότι καταλαβαίνει απόλυτα το νταλκά όσων θα ήθελαν να δουν ζωντανά τις Τρύπες, αλλά ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι που δεν είναι πια.
Δεν μπορεί να είναι. Κανένας μας δεν είναι.
Δηλαδή, αλλάζουν οι άνθρωποι;
Όχι, δεν πιστεύω ότι αλλάζουν οι άνθρωποι, αλλά αλλάζουν οι συνθήκες. Δηλαδή, να βγαίνω τώρα και να μιμούμαι αυτό που ήμουνα πριν από είκοσι χρόνια το βρίσκω ανήθικο και ψεύτικο. Γιατί δεν είμαι είκοσι χρόνια πριν, είμαι ο Μπάμπης που είμαι είκοσι χρόνια μετά, έτσι;
Ήταν άλλος Μπάμπης τότε;
Όχι, είμαι ο Μπάμπης, δεν αισθάνομαι άλλος, αυτός είμαι. Πάλι την ίδια όρεξη έχω, με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζω την μουσική, τα καινούρια πράγματα που κάνω, τους ανθρώπους που θα έρθουνε να με ακούσουνε. Η διάθεσή μου ίδια είναι, αλλά δεν μπορώ να πω ότι είμαι ο ίδιος. Ξέρω 'γω; Πενηνταρίζω, ας πούμε! (γέλια)
Συγχώρεσε την επιμονή μου σε αυτό το θέμα, αλλά εγώ, όταν ακούω το "Όταν Χαράζει" από τον "Βραχνό Προφήτη" του Θανάση Παπακωνσταντίνου (σ.σ.: στο οποίο τραγουδάει ο Γιάννης Αγγελάκας και ενορχηστρώνει ο Μπάμπης Παπαδόπουλος), ακούω και Τρύπες εκεί μέσα.
Αφού υπάρχουνε δύο μέλη από τις Τρύπες μέσα, δεν θα τις ακούς; Είναι πολύ φυσιολογικό, δηλαδή. Παίζω με έναν συγκεκριμένο τρόπο κιθάρα και αντιμετωπίζω την μουσική με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Νομίζω ότι, αν κάποιος έχει παρακολουθήσει όλη την πορεία μου, θα αναγνωρίσει ένα τέτοιο στοιχείο σε κάθε περίπτωση.
Με αυτό το πρίσμα, είναι κάπως τεχνητό το «σταμάτησαν οι Τρύπες». Στην πραγματικότητα συνεχίζουν.
Ναι, σταμάτησε το συγκρότημα με την μορφή που είχε. Ο καθένας ξεχωριστά δεν σταμάτησε, προφανώς. Δεν σταματήσαμε να ζούμε. Εγώ μουσικός είμαι, δεν μπορώ να σταματήσω να είμαι μουσικός. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου, είμαι με την κιθάρα στα χέρια και παίζω μουσική. Δεν μπορώ να κάνω κάτι διαφορετικό. Δεν το διαπραγματεύομαι, ούτε το συζητάω, ούτε το σκέφτομαι, ούτε ανησυχώ. Απλώς το αφήνω να συνεχίσει να συμβαίνει και είναι η ζωή μου. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο και δεν θέλω να κάνω κάτι άλλο.
Σε ένα μέρος που «πιάνουν οι ευχές», για να παραφράσω κάτι που έγραφα για εσάς με θέρμη, θα μπορούσαν οι Τρύπες, οι ίδιοι άνθρωποι, να βγάλουν έναν δίσκο σήμερα και αυτός να αντικατοπτρίζει βέβαια αυτό σήμερα θέλουν να δημιουργήσουν;
Δεν ξέρω. Νομίζω ότι έτσι όπως έχουμε κάνει τις ζωές μας όλοι πια, είναι πολύ δύσκολο να βρεθούμε ξανά για να κάνουμε κάτι. Αν υπάρχει δυνατότητα, δεν ξέρω. Όσοι από εμάς έχουμε να πούμε και να κάνουμε πράγματα, τα κάνουνε και φαίνονται. Από 'κει και πέρα, όλα είναι υποθετικά. Έχω μάθει στην ζωή μου και φροντίζω ποτέ να μην λέω ποτέ. Αλλά από την άλλη, ε, είναι σχεδόν ποτέ. (γέλια) Έχουν περάσει ήδη δεκαπέντε χρόνια. Το να ξαναβρεθούνε άνθρωποι μετά από τόσα χρόνια και να είναι δημιουργικοί με την ίδια σύνθεση και να κάνουνε πράγματα καταλαβαίνεις ότι... Ε, όσο περνάει ο χρόνος, μεγαλώνουν οι αποστάσεις και γίνεται ακόμα πιο δύσκολο. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο θέμα διάθεσης. Έτσι κι αλλιώς, η ζωή σε οδηγεί.
Η πορεία σου μετά τις Τρύπες ήταν εξίσου λαμπρή και οι συνεργασίες σου ιδιαιτέρως αξιόλογες με πάρα πολλούς εξέχοντες. Τι διαφορά έχει για εσένα αυτό που έζησες με τις Τρύπες και αυτό που έζησες μετά το 2000;
Οι Τρύπες είναι για εμένα μια ιστορία. Μεγαλώσαμε μαζί. Οι φιλίες που δημιουργούνται σε μια τέτοια ηλικία, και όταν τέτοια πράγματα συνδέουν τους ανθρώπους, είναι πολύ ισχυρές. Για εμένα είναι μια οικογένεια αυτό το πράγμα. Όταν σταματήσαμε, δηλαδή, ήξερα ότι δεν πρόκειται να το ξαναζήσω. Οι συνεργασίες μου ήταν τελείως διαφορετικές, δεν είναι δυνατόν να ξαναζήσεις τα ίδια πράγματα. Έκανα όμως καινούρια πράγματα και συνεργαζόμουν με ανθρώπους που εκτιμούσα και αγαπούσα. Κρατιόμουν ζωντανός δημιουργικά και για αυτό πάντα αισθανόμουν καλά. Πάντα υπάρχουν δυσκολίες όταν γίνονται αλλαγές, αλλά τις ξεπερνάμε.
Αυτό που κάνω εγώ τώρα, που επιμένω σχετικά με τις Τρύπες, και που προφανώς το κάνει πάρα πολύς κόσμος, ακόμα και στις συναυλίες, γίνεται ενοχλητικό;
Ο Γιάννης το τραβάει περισσότερο αυτό το κουπί. Είναι κι ο τραγουδιστής και, τι να κάνουμε, δέχεται τις συνέπειες του πρωτοστάτη, του performer, βρε παιδί μου. (γέλια) Αυτός, νομίζω, έχει να αντιμετωπίσει τα περισσότερα. Εγώ δεν παίζω κομμάτια των Τρυπών (σ.σ.: και ιδού, φίλοι, η απόδειξη ότι οι Τρύπες κλίνονται) και δεν έχω τόσο μεγάλο πρόβλημα. Ο κόσμος το ξέρει και έρχεται. Τώρα, σε συνεντεύξεις και κατ’ ιδίαν συζητήσεις, σαφώς έχω να το αντιμετωπίσω αυτό. «Τι γίνεται;», «θα ξαναπαίξετε;», «θα ξανακάνετε;»... Μόνο που δεν ξέρω πια τι να πω. Τα δέχομαι έτσι, ξέρεις, στωικά, δεν μπορώ να τα αποφύγω. (γέλια)
Αναφέρθηκες προηγουμένως στο κιθαριστικό σου στιλ, το οποίο είναι ιδιαίτερο και κατά την γνώμη μου αναγνωρίσιμο και κατά τις Τρύπες και μετά. Πώς προέκυψε αυτό το στιλ;
Δεν είναι τεχνικό το θέμα, δηλαδή δεν είναι μόνο θέμα μελέτης. Είναι θέμα συγκυριών και περιβάλλοντος - πού μεγάλωσα και τι έχω παίξει όλα αυτά τα χρόνια. Αναγκάστηκα να κάνω κι άλλα πράγματα, μικρότερος - όχι χωρίς να τα αγαπώ ιδιαίτερα, αλλά και για λόγους επιβίωσης. Μέσα από όλα όσα έχω κάνει, πάντα προσπαθούσα να εμβαθύνω, οπότε νομίζω πως όλα αυτά μετρήσανε ώστε να διαμορφώσω έναν δικό μου τρόπο. Νομίζω, δηλαδή, ότι απλώς συνέβη. Βασικά, δεν νομίζω ότι είναι ιδιαίτερος ο τρόπος που παίζω, είναι απλά ο δικός μου. Αν θεωρήσουμε ότι ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, άρα και κάθε μουσικός είναι διαφορετικός, εφόσον ο καθένας πλησιάζει με τον δικό του τρόπο το όργανο και την μουσική, θα έχει και μια δική του έκφραση που είναι πάντα καλή. Όλοι οι άνθρωποι, όταν εκφράζονται, έχουν μια ιδιαιτερότητα, οπότε κάτι καλό έχουμε να ακούσουμε από αυτούς.
Ποιά ήταν τα πρώτα μουσικά σου ερεθίσματα;
Καλά, ως έφηβος, σαφώς άκουγα περισσότερο rock, το κλασικό rock, ξέρω 'γω. Όταν άρχισα να πρωτομαθαίνω την κιθάρα, τα πρώτα κομμάτια ήταν εκεί, στην δεκαετία του '60 και του '70, το blues rock.. Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο ήρθε η αναβίωση του ρεμπέτικου, οπότε στις παρέες παίζαμε και κανένα τέτοιο τραγούδι. Ξεκίνησα μικρός να δουλεύω νύχτα, παίζοντας τέτοιες μουσικές. Όλα μαζί. Μετά, την δεκαετία του '80, που βγήκε punk, παίζαμε κιόλας με τις Τρύπες, οπότε ήρθε πιο μεγάλη επιρροή από τέτοιους κιθαρίστες, πιο new wave, από την νέα γενιά.
Κατά την γνώμη σου, τελικά, το ρεμπέτικο έχει κάποια συγγένεια με το blues, όπως μας αρέσει να λέμε;
Δεν ξέρω, ρε γαμώ το. Από μουσικής απόψεως θεωρώ πως δεν έχει. Είναι άλλες κουλτούρες, ας πούμε. Δηλαδή, το μουσικό σύστημα που εκφράζεται μέσα από το ρεμπέτικο είναι, νομίζω, πολύ διαφορετικό από το blues. Φαντάζομαι, όμως, ότι πάντα ο παραλληλισμός γινότανε αντιμετωπίζοντας αυτές τις δύο μουσικές ως κοινωνικά φαινόμενα. Δηλαδή, πολιτιστικά υπάρχει μια συγγένεια με τους καταπιεσμένους μαύρους της Αμερικής, οι οποίοι εκφραζόντουσαν μέσα από αυτό, με έναν λιτό τρόπο, και ο στίχος και μπλαμπλαμπλά. Αλλά νομίζω ότι πίσω από το ρεμπέτικο υπάρχει μια μεγαλύτερη ιστορία, με περισσότερες επιδράσεις μουσικές. Ζούμε σε άλλο χώρο εδώ πέρα, στην Μεσόγειο. Μουσικά, δεν θα έκανα εγώ τέτοια σύνδεση.
Μια άλλη ομοιότητα πιθανώς είναι ότι το blues επηρέασε την λευκή μουσική και δημιούργησε φοβερά πράγματα στην πρόσφατη ιστορία της μουσικής και, από την άλλη, το ρεμπέτικο ίσως αποτελεί την πηγή της κοινής ελληνικής σύγχρονης μουσικής.
Το ρεμπέτικο είναι η ρίζα της ελληνικής λαϊκής μουσικής σήμερα. Απλώς, σκέψου ότι το blues ήρθε σε μια χώρα που στην συνέχεια είχε τον απόλυτο έλεγχο της αισθητικής του πλανήτη. Επηρέασε έναν πλανήτη πια! Υπήρχε μια πολύ μεγάλη μουσική βιομηχανία η οποία πουλούσε σε όλον τον πλανήτη ό,τι ήθελε. Στην ουσία, τους εκμεταλλεύτηκαν κιόλας, έτσι; Οι λευκοί πήραν από τους μαύρους το blues και την jazz και ήταν αυτοί που πλούτισαν, ενώ οι άλλοι μείνανε στο περιθώριο να παλεύουν - εκτός από μερικές εξαιρέσεις. Το ρεμπέτικο αφορούσε την χώρα μας, έναν λαό που ζει σε ένα κομμάτι γης στην ανατολική Μεσόγειο, που έχει σαφώς μια μουσική ιστορία, αλλά δεν μιλάμε για το ίδιο μέγεθος. Η επιρροή του, λοιπόν, δεν είναι σε όλο τον πλανήτη, αλλά μέσα στην χώρα. Όλος ο πλανήτης τραγούδησε blues, δεν τραγούδησε όλος ο πλανήτης την "Φραγκοσυριανή".
Παρά ταύτα, και τηρουμένων των αναλογιών των μεγεθών, ασχέτως της εξάπλωσης, υπάρχει μια ξεχωριστή δύναμη του καλλιτεχνικού μηνύματος στις λαϊκές - με την έννοια του «folk», ότι του «pop» - μουσικές όπως το blues ή το ρεμπέτικο.
Οτιδήποτε φτιάχτηκε κάτω από τέτοιες συνθήκες, οπουδήποτε στον πλανήτη, νομίζω ότι έχει δύναμη. Έτσι κι αλλιώς, όλες αυτές οι μουσικές είναι αρχές. Δηλαδή μιλάμε για κλασσικές πλέον μουσικές. Είναι σαν να λέμε ότι «ο Μπαχ έχει μια δύναμη», ε, είναι λίγο να πεις τέτοια πράγματα για αυτές τις μουσικές. Είναι η ιστορία της μουσικής, είναι οι ρίζες. Η δύναμη που λες δεν είναι ειδικά του blues ή του ρεμπέτικου, απλά εμείς έτυχε να ακούσουμε το blues και το ρεμπέτικο. Κάτι αντίστοιχο θα υπάρχει, ξέρω 'γω, και στην κεντρική Ασία, και στην Αφρική, και στην Νότιο Αμερική. Απλώς, επειδή εμείς ζούμε στην Ελλάδα, ξέρουμε το ρεμπέτικο και, επειδή το blues είναι κυρίαρχο σε όλον τον πλανήτη, γιατί η Αμερική και η Αγγλία ελέγχουν την μουσική βιομηχανία όλου του πλανήτη, ξέρει όλος ο πλανήτης το blues και το rock. Ταυτόχρονα, υπάρχουν αντίστοιχες μουσικές, τέτοιας ποιότητας και τέτοιας δύναμης, σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Η μουσική υπάρχει παντού, υπήρχε πάντα και οι άνθρωποι εκφραζόντουσαν μέσα από αυτήν. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Όπου υπήρξε κοινωνία με ανθρώπους που αγαπούσαν την τέχνη, υπήρξαν τέτοιες μουσικές με τέτοια δύναμη.
Είναι επικίνδυνο να μην μπορεί η δισκογραφία να θρέψει τους καλλιτέχνες;
Πότε μπορούσε και τους έθρεφε τους καλλιτέχνες; Σιγά. Εγώ δεν θυμάμαι να έχω ζήσει από την δισκογραφία. Ακόμα και ως Τρύπες, όταν είχαμε υποτίθεται μια επιτυχία, δεν ζούσαμε από τους δίσκους.
Πάντως, σίγουρα σήμερα πολύ λιγότερο.
Ναι, γιατί είναι πολύ μεγάλη η παραγωγή. Αλλά σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να δημιουργηθεί ένας δίσκος. Ένας νέος άνθρωπος σήμερα καταφέρνει με πολύ μεγαλύτερη ευκολία να κοινοποιήσει την δουλειά του. Αυτά είναι στα θετικά.
Η πειρατεία της μουσικής σε προβληματίζει;
Αυτά τα πράγματα θα έλεγα ότι κάνουν τον κύκλο τους. Κι εγώ έχει τύχει να «κατεβάσω» μερικά πράγματα που δεν θα τα αγόραζα, έτσι κι αλλιώς, και από περιέργεια θέλω να τα ακούσω. Αλλιώς δεν θα τα άκουγα, οπότε δεν νομίζω ότι μειώνω τις πωλήσεις, από αυτή την άποψη. Από την άλλη, όταν γεμίζεις σκληρούς δίσκους με μουσική που δεν ακούς, δεν νομίζω ότι μειώνεται κανείς. Αυτός που το κάνει μειώνεται περισσότερο, γιατί τελικά δεν έχει καμία επαφή με την μουσική. (γέλια)
Ποιό θα είναι το επόμενο βήμα σου;
Ετοιμάζω μερικά κομμάτια με το ακουστικό το σχήμα που έχω και πιστεύω ότι μέχρι το φθινόπωρο θα κυκλοφορήσει μια δουλειά.
Σε βινύλιο;
Θα κυκλοφορήσει μόνο σε βινύλιο και σε «downloading» από το iTunes.
Πώς εξηγείς αυτήν την θεάρεστη επιστροφή στο βινύλιο;
Το βινύλιο δεν σταμάτησε να υπάρχει ποτέ, δεν σταμάτησε να πουλάει. Απλά, αφορούσε πολύ λίγους ανθρώπους, που είναι οι σταθεροί λάτρεις της μουσικής ακρόασης. Το βινύλιο μου αρέσει. Είναι ωραίο να έχεις ένα τέτοιο υλικό στα χέρια σου και η ακρόαση είναι ωραία.
Είναι φετίχ το αντικείμενο ή είναι πράγματι καλύτερη η ακρόαση;
Εμένα, προσωπικά, μου αρέσει η ακρόαση και φυσικά και το αντικείμενο. Τώρα πια που δεν βλέπω τόσο καλά, που χρειάζομαι δηλαδή και τα γυαλιά για να βλέπω, ε, έτσι μεγαλύτερο που είναι το βινύλιο, έχω καλύτερη εικόνα. (γέλια) Και ηχητικά το προτιμώ, αν και έχει εξελιχτεί πάρα πολύ και ο ψηφιακός ήχος, υπάρχουν δηλαδή κάτι αναλύσεις απίστευτες και εύκολα μπορεί να ξεγελαστεί κανείς. Για εμένα, πάντως, μετράει και το αντικείμενο το ίδιο πάρα πολύ.
Ως δημιουργός, που ξέρεις τι θέλεις να ακούσεις από την ηχογράφησή σου, συμβαίνει να ακούσεις ένα CD και να πεις «Μα γιατί ακούγεται έτσι; Γιατί δεν βγαίνει αυτό που ακούσαμε στο βινύλιο;»;
Όχι. Μετά από τόσα χρόνια, γνωρίζουμε τις παγίδες. Έχω σταθερούς συνεργάτες και καταφέρνουμε να έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα, βγαίνει αυτό που θέλουμε να ακούσουμε.
Ποιό τραγούδι ή ποιός δίσκος σου σε κάνει πιο περήφανο;
Όλα... Όλα!
Κάτι δικό σου που το ακούς και σε κάνει να ανατριχιάζεις περισσότερο;
Όλα. Κοίταξε, δεν ξανακούω κανέναν δίσκο. Μόνο τυχαία, αν ακούσω, έχει τύχει να συγκινηθώ με όλους τους δίσκους, για διαφορετικούς λόγους και, κάθε φορά, σε διαφορετική περίπτωση. Ο πρώτος δίσκος γιατί είναι ο πρώτος δίσκος, κάποιος άλλος γιατί συνέβη κάτι εκείνη την εποχή ή έχει το τάδε κομμάτι που την συγκεκριμένη στιγμή μου άρεσε... Αγαπάω ό,τι έχω κάνει το ίδιο. Από την πρώτη φορά που μπήκα στο στούντιο μέχρι την τελευταία. Κάθε φορά, ζούσα κάτι τελείως διαφορετικό και κάθε δίσκος έχει να μου θυμίσει κάτι.
Αν το ραδιόφωνο παίζει ας πούμε το "Εδώ" ή κάτι από τον "Βραχνό Προφήτη", το σβήνεις ή το δυναμώνεις;
Όχι, γιατί να το σβήσω; Τα ακούμε όλα. Αν θέλω να συζητήσω και είναι δυνατά, θα το χαμηλώσω γιατί με ενοχλεί, όπως θα ενοχλούσε τον καθένα. Αλλά, σε γενικές γραμμές, φυσικά και το ακούω. Απλά δεν κάθομαι στο σπίτι να ακούσω έναν δίσκο από τα παλιά. Δεν το κάνω. Χωρίς κάποια σκέψη, δηλαδή. Απλά δεν συμβαίνει.
Αισθάνεσαι πιο δική σου αυτό που λέμε την «προσωπική σου δισκογραφία»;
Όχι, όχι, όχι. Αισθάνομαι το ίδιο δικά μου και τα κομμάτια των Τρυπών (σ.σ.: προς επιβεβαίωση της κλίσης, φίλοι) και ό,τι άλλο έχω κάνει. Κατέθεσα την ίδια όρεξη, δύναμη, χαρά. Σαφώς, όταν κάνεις κάτι δικό σου, είναι η απόλυτη έκφρασή σου, είναι λευκό χαρτί, αλλά παντού είχα την ίδια όρεξη, οπότε αισθάνομαι καλυμμένος από ό,τι έχω κάνει.
Ακούς μουσική, όταν δεν παίζεις;
Ακούω, αν και, τον τελευταίο καιρό δεν άκουγα πολύ, γιατί έτυχε, όχι για άλλο λόγο. Μου αρέσει πάρα πολύ να ακούω μουσική. Ιδίως όταν ταξιδεύω. Όταν είμαι μες στο αυτοκίνητο και κάνω ώρες διαδρομής, μου αρέσει να έχω μουσική να παίζει, να χαζεύω γύρω, να πηγαίνω αργά και να απολαμβάνω το ταξίδι.
Αν μπω τώρα στο αυτοκίνητό σου ή στο σπίτι σου, ποιόν δίσκο θα βρω μέσα στη «σιντιέρα»;
Στο αυτοκίνητο, δεν θα βρεις, γιατί έχει χαλάσει. (γέλια) Ακούω από «στικάκι». Στο αυτοκίνητο τελευταία ακουγότανε Jobim.
Πόσο μπορεί να μας μιλάει η folk μουσική ενός άλλου λαού;
Όσο μας μιλάει και η δικιά μας. Οι λαοί έχουνε μεταξύ τους μια επικοινωνία. Ένας άνθρωπος που ακούει λαϊκή ή folk μουσική, εύκολα μπορεί να αναγνωρίσει πράγματα σε μια άλλη αντίστοιχή μουσική. Δηλαδή, όταν οι άνθρωποι συνευρίσκονται μπορούνε να έχουνε μια επικοινωνία. Αν καθίσει ένας Έλληνας με έναν Βραζιλιάνο ή με έναν Τούρκο, μπορούν πολύ εύκολα να κάνουνε παρέα, να πιούνε έναν καφέ, να πούνε πέντε πράγματα - ακόμα και με νοήματα δηλαδή. Με τον ίδιο τρόπο, θα έλεγα, επικοινωνεί και η μουσική, αν δεν είναι κάτι εξεζητημένο ή κάτι που χρειάζεται μια ιδιαίτερη κουλτούρα για να το αναγνωρίσεις.
Από τους νέους Έλληνες καλλιτέχνες, ποιόν έχεις βρει ενδιαφέροντα;
Στην λαϊκή μουσική υπάρχει ένα κενό, δεν έχουμε κάποιον μουσικό νέο, δηλαδή από 20 έως 30 χρονών.
Σε άλλες σκηνές;
Κοίταξε, κατά καιρούς, ακούω κάποια πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, γίνεται μια ζύμωση, αλλά δεν ήρθε ακόμα η στιγμή που θα γίνει ένα μπαμ από κάποιους. Είναι, όμως, πολύ θετικό που υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που ασχολούνται. Υπάρχει ένας αναβρασμός που σίγουρα θα οδηγήσει κάπου και αυτό έχει δείξει και η ιστορία. Πάντα γίνονται κύκλοι, πάντα έρχεται κάποιος να πάρει την σειρά του για να κάνει πράγματα. Θα το ζήσουμε.
Οι Τρύπες, κάποια στιγμή, είχαν μια αυτοκρατορική θέση, ήταν δυναμικό πολιτιστικό φαινόμενο η απήχησή τους. Όταν έφυγαν οι Τρύπες, δεν ήρθε κάποιος να πάρει αυτόν τον «θρόνο»...
Ε, καλά, δεν έρχεται και την επόμενη μέρα.
Μα δεν είναι η επόμενη μέρα, πέρασε μιάμιση δεκαετία.
Μπορεί να περάσουν κι άλλα χρόνια. Δεν μπορώ να το κρίνω, δεν το έχω σκεφτεί. Θα δείξει ο χρόνος. Και Χατζιδάκηδες και Θεοδωράκηδες δεν εμφανίστηκαν ξανά. Πολλοί άνθρωποι αφήνουν ένα κενό στην χώρα. Ο Θεοδωράκης ζει, βέβαια, αλλά καταλαβαίνεις τι εννοώ, από δημιουργική άποψη. Η ανάγκη στην κοινωνία και στην καθημερινότητα είναι που αναδεικνύει τους καινούριους ανθρώπους, τα καινούρια ταλέντα, τον καινούριο λόγο, την καινούρια έκφραση. Ούτως ή άλλως, η κοινωνία σήμερα έχει ένα πάγωμα. Δηλαδή, υπάρχουν αδιέξοδα όσον αφορά την αισθητική, την ιδεολογία. Πέφτουνε οι καρπαζιές μόνο ακόμα. Δεν έχει βρεθεί ένας δρόμος μια πρόταση ισχυρή, οπότε κι αυτό μετράει για να εκφραστεί κάποιος με καθαρότητα και δύναμη. Όταν έρθει η στιγμή θα βγούνε τα πράγματα και η στιγμή θα έρθει, είναι κάτι ανθρώπινο αυτό και αποτελεί φυσική συνέχεια.
Σχετικά με την ιδιαίτερη σχέση της πολιτικής με την μουσική, στην Ελλάδα, υπάρχει μια άποψη ότι η δύναμη του πολιτικού τραγουδιού λειτούργησε εις βάρος του rock. Τι γνώμη έχεις για αυτό;
Μιλάμε για την μεταπολίτευση και ήμουν πολύ μικρός τότε, αλλά θυμάμαι ότι κυριαρχούσε το πολιτικό τραγούδι. Το rock «την έφαγε» από την χούντα ακόμα, δηλαδή η χούντα το «καθάρισε», ας πούμε. Ήταν οι συνθήκες τέτοιες που το πολιτικό τραγούδι επηρέασε και το λαϊκό τραγούδι το απλό. Τελικά, δηλαδή, οι πρώτοι που σπάσανε την κυριαρχία του πολιτικού τραγουδιού ήτανε "Η Εκδίκηση Της Γυφτιάς", που κάνανε ο Ρασούλης, ο Παπάζογλου, ο Ξυδάκης. Ήτανε η πρώτη διαφοροποίηση από το πολιτικό τραγούδι και από εκεί συνέχισαν και έγιναν και άλλα πράγματα. Το rock, έτσι κι αλλιώς, ήτανε περιθωριοποιημένο, εκείνα τα χρόνια, και από το πολιτικό τραγούδι και από την λαϊκή μουσική. Αν και ο Σαββόπουλος το είχε κάνει με τα Μπουρμπούλια το "Βρώμικο Ψωμί", πολύ νωρίς. Υπήρξε σαν άκουσμα, απλά δεν είχε ποτέ δύναμη, ήταν υπόθεση λίγων πάντα.
Οι Τρύπες, όταν είχαν απήχηση και με τον τρόπο τους μιλούσαν στους νέους, προσπάθησε ο πολιτικός κόσμος να σφετεριστεί κάτι από αυτό; Θέλατε να έχει κάποιο πολιτικό μήνυμα η μουσική σας;
Η μουσικής μας, όπως και όλες οι μουσικές άλλωστε, έχουν κάποιο μήνυμα, κοινωνικό τουλάχιστον. Πολιτικό, δεν ξέρω... Οι Τρύπες, ούτως ή άλλως, είχανε μια στάση ως προς τον τρόπο που αντιμετωπίζανε και την μουσική τους και τον κόσμο. Ήδη, αυτό λέει πολλά. Δεν υπήρχε θέμα να μας καπελώσει κάποιος. Έτσι κι αλλιώς, ήταν σαφές ότι δεν θα το κάναμε. Το δηλώναμε ότι δεν θα το κάναμε.
Είναι, κατά την γνώμη σου, ρόλος του καλλιτέχνη να δώσει ένα πολιτικό στίγμα ή ακόμη και να στηρίξει μια πολιτική παράταξη; Προφανώς, πολιτικό μήνυμα μπορεί να έχει κάθε στίχος, ακόμα και κάθε νότα.
Σαφώς, αυτό υποστηρίζω. Ο τρόπος που αντιμετωπίζεις την καθημερινότητα, την δουλειά σου και τον κόσμο αποτελεί έτσι κι αλλιώς μια στάση. Τώρα, να ακολουθείς κάποιο συγκεκριμένο κόμμα; Κοίταξε, και τα κόμματα πια έχουνε μπερδευτεί τελείως, ψάχνουνε κι αυτά να βρούνε μια ταυτότητα και ποιον αντιπροσωπεύουνε. Εγώ δεν αισθάνομαι αυτή την ανάγκη, να πρέπει να ακολουθήσω κάποιο κόμμα ή να πρέπει να είμαι ο καλλιτέχνης που θα καθοδηγήσει κλπ. Δεν είμαι «απολιτίκ», αλλά η καθημερινή μου στάση δείχνει κάποια πράγματα.
Είσαι αισιόδοξος για το μέλλον της Ελλάδας και για την καλλιτεχνική δημιουργία εδώ;
Από την φύση μου είμαι αισιόδοξος. Αλλά η κάθε μέρα μού δείχνει ότι τα πράγματα είναι πολύ άσχημα (πικρά γέλια). Πάντα πιστεύω στον άνθρωπο, πάντα θα υπάρχει μια σπίθα για να ξαναγεννηθεί κάτι. Μπορεί να γίνουνε πολύ σκληρά πράγματα, πολύ άσχημα πράγματα, μπορεί να ζήσουμε πολύ χειρότερα, αλλά πιστεύω στην ζωή. Κάτι καινούριο θα βγει. Μπορεί να βγει πολύ αργά και να μην το ζήσουμε εμείς, αλλά πιστεύω στις αλλαγές.
Τι σε έφερε στην Αθήνα;
Κατέβηκα για να δω την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας "Το Μικρό Ψάρι" του Γιάννη Οικονομίδη, που έγινε την Δευτέρα, 17 Μαρτίου, και για άλλες δουλειές σχετικά με πράγματα που κάνω, δηλαδή να κάνουμε κι αυτές τις συνεντεύξεις. (γέλια)
Ποιά ήταν η συνδρομή σου σε αυτό το έργο;
Έχω κάνει την μουσική.
Πώς λειτούργησε η διαδικασία της δημιουργίας; Υπήρξε αλληλεπίδραση μεταξύ εικόνας και ήχου κατά την δημιουργία της μουσικής;
Ξεκίνησα να δουλεύω, έχοντας μια ιδέα του σεναρίου - ας πούμε, ένα πρώτο σχέδιο του σεναρίου. Αυτό με βοήθησε να μπω σε μια ατμόσφαιρα και να αρχίσω να δουλεύω τα θέματα. Ταυτόχρονα, ο Γιάννης μού έδινε κάποιες εικόνες. Είχα μια συνεχή επικοινωνία μαζί του, οπότε με καθοδηγούσε ως προς την αισθητική, προς τα πού θα πάει η ταινία. Όταν υπήρχε έτοιμο υλικό από εικόνα, το είχα και δούλευα πάνω σε αυτό. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Όσο περισσότερο υλικό υπάρχει, τόσο περισσότερο βοηθάει τον μουσικό να μπει στο ύφος και στο κλίμα της ταινίας.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο του μουσικού σε ένα τέτοιο εγχείρημα; Πόσο δύσκολο είναι, όταν φτιάχνει μουσική για ένα έργο σύνθετο, με εικόνα, όπως στον κινηματογράφο ή το θέατρο, να μην μπει στον πειρασμό ο δημιουργός να τραβήξει την προσοχή στο μουσικό θέμα;
Ή να επιδείξει τις μουσικές του ικανότητες, τέλος πάντων. Νομίζω ότι καταλαβαίνω τι εννοείς. Κοίταξε, υπάρχει ένα δεδομένο, μια σταθερή ιστορία, οι άνθρωποι, τα πρόσωπα και υπάρχει, βέβαια, ο σκηνοθέτης που είναι ο κύριος υπεύθυνος για το αισθητικό αποτέλεσμα. Ο μουσικός συμμετέχει για να στηρίξει αυτή την αισθητική, ίσως να τονίσει κάποια πράγματα, ίσως να τα πάρει από το χέρι για να τα πάει κάπου. Είναι τελείως διαφορετικό από το να κάνεις μια δουλειά από την αρχή. Δεν είναι το ίδιο πράγμα με ένα τραγούδι. Βέβαια, εγώ, ούτως ή άλλως, όταν κάνω μουσική, έχω εικόνες και καταστάσεις στο μυαλό μου. Έτσι λειτουργούν όλοι οι μουσικοί, πιστεύω. Πρέπει να υπάρχει ένα τέτοιο ερέθισμα, δεν παίζεις απλά με τις νότες, θέλεις να δόσεις μια ατμόσφαιρα. Στην περίπτωση μιας ταινίας, υπάρχει μια ιστορία, ηθοποιοί, φωτογραφία και κυρίως το μοντάζ - γιατί αυτό μετράει πάρα πολύ, δίνει τον ρυθμό στην ταινία. Ο ρυθμός είναι σημαντικό πράγμα.
Είσαι ικανοποιημένος από τον τρόπο που αξιοποιήθηκε η δημιουργία σου μέσα στην ταινία;
Όταν μπόρεσα να το δω ως θεατής, νομίζω ότι είδα ένα πάρα πολύ καλό αποτέλεσμα. Η μουσική ήταν αυτή που έπρεπε για την ταινία. Ακολουθεί τον πρωταγωνιστή, δίνει την ατμόσφαιρα. Πιστεύω ότι δουλεύει καλά.
Βρήκες κάτι διαφορετικό από προηγούμενες συνεργασίες σου στο θέατρο ή στον κινηματογράφο;
Πάντα υπάρχει διαφορά. Είναι διαφορετικές οι ιστορίες, είναι διαφορετικοί οι άνθρωποι που συμμετέχουνε. Έχει άλλη αισθητική ο καθένας. Εγώ έχω μια σταθερά, είμαι αυτός που είμαι. Αλλά αυτό το εντάσσω με διαφορετικό τρόπο σε κάθε περίπτωση.
Πώς αντιμετωπίζεις τον ρόλο του διδάσκοντα; (σ.σ.: O Μπάμπης Παπαδόπουλος διδάσκει στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου) Έχεις μια πορεία η οποία φέρει μια αίγλη, μια αναγνωρισιμότητα. Όταν διαβαίνεις το κατώφλι της αίθουσας διδασκαλίας πώς αισθάνεσαι;
Αυτό έχει πολλά επίπεδα. Πέρα από την σχέση μαθητή-δασκάλου που αναπτύσσεται, έχει σημασία τι γνώση κατέχεις και με ποιον τρόπο θα την περάσεις. Έχει σημασία η πείρα, που έρχεται καθώς περνά ο χρόνος. Κι εγώ αισθάνομαι ότι μαθητεύω, μέσα από όλο αυτό το πράγμα. Βέβαια, άλλα πράγματα μαθαίνω εγώ, άλλα οι μαθητές. Είναι όλα συνεχώς διαφορετικά, γιατί έχω να κάνω με διαφορετικούς ανθρώπους. Είναι μεν όλοι στην ίδια ηλικία πάνω-κάτω, αλλά κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός. Έχω να αντιμετωπίσω κάθε φορά διαφορετικές καταστάσεις, διαφορετικούς χαρακτήρες και πρέπει να αντιμετωπίσω τον καθένα με διαφορετικό τρόπο. Έχει μια συγκίνηση και μια γοητεία, γιατί βλέπω να αναπτύσσονται νέοι άνθρωποι. Άλλοι προχωράνε, άλλοι δεν προχωράνε, άλλοι παίρνουν πράγματα, άλλοι δεν παίρνουν γιατί δεν θέλουν ή δεν μπορούν. Είναι μια ζωντανή σχέση, με πολλές συγκινήσεις, και καλές και κακές, μέσα σε ένα σύστημα με όλα αυτά τα προβλήματα που έχει, τα οποία προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε όλοι μας.
Ποιές είναι οι «κακές συγκινήσεις»;
Είναι οι συνθήκες της καθημερινότητας που ζούμε τα τελευταία χρόνια. Δυσκολεύονται πολύ οι νέοι άνθρωποι. Βλέπουν να ανοίγεται μπροστά τους ένα μέλλον εντελώς αβέβαιο. Οι φοιτητές δεν ξέρουν καν αν θα κάνουν ομαλά τις σπουδές τους στους επόμενους μήνες ή τις επόμενες εβδομάδες. Υπάρχει ένα κλίμα αβεβαιότητας στην χώρα. Όπως είναι γνωστό, γενικώς η δυτική κοινωνία ποντάρει περισσότερο στην οικονομική παραγωγικότητα - αυτό μάς λανσάρουνε συνέχεια. Οι τέχνες και η μουσική ίσως δεν είναι παραγωγικές κατά την γνώμη κάποιων. Τέλος πάντων... Είναι δύσκολες οι εποχές.
Από άποψη πνευματικής παραγωγικότητας, δημιουργικότητας, πώς βλέπεις τις νέες γενιές με τις οποίες έρχεσαι σε επαφή;
Πιστεύω ότι, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, είναι στην φύση του ανθρώπου να δημιουργεί και να αναζητά. Θέλει να ασχολείται με την τέχνη. Δεν θα υπάρξουνε γενιές χωρίς εκπροσώπηση ως προς αυτό το πράγμα. Αλλάζουν οι συνθήκες, αλλάζουνε τα δεδομένα, αλλά η διαδικασία πάντα θα υπάρχει. Σαφώς, υπάρχουν νέοι άνθρωποι που αγωνιούν και θέλουν να κάνουν πράγματα και δεν θα σταματήσει αυτό.
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας και οι δυσμενείς συνθήκες ειδικά για τους νέους τρέφουν την δημιουργικότητα ή την πνίγουν;
Την δυσκολεύουν, αλλά πιστεύω ότι, όταν ένας άνθρωπος έχει τόσο έντονα την ανάγκη να δημιουργήσει θα το κάνει. Άλλωστε και στις δικές μας εποχές δεν ήταν εύκολα τα πράγματα - ίσως ήτανε και λίγο πιο δύσκολα. Με επιμονή, πείσμα και αγάπη έγινε ό,τι έγινε. Έτσι συμβαίνει πάντα. Οτιδήποτε καινούργιο πάει να δημιουργηθεί, έτσι κι αλλιώς, συναντά αντίδραση από τον περίγυρο και από αυτό που ήδη υπάρχει. Πάντα θα εμφανίζονται δυσκολίες, πάντα θα πρέπει να προσπαθήσεις λίγο παραπάνω, να παλέψεις, αλλά ευτυχώς αυτό υπάρχει στην φύση των ανθρώπων που έχουν την ανάγκη να δημιουργήσουν. Η δημιουργία δεν θα σταματήσει ποτέ. Θα αλλάζει μορφές. Θα γίνεται με διαφορετικό τρόπο και αυτόν τον αποφασίζουν οι νέοι άνθρωποι σε κάθε γενιά από μόνοι τους.
Οι Τρύπες τι δυσκολίες αντιμετώπισαν ξεκινώντας και πώς τις αντιμετώπισαν;
Κατ' αρχήν, δεν νομίζω ότι τα βλέπαμε σαν δυσκολίες. Μας γοήτευε η όλη διαδικασία. Εμείς ξεκινήσαμε την δεκαετία του '80, που, όπως γνωρίζεις, δεν υπήρχε η δυνατότητα για μια rock μπάντα να μπορέσει να επιβιώσει. Και σήμερα ακόμη είναι δύσκολο, φαντάσου τότε. Συνέβη μετά από πολλά χρόνια και χωρίς να έχουμε αυτό σαν στόχο. Δεν λέγαμε «πρέπει να πετύχουμε», δεν λέγαμε «πρέπει να βγάλουμε λεφτά, να μπορούμε να ζούμε», δεν σκεφτόμασταν την επιτυχία, το σουξέ και όλα αυτά τα πράγματα. Η επιτυχία ήρθε πολύ φυσιολογικά. Δεν υπήρχε ποτέ μια βάση που να στηρίζει αυτό το πράγμα. Και σήμερα δεν υπάρχει καλά-καλά. Δηλαδή, δεν υπήρχε μια βάση που να μπορεί να συντηρεί τους μουσικούς πέρα από μια σκηνή λαϊκή, ας πούμε. Οτιδήποτε λίγο διαφορετικό από την ελληνική λαϊκή μουσική με τα μαγαζιά της ήτανε πάντα περιθωριακό και αφορούσε μια μικρή μερίδα ανθρώπων.
Αναγνωρίζεις ότι οι Τρύπες, με την επιτυχία τους, δημιούργησαν μια τέτοια βάση, γιατί επικοινώνησαν στα ελληνικά με ένα ευρύτερο κοινό;
Κάναμε μια επιτυχία, αλλά, από την άλλη. πιστεύω ότι, πέρα από τους ανθρώπους που εκφράστηκαν πραγματικά και το αγαπήσανε, υπήρξαν και άνθρωποι που το ακολουθήσανε λόγω μόδας. Δηλαδή, κάποια στιγμή, έγινε μόδα και αυτό, οπότε σαφώς ακολούθησαν κι άλλοι. Δεν ξέρω αν η μόδα βοηθάει ώστε να δημιουργηθεί μια ισχυρή βάση που θα τρέφει καινούρια πράγματα και θα στηρίζει καινούριες προσπάθειες. Νομίζω πάντα θα είναι στο περιθώριο αυτές οι διαδικασίες.
Έχω την αίσθηση ότι έκανε δύο κύκλους αυτό το πράγμα. Διακρίνω δύο χρονικές περιόδους. Τη δεκαετία του '80 και σε σημαντικό μέρος της δεκαετίας του '90, με ευθύνη που είχαν κυρίως οι Τρύπες δόθηκε σε μια σκηνή ένας όγκος τον οποίο δεν είχε προηγουμένως. Η σκηνή αυτή οργίασε, την δεκαετία του '90, εμφανίστηκε ένας πανζουρλισμός από συγκροτήματα ελληνικού rock, άλλα καλύτερα, άλλα μετριότερα. Αυτό, όμως, στην «καλή» του εποχή, ίσως υπήρξε λιγότερο δημιουργικό από ό,τι κατά την δεκαετία του '80 και στις αρχές της δεκαετίας του '90. Έπειτα, λοιπόν, ακολουθεί ένας δεύτερος κύκλος πτώσης. Όλο αυτό εξαφανίζεται μετά το 2000 και οι μουσικοί στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις.
Ναι, ακριβώς την δεκαετία του '90, βγήκανε, ας πούμε, μια-δυο μπάντες, εμείς, τα Ξύλινα Σπαθιά, που κάναμε «μεγάλη επιτυχία», με ελληνικό στίχο, οπότε και οι νέοι μουσικοί και οι εταιρίες πιάστηκαν από αυτό και νομίζανε ότι ήρθε μια εποχή που θα βγούνε όλα τα ελληνικά συγκροτήματα σαν τις Τρύπες και σαν τα Σπαθιά και θα βγάζουνε -ξέρω 'γω- ελληνικό rock και θα πουλάνε. Επιπλέον, ανέβηκαν πάρα πολύ όλα αυτά: δημιουργήθηκαν άπειρα περιοδικά, σταθμοί, τηλεοράσεις, ένα «life style» γύρω από αυτό, το οποίο δεν είχε αυτό που έλεγα πριν: την ισχυρή βάση που θα το στηρίξει. Δεν είχε τέτοιο μέγεθος. Σε μια τέτοια χώρα, δηλαδή, πόσο μπορεί να στηριχθεί αυτό το πράγμα; Δεν μπορούσε να συντηρήσει το σύστημα σε τόσες μπάντες, δεν μπορούσε να κρατηθεί, άρχισε να «κρασάρει». Αυτοί που πήγαιναν με απώτερο στόχο την εύκολη επιτυχία και το κέρδος ήταν οι πρώτοι που λακίσανε, την κάνανε. Για αυτό υπήρξε και η πτώση που λες.
Η πτώση οφείλεται σε έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά των «καταναλωτών» ή από έλλειψη δημιουργικότητας, δηλαδή από την φθίνουσα ποιότητα του «προϊόντος»;
Θα έλεγα ότι οφείλεται σε έλλειψη βάθους από όλους, και από τους καλλιτέχνες και από τον κόσμο. Από όλους όσους συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι. Δεν είναι ενός δουλειά αυτό το πράγμα. Είναι δουλειά όλων όσων συμμετέχουν.
Υπάρχει μια τάση, από το 2000 και μετά, προς κάτι πιο ακουστικό και παραδοσιακά στοιχεία - το βλέπουμε και στην δική σου πορεία και στην πορεία του Γιάννη Αγγελάκα και πολλών άλλων. Παρατηρώ μια κατεύθυνση προς αυτό που λέμε πλέον «έντεχνο» - ξέρω πως δεν σε ικανοποιεί ο όρος...
Δεν μου αρέσει ο όρος και δεν συμμετέχω σε αυτό και δεν το αντιπροσωπεύω.
Γιατί δεν σου αρέσει ο όρος;
Δεν τον καταλαβαίνω. Είναι ένας όρος που ανέφερε για πρώτη φορά ο Χατζιδάκις, για συγκεκριμένους λόγους και σε συγκεκριμένη εποχή. Από εκεί και πέρα, χρησιμοποιείται σωρηδόν σε οτιδήποτε είναι εκτός του χώρου του λεγόμενου «σκυλάδικου». Τι σημαίνει «έντεχνο», ας πούμε; Υπάρχουν άνθρωποι που είναι στο «έντεχνο» που δεν είναι «έντεχνοι». Εγώ θα το έλεγα «σύγχρονη μουσική στην Ελλάδα». «Σύγχρονη», από την άποψη ότι είναι «της εποχής».
Όντως, είναι λίγο παράξενος ο όρος, αλλά...
Κοίταξε, εγώ συνεχίζω και παίζω και ηλεκτρικά και υπάρχουν πολλοί νέοι που συνεχίζουν να παίζουν ηλεκτρικά. Δεν διακρίνω μια ιδιαίτερη στροφή προς τον ακουστικό ήχο.
Θεωρώ ότι η πτώση της ελληνόφωνης rock σκηνής έφερε κάτι άλλο, κάτι που την αντικατέστησε στον χώρο που αυτή καταλάμβανε. Λαμβάνω ως ορόσημο τα τέλη της δεκαετίας του '90, την εποχή που έκλεισαν την αυλαία οι Τρύπες, αλλά και τον δίσκο "Βραχνός Προφήτης", που έκανες με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου το 2000. Και παρεμπιπτόντως, να σου πω ότι αυτόν τον δίσκο τον θεωρώ εφάμιλλο της δισκογραφίας σου με τις Τρύπες, δηλαδή ίσως τόσο σημαντικό και με ανάλογη επιρροή. Αυτού, λοιπόν, του πράγματος έπεται η ανάδειξη διαφόρων καλλιτεχνών με παρόμοια τάση και αρκετή απήχηση, που ενδεχομένως εμπνέονται και από αυτό, και βλέπουμε μια δυναμική σκηνή για την οποία χρησιμοποιώ τον όρο «έντεχνο» για να πω ένα αφηλεκτρισμένο ελληνόφωνο rock, με λιγότερα τύμπανα και...
Ναι, και με το πάντρεμα αυτό με την παραδοσιακή ελληνική μουσική. Εντάξει. Αυτό το πάντρεμα συμβαίνει ανέκαθεν, έτσι δημιουργήθηκαν μουσικές. Το ρεμπέτικο, ας πούμε, δημιουργήθηκε από πάντρεμα με μικρασιάτικα στοιχεία, από τους ανθρώπους που ήρθανε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Δημιουργήθηκε μια νέα αισθητική της μουσικής. Μετά, βγήκε το λαϊκό τραγούδι, ο Χιώτης, ας πούμε. Άρχισαν να πηγαίνουν στην Αμερική και να φέρνουν ηλεκτρικό ήχο. Οι πρώτοι ροκάδες κάνανε τα πρώτα τους παντρέματα. Κι ο Χιώτης, ακόμα, πάντρεψε στοιχεία από εκεί με την λαϊκή μουσική, με το ρεμπέτικο. Μετά, ήρθε ο Σαββόπουλος, ήρθε ο Παπάζογλου. Πολλοί jazz μουσικοί και σχήματα κάνουν αυτή τη δουλειά και υπάρχουν ακόμα και παίζουνε. Είναι μια ανάγκη των μουσικών και των καλλιτεχνών γενικότερα να κρατάνε ζωντανή μια επαφή με τον τόπο που ζουν, τον τόπο που μεγαλώσανε. Θέλουμε-δεν θέλουμε, επιρροές έχουμε από το περιβάλλον μας. Μεγαλώσαμε, ακούγοντας αυτές τις μουσικές. Όταν πια έρθει η ωριμότητα, μπορεί αυτό να παρουσιαστεί ως κάτι πιο προσωπικό. Δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι επί τούτου, παντρεύοντας όργανα και ήχους. Αισθάνομαι ότι το κάνω φυσικά και ότι ακούγεται φυσικό, γιατί έτσι το προσεγγίζω.
Μα και πιθανόν έτσι να εμπλουτίζεται και η παράδοση. Χάρη στην δημιουργικότητα των μουσικών, το παραδοσιακό παντρεύεται και ιδιοποιείται τα νέα στοιχεία. Μας λέγανε ότι ο "Αραμπάς" της Κωχ είχε σοκάρει, στην εποχή του, λέγανε «αν είναι δυνατόν να γίνεται μια rock διασκευή σε κάτι τέτοιο». Αλλά αν τον ακούσει ένας σημερινός νέος, μάλλον θα το δεχτεί απλώς ως ένα παραδοσιακό τραγούδι, δεν θα έχει την ίδια αίσθηση με τότε.
Ναι, δεν θα του φανεί καθόλου παράξενο. Μα, έτσι κι αλλιώς, τι είναι το rock; Το rock μεταλλάσσεται κι αυτό. Ξέρω 'γω;
Α, όχι «ξέρω 'γω». Τι είναι το rock;
Τι είναι το rock; Έλα ντε! (γέλια) Δεν ξέρω. Νομίζω ότι είναι πολλά πράγματα rock, πέρα από αυτό που έχουμε μάθει, τέλος πάντων.
Αλήθεια, όταν λέμε «ελληνικό rock», τι είναι αυτό που δίνει ιθαγένεια στο rock;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει αυτό το πράγμα. Αυτός ο όρος είναι εφεύρεση των δημοσιογράφων και των εταιριών για να πουλήσουν λίγο παραπάνω κάποια πράγματα. Δεν υπάρχουν σύνορα στα είδη της μουσικής. Υπάρχουν ομάδες ανθρώπων που τα στηρίζουνε και εκφράζονται. Από 'κει και πέρα, ίσως την ελληνική ιθαγένεια να την δίνει το γεγονός ότι υπάρχει ελληνικός στίχος.
Ναι, αλλά από αυτή την άποψη οι Last Drive δεν θα ήταν «ελληνικό rock».
Πολύ σωστά. Είναι μια rock μπάντα, μια ελληνική rock μπάντα, τέλος πάντων. Ας το πούμε έτσι.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον στίχο «Κράτα το σόου, μαϊμού»;
Ωχ, θα κάνουμε ανάλυση στίχων τώρα; (γέλια) Δεν καταλαβαίνω καλά την ερώτηση. Γιατί ρωτάς;
Κάτι σημαίνει «Κράτα το σόου, μαϊμού».
Ό,τι μπορεί να σημαίνει για τον καθένα. Δεν νομίζω ότι είναι ώρα να κάνουμε ανάλυση στίχων.
Αναρωτιέμαι αν ήταν αυτοκριτική ή κάτι άλλο.
Νομίζω ότι είναι λίγο απ' όλα. Σαφώς, και μια αυτοκριτική είναι και μια κριτική για την κοινωνία ολόκληρη είναι. Και μια κριτική για την καθημερινότητα. Νομίζω ότι είναι όλα αυτά μέσα. Υπάρχει και χιούμορ σε αυτό, ας πούμε.
Ρωτάω λόγω της ιδιάζουσας σχέσης σου με το συγκεκριμένο τραγούδι και το ενδεχόμενο να καταγράφει την αντίδρασή σας απέναντι στην επιτυχία. Οι Τρύπες είχαν κατά κάποιο τρόπο ενοχληθεί από την απήχηση που είχαν;
Όχι. Δεν γράφτηκε τότε το τραγούδι. Είναι στον δίσκο... Τον... Ορίστε! Ξέχασα τους δίσκους μας. Στον δίσκο που έγινε το '90... Το "Στον Παράδεισο", άντε! Δεν νομίζω ότι οι Τρύπες είχαν γίνει ακόμα τόσο-τόσο-τόσο μεγάλες.
Πότε θα έλεγες ότι ήρθε η μεγάλη σας επιτυχία;
Θα έλεγα ότι μετά τα "Εννέα Πληρωμένα" έγινε το μεγάλο μπαμ.
Πώς το αισθανθήκατε;
Τι να σου πω; Έχει τώρα είκοσι χρόνια αυτή η ιστορία. Εκείνη την εποχή το απολαύσαμε. Το ζήσαμε με χαρά. Νομίζω ότι με χαρά ζήσαμε ό,τι ζήσαμε με το συγκρότημα. Δεν κάναμε κάτι πιεσμένοι, ζορισμένοι ή με στενοχώριες. Εγώ απόλαυσα όλη την διαδρομή του συγκροτήματος, από την αρχή ως το τέλος.
Στην συνέντευξη που είχε κάνει ο φίλος μου ο Κώστας, ο Γιάννης Αγγελάκας μάς δήλωσε χαρακτηριστικά ότι καταλαβαίνει απόλυτα το νταλκά όσων θα ήθελαν να δουν ζωντανά τις Τρύπες, αλλά ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι που δεν είναι πια.
Δεν μπορεί να είναι. Κανένας μας δεν είναι.
Δηλαδή, αλλάζουν οι άνθρωποι;
Όχι, δεν πιστεύω ότι αλλάζουν οι άνθρωποι, αλλά αλλάζουν οι συνθήκες. Δηλαδή, να βγαίνω τώρα και να μιμούμαι αυτό που ήμουνα πριν από είκοσι χρόνια το βρίσκω ανήθικο και ψεύτικο. Γιατί δεν είμαι είκοσι χρόνια πριν, είμαι ο Μπάμπης που είμαι είκοσι χρόνια μετά, έτσι;
Ήταν άλλος Μπάμπης τότε;
Όχι, είμαι ο Μπάμπης, δεν αισθάνομαι άλλος, αυτός είμαι. Πάλι την ίδια όρεξη έχω, με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζω την μουσική, τα καινούρια πράγματα που κάνω, τους ανθρώπους που θα έρθουνε να με ακούσουνε. Η διάθεσή μου ίδια είναι, αλλά δεν μπορώ να πω ότι είμαι ο ίδιος. Ξέρω 'γω; Πενηνταρίζω, ας πούμε! (γέλια)
Συγχώρεσε την επιμονή μου σε αυτό το θέμα, αλλά εγώ, όταν ακούω το "Όταν Χαράζει" από τον "Βραχνό Προφήτη" του Θανάση Παπακωνσταντίνου (σ.σ.: στο οποίο τραγουδάει ο Γιάννης Αγγελάκας και ενορχηστρώνει ο Μπάμπης Παπαδόπουλος), ακούω και Τρύπες εκεί μέσα.
Αφού υπάρχουνε δύο μέλη από τις Τρύπες μέσα, δεν θα τις ακούς; Είναι πολύ φυσιολογικό, δηλαδή. Παίζω με έναν συγκεκριμένο τρόπο κιθάρα και αντιμετωπίζω την μουσική με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Νομίζω ότι, αν κάποιος έχει παρακολουθήσει όλη την πορεία μου, θα αναγνωρίσει ένα τέτοιο στοιχείο σε κάθε περίπτωση.
Με αυτό το πρίσμα, είναι κάπως τεχνητό το «σταμάτησαν οι Τρύπες». Στην πραγματικότητα συνεχίζουν.
Ναι, σταμάτησε το συγκρότημα με την μορφή που είχε. Ο καθένας ξεχωριστά δεν σταμάτησε, προφανώς. Δεν σταματήσαμε να ζούμε. Εγώ μουσικός είμαι, δεν μπορώ να σταματήσω να είμαι μουσικός. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου, είμαι με την κιθάρα στα χέρια και παίζω μουσική. Δεν μπορώ να κάνω κάτι διαφορετικό. Δεν το διαπραγματεύομαι, ούτε το συζητάω, ούτε το σκέφτομαι, ούτε ανησυχώ. Απλώς το αφήνω να συνεχίσει να συμβαίνει και είναι η ζωή μου. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο και δεν θέλω να κάνω κάτι άλλο.
Σε ένα μέρος που «πιάνουν οι ευχές», για να παραφράσω κάτι που έγραφα για εσάς με θέρμη, θα μπορούσαν οι Τρύπες, οι ίδιοι άνθρωποι, να βγάλουν έναν δίσκο σήμερα και αυτός να αντικατοπτρίζει βέβαια αυτό σήμερα θέλουν να δημιουργήσουν;
Δεν ξέρω. Νομίζω ότι έτσι όπως έχουμε κάνει τις ζωές μας όλοι πια, είναι πολύ δύσκολο να βρεθούμε ξανά για να κάνουμε κάτι. Αν υπάρχει δυνατότητα, δεν ξέρω. Όσοι από εμάς έχουμε να πούμε και να κάνουμε πράγματα, τα κάνουνε και φαίνονται. Από 'κει και πέρα, όλα είναι υποθετικά. Έχω μάθει στην ζωή μου και φροντίζω ποτέ να μην λέω ποτέ. Αλλά από την άλλη, ε, είναι σχεδόν ποτέ. (γέλια) Έχουν περάσει ήδη δεκαπέντε χρόνια. Το να ξαναβρεθούνε άνθρωποι μετά από τόσα χρόνια και να είναι δημιουργικοί με την ίδια σύνθεση και να κάνουνε πράγματα καταλαβαίνεις ότι... Ε, όσο περνάει ο χρόνος, μεγαλώνουν οι αποστάσεις και γίνεται ακόμα πιο δύσκολο. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο θέμα διάθεσης. Έτσι κι αλλιώς, η ζωή σε οδηγεί.
Η πορεία σου μετά τις Τρύπες ήταν εξίσου λαμπρή και οι συνεργασίες σου ιδιαιτέρως αξιόλογες με πάρα πολλούς εξέχοντες. Τι διαφορά έχει για εσένα αυτό που έζησες με τις Τρύπες και αυτό που έζησες μετά το 2000;
Οι Τρύπες είναι για εμένα μια ιστορία. Μεγαλώσαμε μαζί. Οι φιλίες που δημιουργούνται σε μια τέτοια ηλικία, και όταν τέτοια πράγματα συνδέουν τους ανθρώπους, είναι πολύ ισχυρές. Για εμένα είναι μια οικογένεια αυτό το πράγμα. Όταν σταματήσαμε, δηλαδή, ήξερα ότι δεν πρόκειται να το ξαναζήσω. Οι συνεργασίες μου ήταν τελείως διαφορετικές, δεν είναι δυνατόν να ξαναζήσεις τα ίδια πράγματα. Έκανα όμως καινούρια πράγματα και συνεργαζόμουν με ανθρώπους που εκτιμούσα και αγαπούσα. Κρατιόμουν ζωντανός δημιουργικά και για αυτό πάντα αισθανόμουν καλά. Πάντα υπάρχουν δυσκολίες όταν γίνονται αλλαγές, αλλά τις ξεπερνάμε.
Αυτό που κάνω εγώ τώρα, που επιμένω σχετικά με τις Τρύπες, και που προφανώς το κάνει πάρα πολύς κόσμος, ακόμα και στις συναυλίες, γίνεται ενοχλητικό;
Ο Γιάννης το τραβάει περισσότερο αυτό το κουπί. Είναι κι ο τραγουδιστής και, τι να κάνουμε, δέχεται τις συνέπειες του πρωτοστάτη, του performer, βρε παιδί μου. (γέλια) Αυτός, νομίζω, έχει να αντιμετωπίσει τα περισσότερα. Εγώ δεν παίζω κομμάτια των Τρυπών (σ.σ.: και ιδού, φίλοι, η απόδειξη ότι οι Τρύπες κλίνονται) και δεν έχω τόσο μεγάλο πρόβλημα. Ο κόσμος το ξέρει και έρχεται. Τώρα, σε συνεντεύξεις και κατ’ ιδίαν συζητήσεις, σαφώς έχω να το αντιμετωπίσω αυτό. «Τι γίνεται;», «θα ξαναπαίξετε;», «θα ξανακάνετε;»... Μόνο που δεν ξέρω πια τι να πω. Τα δέχομαι έτσι, ξέρεις, στωικά, δεν μπορώ να τα αποφύγω. (γέλια)
Αναφέρθηκες προηγουμένως στο κιθαριστικό σου στιλ, το οποίο είναι ιδιαίτερο και κατά την γνώμη μου αναγνωρίσιμο και κατά τις Τρύπες και μετά. Πώς προέκυψε αυτό το στιλ;
Δεν είναι τεχνικό το θέμα, δηλαδή δεν είναι μόνο θέμα μελέτης. Είναι θέμα συγκυριών και περιβάλλοντος - πού μεγάλωσα και τι έχω παίξει όλα αυτά τα χρόνια. Αναγκάστηκα να κάνω κι άλλα πράγματα, μικρότερος - όχι χωρίς να τα αγαπώ ιδιαίτερα, αλλά και για λόγους επιβίωσης. Μέσα από όλα όσα έχω κάνει, πάντα προσπαθούσα να εμβαθύνω, οπότε νομίζω πως όλα αυτά μετρήσανε ώστε να διαμορφώσω έναν δικό μου τρόπο. Νομίζω, δηλαδή, ότι απλώς συνέβη. Βασικά, δεν νομίζω ότι είναι ιδιαίτερος ο τρόπος που παίζω, είναι απλά ο δικός μου. Αν θεωρήσουμε ότι ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, άρα και κάθε μουσικός είναι διαφορετικός, εφόσον ο καθένας πλησιάζει με τον δικό του τρόπο το όργανο και την μουσική, θα έχει και μια δική του έκφραση που είναι πάντα καλή. Όλοι οι άνθρωποι, όταν εκφράζονται, έχουν μια ιδιαιτερότητα, οπότε κάτι καλό έχουμε να ακούσουμε από αυτούς.
Ποιά ήταν τα πρώτα μουσικά σου ερεθίσματα;
Καλά, ως έφηβος, σαφώς άκουγα περισσότερο rock, το κλασικό rock, ξέρω 'γω. Όταν άρχισα να πρωτομαθαίνω την κιθάρα, τα πρώτα κομμάτια ήταν εκεί, στην δεκαετία του '60 και του '70, το blues rock.. Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο ήρθε η αναβίωση του ρεμπέτικου, οπότε στις παρέες παίζαμε και κανένα τέτοιο τραγούδι. Ξεκίνησα μικρός να δουλεύω νύχτα, παίζοντας τέτοιες μουσικές. Όλα μαζί. Μετά, την δεκαετία του '80, που βγήκε punk, παίζαμε κιόλας με τις Τρύπες, οπότε ήρθε πιο μεγάλη επιρροή από τέτοιους κιθαρίστες, πιο new wave, από την νέα γενιά.
Κατά την γνώμη σου, τελικά, το ρεμπέτικο έχει κάποια συγγένεια με το blues, όπως μας αρέσει να λέμε;
Δεν ξέρω, ρε γαμώ το. Από μουσικής απόψεως θεωρώ πως δεν έχει. Είναι άλλες κουλτούρες, ας πούμε. Δηλαδή, το μουσικό σύστημα που εκφράζεται μέσα από το ρεμπέτικο είναι, νομίζω, πολύ διαφορετικό από το blues. Φαντάζομαι, όμως, ότι πάντα ο παραλληλισμός γινότανε αντιμετωπίζοντας αυτές τις δύο μουσικές ως κοινωνικά φαινόμενα. Δηλαδή, πολιτιστικά υπάρχει μια συγγένεια με τους καταπιεσμένους μαύρους της Αμερικής, οι οποίοι εκφραζόντουσαν μέσα από αυτό, με έναν λιτό τρόπο, και ο στίχος και μπλαμπλαμπλά. Αλλά νομίζω ότι πίσω από το ρεμπέτικο υπάρχει μια μεγαλύτερη ιστορία, με περισσότερες επιδράσεις μουσικές. Ζούμε σε άλλο χώρο εδώ πέρα, στην Μεσόγειο. Μουσικά, δεν θα έκανα εγώ τέτοια σύνδεση.
Μια άλλη ομοιότητα πιθανώς είναι ότι το blues επηρέασε την λευκή μουσική και δημιούργησε φοβερά πράγματα στην πρόσφατη ιστορία της μουσικής και, από την άλλη, το ρεμπέτικο ίσως αποτελεί την πηγή της κοινής ελληνικής σύγχρονης μουσικής.
Το ρεμπέτικο είναι η ρίζα της ελληνικής λαϊκής μουσικής σήμερα. Απλώς, σκέψου ότι το blues ήρθε σε μια χώρα που στην συνέχεια είχε τον απόλυτο έλεγχο της αισθητικής του πλανήτη. Επηρέασε έναν πλανήτη πια! Υπήρχε μια πολύ μεγάλη μουσική βιομηχανία η οποία πουλούσε σε όλον τον πλανήτη ό,τι ήθελε. Στην ουσία, τους εκμεταλλεύτηκαν κιόλας, έτσι; Οι λευκοί πήραν από τους μαύρους το blues και την jazz και ήταν αυτοί που πλούτισαν, ενώ οι άλλοι μείνανε στο περιθώριο να παλεύουν - εκτός από μερικές εξαιρέσεις. Το ρεμπέτικο αφορούσε την χώρα μας, έναν λαό που ζει σε ένα κομμάτι γης στην ανατολική Μεσόγειο, που έχει σαφώς μια μουσική ιστορία, αλλά δεν μιλάμε για το ίδιο μέγεθος. Η επιρροή του, λοιπόν, δεν είναι σε όλο τον πλανήτη, αλλά μέσα στην χώρα. Όλος ο πλανήτης τραγούδησε blues, δεν τραγούδησε όλος ο πλανήτης την "Φραγκοσυριανή".
Παρά ταύτα, και τηρουμένων των αναλογιών των μεγεθών, ασχέτως της εξάπλωσης, υπάρχει μια ξεχωριστή δύναμη του καλλιτεχνικού μηνύματος στις λαϊκές - με την έννοια του «folk», ότι του «pop» - μουσικές όπως το blues ή το ρεμπέτικο.
Οτιδήποτε φτιάχτηκε κάτω από τέτοιες συνθήκες, οπουδήποτε στον πλανήτη, νομίζω ότι έχει δύναμη. Έτσι κι αλλιώς, όλες αυτές οι μουσικές είναι αρχές. Δηλαδή μιλάμε για κλασσικές πλέον μουσικές. Είναι σαν να λέμε ότι «ο Μπαχ έχει μια δύναμη», ε, είναι λίγο να πεις τέτοια πράγματα για αυτές τις μουσικές. Είναι η ιστορία της μουσικής, είναι οι ρίζες. Η δύναμη που λες δεν είναι ειδικά του blues ή του ρεμπέτικου, απλά εμείς έτυχε να ακούσουμε το blues και το ρεμπέτικο. Κάτι αντίστοιχο θα υπάρχει, ξέρω 'γω, και στην κεντρική Ασία, και στην Αφρική, και στην Νότιο Αμερική. Απλώς, επειδή εμείς ζούμε στην Ελλάδα, ξέρουμε το ρεμπέτικο και, επειδή το blues είναι κυρίαρχο σε όλον τον πλανήτη, γιατί η Αμερική και η Αγγλία ελέγχουν την μουσική βιομηχανία όλου του πλανήτη, ξέρει όλος ο πλανήτης το blues και το rock. Ταυτόχρονα, υπάρχουν αντίστοιχες μουσικές, τέτοιας ποιότητας και τέτοιας δύναμης, σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Η μουσική υπάρχει παντού, υπήρχε πάντα και οι άνθρωποι εκφραζόντουσαν μέσα από αυτήν. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Όπου υπήρξε κοινωνία με ανθρώπους που αγαπούσαν την τέχνη, υπήρξαν τέτοιες μουσικές με τέτοια δύναμη.
Είναι επικίνδυνο να μην μπορεί η δισκογραφία να θρέψει τους καλλιτέχνες;
Πότε μπορούσε και τους έθρεφε τους καλλιτέχνες; Σιγά. Εγώ δεν θυμάμαι να έχω ζήσει από την δισκογραφία. Ακόμα και ως Τρύπες, όταν είχαμε υποτίθεται μια επιτυχία, δεν ζούσαμε από τους δίσκους.
Πάντως, σίγουρα σήμερα πολύ λιγότερο.
Ναι, γιατί είναι πολύ μεγάλη η παραγωγή. Αλλά σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να δημιουργηθεί ένας δίσκος. Ένας νέος άνθρωπος σήμερα καταφέρνει με πολύ μεγαλύτερη ευκολία να κοινοποιήσει την δουλειά του. Αυτά είναι στα θετικά.
Η πειρατεία της μουσικής σε προβληματίζει;
Αυτά τα πράγματα θα έλεγα ότι κάνουν τον κύκλο τους. Κι εγώ έχει τύχει να «κατεβάσω» μερικά πράγματα που δεν θα τα αγόραζα, έτσι κι αλλιώς, και από περιέργεια θέλω να τα ακούσω. Αλλιώς δεν θα τα άκουγα, οπότε δεν νομίζω ότι μειώνω τις πωλήσεις, από αυτή την άποψη. Από την άλλη, όταν γεμίζεις σκληρούς δίσκους με μουσική που δεν ακούς, δεν νομίζω ότι μειώνεται κανείς. Αυτός που το κάνει μειώνεται περισσότερο, γιατί τελικά δεν έχει καμία επαφή με την μουσική. (γέλια)
Ποιό θα είναι το επόμενο βήμα σου;
Ετοιμάζω μερικά κομμάτια με το ακουστικό το σχήμα που έχω και πιστεύω ότι μέχρι το φθινόπωρο θα κυκλοφορήσει μια δουλειά.
Σε βινύλιο;
Θα κυκλοφορήσει μόνο σε βινύλιο και σε «downloading» από το iTunes.
Πώς εξηγείς αυτήν την θεάρεστη επιστροφή στο βινύλιο;
Το βινύλιο δεν σταμάτησε να υπάρχει ποτέ, δεν σταμάτησε να πουλάει. Απλά, αφορούσε πολύ λίγους ανθρώπους, που είναι οι σταθεροί λάτρεις της μουσικής ακρόασης. Το βινύλιο μου αρέσει. Είναι ωραίο να έχεις ένα τέτοιο υλικό στα χέρια σου και η ακρόαση είναι ωραία.
Είναι φετίχ το αντικείμενο ή είναι πράγματι καλύτερη η ακρόαση;
Εμένα, προσωπικά, μου αρέσει η ακρόαση και φυσικά και το αντικείμενο. Τώρα πια που δεν βλέπω τόσο καλά, που χρειάζομαι δηλαδή και τα γυαλιά για να βλέπω, ε, έτσι μεγαλύτερο που είναι το βινύλιο, έχω καλύτερη εικόνα. (γέλια) Και ηχητικά το προτιμώ, αν και έχει εξελιχτεί πάρα πολύ και ο ψηφιακός ήχος, υπάρχουν δηλαδή κάτι αναλύσεις απίστευτες και εύκολα μπορεί να ξεγελαστεί κανείς. Για εμένα, πάντως, μετράει και το αντικείμενο το ίδιο πάρα πολύ.
Ως δημιουργός, που ξέρεις τι θέλεις να ακούσεις από την ηχογράφησή σου, συμβαίνει να ακούσεις ένα CD και να πεις «Μα γιατί ακούγεται έτσι; Γιατί δεν βγαίνει αυτό που ακούσαμε στο βινύλιο;»;
Όχι. Μετά από τόσα χρόνια, γνωρίζουμε τις παγίδες. Έχω σταθερούς συνεργάτες και καταφέρνουμε να έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα, βγαίνει αυτό που θέλουμε να ακούσουμε.
Ποιό τραγούδι ή ποιός δίσκος σου σε κάνει πιο περήφανο;
Όλα... Όλα!
Κάτι δικό σου που το ακούς και σε κάνει να ανατριχιάζεις περισσότερο;
Όλα. Κοίταξε, δεν ξανακούω κανέναν δίσκο. Μόνο τυχαία, αν ακούσω, έχει τύχει να συγκινηθώ με όλους τους δίσκους, για διαφορετικούς λόγους και, κάθε φορά, σε διαφορετική περίπτωση. Ο πρώτος δίσκος γιατί είναι ο πρώτος δίσκος, κάποιος άλλος γιατί συνέβη κάτι εκείνη την εποχή ή έχει το τάδε κομμάτι που την συγκεκριμένη στιγμή μου άρεσε... Αγαπάω ό,τι έχω κάνει το ίδιο. Από την πρώτη φορά που μπήκα στο στούντιο μέχρι την τελευταία. Κάθε φορά, ζούσα κάτι τελείως διαφορετικό και κάθε δίσκος έχει να μου θυμίσει κάτι.
Αν το ραδιόφωνο παίζει ας πούμε το "Εδώ" ή κάτι από τον "Βραχνό Προφήτη", το σβήνεις ή το δυναμώνεις;
Όχι, γιατί να το σβήσω; Τα ακούμε όλα. Αν θέλω να συζητήσω και είναι δυνατά, θα το χαμηλώσω γιατί με ενοχλεί, όπως θα ενοχλούσε τον καθένα. Αλλά, σε γενικές γραμμές, φυσικά και το ακούω. Απλά δεν κάθομαι στο σπίτι να ακούσω έναν δίσκο από τα παλιά. Δεν το κάνω. Χωρίς κάποια σκέψη, δηλαδή. Απλά δεν συμβαίνει.
Αισθάνεσαι πιο δική σου αυτό που λέμε την «προσωπική σου δισκογραφία»;
Όχι, όχι, όχι. Αισθάνομαι το ίδιο δικά μου και τα κομμάτια των Τρυπών (σ.σ.: προς επιβεβαίωση της κλίσης, φίλοι) και ό,τι άλλο έχω κάνει. Κατέθεσα την ίδια όρεξη, δύναμη, χαρά. Σαφώς, όταν κάνεις κάτι δικό σου, είναι η απόλυτη έκφρασή σου, είναι λευκό χαρτί, αλλά παντού είχα την ίδια όρεξη, οπότε αισθάνομαι καλυμμένος από ό,τι έχω κάνει.
Ακούς μουσική, όταν δεν παίζεις;
Ακούω, αν και, τον τελευταίο καιρό δεν άκουγα πολύ, γιατί έτυχε, όχι για άλλο λόγο. Μου αρέσει πάρα πολύ να ακούω μουσική. Ιδίως όταν ταξιδεύω. Όταν είμαι μες στο αυτοκίνητο και κάνω ώρες διαδρομής, μου αρέσει να έχω μουσική να παίζει, να χαζεύω γύρω, να πηγαίνω αργά και να απολαμβάνω το ταξίδι.
Αν μπω τώρα στο αυτοκίνητό σου ή στο σπίτι σου, ποιόν δίσκο θα βρω μέσα στη «σιντιέρα»;
Στο αυτοκίνητο, δεν θα βρεις, γιατί έχει χαλάσει. (γέλια) Ακούω από «στικάκι». Στο αυτοκίνητο τελευταία ακουγότανε Jobim.
Πόσο μπορεί να μας μιλάει η folk μουσική ενός άλλου λαού;
Όσο μας μιλάει και η δικιά μας. Οι λαοί έχουνε μεταξύ τους μια επικοινωνία. Ένας άνθρωπος που ακούει λαϊκή ή folk μουσική, εύκολα μπορεί να αναγνωρίσει πράγματα σε μια άλλη αντίστοιχή μουσική. Δηλαδή, όταν οι άνθρωποι συνευρίσκονται μπορούνε να έχουνε μια επικοινωνία. Αν καθίσει ένας Έλληνας με έναν Βραζιλιάνο ή με έναν Τούρκο, μπορούν πολύ εύκολα να κάνουνε παρέα, να πιούνε έναν καφέ, να πούνε πέντε πράγματα - ακόμα και με νοήματα δηλαδή. Με τον ίδιο τρόπο, θα έλεγα, επικοινωνεί και η μουσική, αν δεν είναι κάτι εξεζητημένο ή κάτι που χρειάζεται μια ιδιαίτερη κουλτούρα για να το αναγνωρίσεις.
Από τους νέους Έλληνες καλλιτέχνες, ποιόν έχεις βρει ενδιαφέροντα;
Στην λαϊκή μουσική υπάρχει ένα κενό, δεν έχουμε κάποιον μουσικό νέο, δηλαδή από 20 έως 30 χρονών.
Σε άλλες σκηνές;
Κοίταξε, κατά καιρούς, ακούω κάποια πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, γίνεται μια ζύμωση, αλλά δεν ήρθε ακόμα η στιγμή που θα γίνει ένα μπαμ από κάποιους. Είναι, όμως, πολύ θετικό που υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που ασχολούνται. Υπάρχει ένας αναβρασμός που σίγουρα θα οδηγήσει κάπου και αυτό έχει δείξει και η ιστορία. Πάντα γίνονται κύκλοι, πάντα έρχεται κάποιος να πάρει την σειρά του για να κάνει πράγματα. Θα το ζήσουμε.
Οι Τρύπες, κάποια στιγμή, είχαν μια αυτοκρατορική θέση, ήταν δυναμικό πολιτιστικό φαινόμενο η απήχησή τους. Όταν έφυγαν οι Τρύπες, δεν ήρθε κάποιος να πάρει αυτόν τον «θρόνο»...
Ε, καλά, δεν έρχεται και την επόμενη μέρα.
Μα δεν είναι η επόμενη μέρα, πέρασε μιάμιση δεκαετία.
Μπορεί να περάσουν κι άλλα χρόνια. Δεν μπορώ να το κρίνω, δεν το έχω σκεφτεί. Θα δείξει ο χρόνος. Και Χατζιδάκηδες και Θεοδωράκηδες δεν εμφανίστηκαν ξανά. Πολλοί άνθρωποι αφήνουν ένα κενό στην χώρα. Ο Θεοδωράκης ζει, βέβαια, αλλά καταλαβαίνεις τι εννοώ, από δημιουργική άποψη. Η ανάγκη στην κοινωνία και στην καθημερινότητα είναι που αναδεικνύει τους καινούριους ανθρώπους, τα καινούρια ταλέντα, τον καινούριο λόγο, την καινούρια έκφραση. Ούτως ή άλλως, η κοινωνία σήμερα έχει ένα πάγωμα. Δηλαδή, υπάρχουν αδιέξοδα όσον αφορά την αισθητική, την ιδεολογία. Πέφτουνε οι καρπαζιές μόνο ακόμα. Δεν έχει βρεθεί ένας δρόμος μια πρόταση ισχυρή, οπότε κι αυτό μετράει για να εκφραστεί κάποιος με καθαρότητα και δύναμη. Όταν έρθει η στιγμή θα βγούνε τα πράγματα και η στιγμή θα έρθει, είναι κάτι ανθρώπινο αυτό και αποτελεί φυσική συνέχεια.
Σχετικά με την ιδιαίτερη σχέση της πολιτικής με την μουσική, στην Ελλάδα, υπάρχει μια άποψη ότι η δύναμη του πολιτικού τραγουδιού λειτούργησε εις βάρος του rock. Τι γνώμη έχεις για αυτό;
Μιλάμε για την μεταπολίτευση και ήμουν πολύ μικρός τότε, αλλά θυμάμαι ότι κυριαρχούσε το πολιτικό τραγούδι. Το rock «την έφαγε» από την χούντα ακόμα, δηλαδή η χούντα το «καθάρισε», ας πούμε. Ήταν οι συνθήκες τέτοιες που το πολιτικό τραγούδι επηρέασε και το λαϊκό τραγούδι το απλό. Τελικά, δηλαδή, οι πρώτοι που σπάσανε την κυριαρχία του πολιτικού τραγουδιού ήτανε "Η Εκδίκηση Της Γυφτιάς", που κάνανε ο Ρασούλης, ο Παπάζογλου, ο Ξυδάκης. Ήτανε η πρώτη διαφοροποίηση από το πολιτικό τραγούδι και από εκεί συνέχισαν και έγιναν και άλλα πράγματα. Το rock, έτσι κι αλλιώς, ήτανε περιθωριοποιημένο, εκείνα τα χρόνια, και από το πολιτικό τραγούδι και από την λαϊκή μουσική. Αν και ο Σαββόπουλος το είχε κάνει με τα Μπουρμπούλια το "Βρώμικο Ψωμί", πολύ νωρίς. Υπήρξε σαν άκουσμα, απλά δεν είχε ποτέ δύναμη, ήταν υπόθεση λίγων πάντα.
Οι Τρύπες, όταν είχαν απήχηση και με τον τρόπο τους μιλούσαν στους νέους, προσπάθησε ο πολιτικός κόσμος να σφετεριστεί κάτι από αυτό; Θέλατε να έχει κάποιο πολιτικό μήνυμα η μουσική σας;
Η μουσικής μας, όπως και όλες οι μουσικές άλλωστε, έχουν κάποιο μήνυμα, κοινωνικό τουλάχιστον. Πολιτικό, δεν ξέρω... Οι Τρύπες, ούτως ή άλλως, είχανε μια στάση ως προς τον τρόπο που αντιμετωπίζανε και την μουσική τους και τον κόσμο. Ήδη, αυτό λέει πολλά. Δεν υπήρχε θέμα να μας καπελώσει κάποιος. Έτσι κι αλλιώς, ήταν σαφές ότι δεν θα το κάναμε. Το δηλώναμε ότι δεν θα το κάναμε.
Είναι, κατά την γνώμη σου, ρόλος του καλλιτέχνη να δώσει ένα πολιτικό στίγμα ή ακόμη και να στηρίξει μια πολιτική παράταξη; Προφανώς, πολιτικό μήνυμα μπορεί να έχει κάθε στίχος, ακόμα και κάθε νότα.
Σαφώς, αυτό υποστηρίζω. Ο τρόπος που αντιμετωπίζεις την καθημερινότητα, την δουλειά σου και τον κόσμο αποτελεί έτσι κι αλλιώς μια στάση. Τώρα, να ακολουθείς κάποιο συγκεκριμένο κόμμα; Κοίταξε, και τα κόμματα πια έχουνε μπερδευτεί τελείως, ψάχνουνε κι αυτά να βρούνε μια ταυτότητα και ποιον αντιπροσωπεύουνε. Εγώ δεν αισθάνομαι αυτή την ανάγκη, να πρέπει να ακολουθήσω κάποιο κόμμα ή να πρέπει να είμαι ο καλλιτέχνης που θα καθοδηγήσει κλπ. Δεν είμαι «απολιτίκ», αλλά η καθημερινή μου στάση δείχνει κάποια πράγματα.
Είσαι αισιόδοξος για το μέλλον της Ελλάδας και για την καλλιτεχνική δημιουργία εδώ;
Από την φύση μου είμαι αισιόδοξος. Αλλά η κάθε μέρα μού δείχνει ότι τα πράγματα είναι πολύ άσχημα (πικρά γέλια). Πάντα πιστεύω στον άνθρωπο, πάντα θα υπάρχει μια σπίθα για να ξαναγεννηθεί κάτι. Μπορεί να γίνουνε πολύ σκληρά πράγματα, πολύ άσχημα πράγματα, μπορεί να ζήσουμε πολύ χειρότερα, αλλά πιστεύω στην ζωή. Κάτι καινούριο θα βγει. Μπορεί να βγει πολύ αργά και να μην το ζήσουμε εμείς, αλλά πιστεύω στις αλλαγές.